Η ιστορία τοποθετείται εξαρχής μέσα στη νύχτα και αυτό δεν είναι τυχαίο. Προβληματισμοί, σκέψεις και φιλοσοφικοί στοχασμοί γίνονται πιο εύκολα στην ησυχία της νύχτας. Η αφαίρεση του φεγγαριού από το σκηνικό ταιριάζει με το κάπως μελαγχολικό ύφος του αφηγητή στην αρχή. Η νύχτα εξηγεί και τη συνέχεια του κειμένου. Είναι προφανές ότι κάπου στο μοιρογνωμόνιο ο αφηγητής αρχίζει να γλαρώνει, περνώντας στην πρώτη φάση του ύπνου, εκεί όπου οι σκέψεις αρχίζουν να μπερδεύονται και προκύπτουν οι πιο ασυνάρτητες εικόνες. Προφανώς ο διάλογος είναι με το πρόσωπο που μπορεί να σκορπίσει τις αυταπάτες που αναφέρει παραπάνω. Τι σχέση έχει με αυτό το πρόσωπο δεν είναι σαφής θα έλεγα όμως ότι μάλλον μας παραπέμπει στην ερωτική. Όσα αναφέρονται στο διάλογο, ειδικά αν δεχτούμε ότι είναι όνειρο μπορούν να ερμηνευτούν με διαφορους τρόπους.Ωστόσο, στο τέλος, οι λιωμένες καραμέλες και η πρόταση για αντικατάστασή τους από γλειφιτζούρια είναι συμβολίζει σίγουρα την επιθυμία να αφήσουν τα περασμένα στο παρελθόν και να κάνουν μια καινούργια αρχή. Τα ψάρια, σύμφωνα με τη λαϊκή σοφία, είναι λαχτάρα.