Μάλλον διευρύνουμε πολύ το θέμα του νήματος με αυτή τη συζήτηση. Μήπως να μεταφερθεί σε νέο νήμα; Να πω τα εξής σχετικά με τις παρατηρήσεις σας:
Η Νομική είναι επιστήμη και, ως τέτοια, έχει την ορολογία της. Δεν είναι, λοιπόν, περίεργο το να μην γίνεται απολύτως κατανοητό ένα νομικό κείμενο από έναν αναγνώστη που δεν είναι νομικός. Αλλιώς θα εξηγήσω στον πελάτη μου ή σε μια παρέα φίλων μια υπόθεση και αλλιώς θα τα γράψω στο δικόγραφο που απευθύνω στο Δικαστήριο, άρα σε νομικούς επιστήμονες. Αντίστοιχα, υποθέτω ότι ένα κείμενο του Γιωσαφάτ σε επιστημονικό περιοδικό θα είναι γραμμένο σε διαφορετικό ύφος από τα βιβλία του που απευθύνονται στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό. Θα πρέπει, επομένως, να κάνουμε τη διάκριση ανάμεσα σε ένα καλό νομικό κείμενο, που δεν είναι βατό για τον κοινό αναγνώστη λόγω της εξειδίκευσής του, και σε ένα ακατανόητο λόγω κακής διατύπωσης νομικό κείμενο.
Όσον αφορά την κακή διατύπωση των νόμων, δεν θα μπορούσα να συμφωνώ περισσότερο μαζί σας. Πιστεύω, όμως, ότι τις περισσότερες φορές αυτή δεν οφείλεται σε επιλογή των συντακτών, ώστε να καθίστανται απροσπέλαστα τα νομικά κείμενα, αλλά σε προχειρότητα και ασχετοσύνη. Πχ, κατατίθεται ένα σχέδιο νόμου συντεταγμένο από μία νομοπαρασκευαστική επιτροπή. Κατά τη συζήτησή του προτείνονται κάποιες τροποποιήσεις από τους Βουλευτές. Στην τελική διατύπωση της νομοθετικής διάταξης οι τροποποιήσεις συγχωνεύονται απρόσεκτα με το αρχικό κείμενο, με αποτέλεσμα να προκύπτει ένα έκτρωμα. Ή προστίθεται στο αρχικό κείμενο μία νέα παράγραφος, η οποία έρχεται σε αντίθεση ή διαστρεβλώνει το νόημα της αρχικής διάταξης.
Όσον αφορά τα κείμενα των δικηγόρων, ειδικά αυτών της δικής μου γενιάς, δεν πιστεύω ότι τίθεται ζήτημα ελιτισμού. Ίσως αυτό να συνέβαινε παλαιότερα, όταν οι δικηγόροι είχαν (και προσπαθούσαν να διατηρήσουν) ένα ανώτερο κοινωνικό στάτους. Εμείς μάλλον από συνήθεια, ίσως και από μιμητισμό, αντιγράφουμε κάποιες εκφράσεις. Αφήστε που συχνά μας διορθώνουν τα κείμενά μας μεγαλύτεροι συνάδελφοι και την «αίτηση ακύρωσης» μας την κάνουν «αίτηση ακυρώσεως» (η «μηλιά και η μηλέα»:χαχαχα
. Σκέφτομαι ότι παίζει ρόλο και το γεγονός ότι χρειάζεται συχνά να δουλεύουμε με κείμενα συντεταγμένα σε λόγια γλώσσα. Έτσι, μεταφέρουμε το ύφος αυτό και στα δικά μας κείμενα. Όπως οι παπάδες…;)
Όπως επισημάνθηκε, τόσο στον κοινό όσο και στον νομικό λόγο υπάρχουν ορισμένες φράσεις, όπως «επ' ακροατηρίω», «μετ' αναβολή», κ.α., που απλώς έχουν καθιερωθεί και χρησιμοποιούνται έτσι. Στα νομικά συμβαίνει το ίδιο και με πολλές λατινικές εκφράσεις. Σε αντίθεση με τον Φάρο, δεν μπορώ να πω ότι είμαι κάθετα αντίθετη σε αυτή τη γλωσσική διπλοτυπία. Συνειδητά γράφω πάντα "αιτούμαι" αντί για "ζητώ" στα δικόγραφά μου. Και αυτό, γιατί χαίρομαι που, έστω στο συγκεκριμένο μόνο πλαίσιο, επιβιώνει μία ακόμα ελληνική λέξη, η οποία χρησιμοποιείται πλέον σπάνια. Μπορεί αυτή η μείξη να περιπλέκει τους κανόνες της γραμματικής και του συντακτικού, αλλά νομίζω ότι βοηθά να διατηρείται ο πλούτος της γλώσσας. Ο Καθηγητής Αριστόβουλος Μάνεσης έχει γράψει το πιο ολοκληρωμένο
κείμενο που έχω υπόψη μου για το θέμα. Θα δω μήπως μπορώ να το ανεβάσω κάπως.
Πάντως, ακόμα και στα νομικά κείμενα, και ιδίως στα δικόγραφα, παίζει σημαντικό ρόλο το προσωπικό στυλ. Τα δικά μου γραπτά δεν είναι ίδια με αυτά του συνεργάτη μου. Όσον αφορά τη συγκεκριμένη φράση που ανέφερα, δυστυχώς συχνά χρειάζεται να στριμώξουμε πολλά νοήματα σε μία πρόταση. Έτσι προέκυψαν οι «
επενεχθείσες αλλαγές». Έπρεπε να τις «βολέψω» σε μια μεγάλη φράση. [Φάρε, Χρυς, θα σας στείλω ένα παράδειγμα με πμ για να μην μονοπωλώ τη συζήτηση με ψιλοάσχετα θέματα]. Φάρε, πολύ με προβλημάτισες με το ότι σε δυσκόλεψε η φράση μου. Είναι λάθος η μετοχή; Δεν είναι η μετοχή του παθητικού αορίστου; Και βέβαια, με ενδιαφέρει το νόημα. Αν κάτι είναι σημαντικό σε ένα δικόγραφο, αυτό είναι η ακριβής και σαφής του διατύπωση. Γιατί, όμως, το «επενεχθείσες από» δεν σημαίνει «που επέφερε η»;
ΥΓ: [Εν είδει υστερόγραφου, επειδή δεν είναι γλωσσικό το θέμα:] Για την ερμηνεία του νόμου δεν καταφεύγουμε στους δικηγόρους. Όλοι μας καταφεύγουμε στους Δικαστές. Το Δικαστήριο γνωρίζει τον Νόμο (
jura novit curia…να τη και η λατινικούρα!) και τον ερμηνεύει. Αν θα επιθυμούσαμε κάτι οι δικηγόροι, αυτό είναι ένα σαφές νομοθετικό πλαίσιο και καλογραμμένες νομοθετικές διατάξεις, ώστε να έχουμε άμεσες και πρακτικές λύσεις σε κάθε υπόθεση, αντί να χανόμαστε σε νομικούς λαβυρίνθους. Ο νόμος δεν χρειάζεται ερμηνεία, επειδή είναι ασαφής ή κακογραμμένος. Χρειάζεται ερμηνεία, επειδή είναι γενικός και απρόσωπος και κάθε φορά πρέπει να υπάγουμε σε αυτόν συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά. Όσο καλύτερος νομοτεχνικά και γλωσσικά είναι ο νόμος τόσο περισσότερο διευκολύνεται αυτή η υπαγωγή και, επομένως, και η δική μας η δουλειά. Αυτά για να υπερασπιστώ το σινάφι μου! Δικηγόρος των Δικηγόρων… Δικηγόρος του Διαβόλου… χιχιχι