Όχι ! Αυτό που προτείνω είναι ποτέ να μην σταματάς να ερευνάς ! Να ερευνάς όμως χωρίς προκατάληψη, χωρίς παρωπίδες, τα πάντα που βλέπουμε και ανιχνεύουμε μπορούν να ενισχύσουν την πίστη μας, σε όσους ειδικά από μας είναι έτοιμη να σβήσει. Και είμαστε πολλοί αυτοί...
Θα ήταν εύκολο και βολικό για κάποιον να σου μιλάει αόριστα για τη χριστιανική ηθική, την υλοποίηση και την πραγμάτωση αυτής της περίφημης και για κάποιους τόσο ακατανόητης "αγάπης προς τον πλησίον". Δεν πρόκειται να το κάνω. Ίσως, εξάλλου, να αποτελεί ή και να αποτελέσει κομμάτι της έρευνάς σου. Η εποχή μας μας διδάσκει ότι, δεν μπορεί, όποιος κάνει κάτι το κάνει γιατί έχει κάτι να ωφεληθεί, κάτι να κερδίσει. Λες: "α, αποκλείεται να υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι, δεν γίνεται, δεν υπάρχει γνήσια ανιδιοτέλεια, δεν είναι φυσιολογικό γιατί, αυτό που συμβαίνει συνήθως είναι..."
Κι επειδή ίσως πάλι με χάσεις, θα σου μιλήσω για μένα, θα εκτεθώ, πράγμα πολύ πιο δύσκολο από το να μιλάω θεωρητικά.
Παλαιότερα, πριν πολλά χρόνια, πίστευα και υποστήριζα την έννοια της εκδίκησης. Αν κάποιος με έβλαπτε, θα έπαιρνα εκδίκηση. Το θεωρούσα απόλυτα φυσικό, σύνηθες, απαραίτητο, χρήσιμο, ωφέλιμο, ψυχευεργετικό. Άκουγα ή διάβαζα για ανθρώπους που είχαν βλαφτεί και έπαιρναν εκδίκηση κι έλεγα "Έτσι μπράβο!". Όχι, δεν είχα διαβάσει ακόμη τον Κόμη Μοντε-χρήστο, αλλά αν ήξερα κάτι γι' αυτό το βιβλίο ήταν πως είναι το απόλυτο βιβλίο εκδίκησης. Μου άρεσε τρομερά χωρίς να το έχω διαβάσει.
Θα έπαιρνα λοιπόν εκδίκηση, ίσως όχι αμέσως, ίσως όχι αύριο, ίσως μετά από χρόνια μα θα την έπαιρνα.
Και την πήρα.
Το δικό μου συμπέρασμα ήταν ότι η γενική θετική για την εκδίκηση αντίληψη με είχε πουλήσει. Δεν κέρδισα τίποτα, δεν απόλαυσα τίποτα, δεν ικανοποιήθηκα, όπως ήταν η μεγάλη μου προσδοκία. Ήταν ένα όνειρο απατηλό, μια χαμένη ψευδαίσθηση. Δεν χτυπούσαν καμπάνες χαράς και αγαλλίασης, ούτε σημαιοστολισμοί, ούτε καν ένα πυροτέχνημα.
Τόσες ώρες, μέρες, εβδομάδες μελέτης και σκέψης για εκδίκηση, όλη αυτή η ενέργεια, η δική μου ενέργεια, δοσμένη σε ένα υπέροχο τίποτα, ενέργεια την οποία αν χρησιμοποιούσα διαφορετικά, αν της έβαζα θετικό κι όχι αρνητικό πρόσημο, θα είχα πετύχει να βελτιώσω τον εαυτό μου, θα είχα πετύχει κάτι τις, θα είχα βοηθήσει κάποιον, θα είχα κάνει έστω κι έναν άνθρωπο, που το είχε τόση ανάγκη, να χαμογελάσει, θα είχα ταϊσει ένα πεινασμένο στόμα, θα είχα γιατρέψει μια έστω πληγή, σωματική ή ψυχική αδιάφορο, θα είχα έρθει πιο κοντά με τους δικούς μου ανθρώπους, θα έκανα πιο δυνατό και ατσαλένιο το δέσιμο με τους φίλους μου.
Δεν έγινε τίποτα όμως από όλα αυτά. Ήμουν περίπου ο ίδιος άνθρωπος, κάπως πιο λειψός, ξοδεμένος, σπαταλημένος, άδειος, μια βάρκα σε μια λίμνη που μένει εκεί που μένει, μια βάρκα γεμάτη βαρίδια που δεν μπορεί να κουνήσει.
Όλη αυτή η δουλειά, όλες αυτές οι δόλιες σκέψεις, οι δικές μου δόλιες σκέψεις, με οδήγησαν στο τίποτα.
Αν θες με πιστεύεις, ακόμα και μια σοκολάτα, ένα παγωτό, ένας καφές, ένα ποτό, ικανοποιεί περισσότερο από το να εκδικηθείς.
Κύλισαν πολλές σελίδες μελέτης, έψαξα, ρώτησα. Τώρα πια, για μένα, το πιο φυσικό πράγμα, αν με ξυλοφορτώσεις, είναι να κλάψω για σένα. Αν με βρίσεις, θα σκεφτώ πως υπάρχουν πράγματα που σε βασανίζουν. Αν με κλωτσήσεις, θα ξέρω ότι κάτι δεν πάει καλά με σένα και με την ψυχή σου. Χρειάζεσαι βοήθεια, φροντίδα, θεραπεία. Τώρα πια, για μένα, το άλλο μου μάγουλο γυρίζει πιο εύκολα από ότι πριν. Δεν λέω πανεύκολα, λέω πιο εύκολα.
Τυχαία, γιατί πάντα έτσι τυχαία η έρευνα οδηγεί τα βήματά μας, όσο προσεκτική κι αν είναι η μέθοδός μας, έμαθα για κάποιον κύριο, πάνε αιώνες που σχωρέθηκε, που συνάντησε τον φονιά του αδερφού του και γνώριζε ότι αυτός ήταν. Τον βοήθησε, τον περιποιήθηκε, τον φρόντισε, τον φονιά του αδερφού του. Όχι μόνο δεν πήρε εκδίκηση αλλά τον βοήθησε κι από πάνω, τον φονιά του αδερφού του. Έψαξα, ρώτησα, δεν μπόρεσα να καταλάβω τί κέρδισε ο άνθρωπος αυτός που, όχι μόνο δεν πήρε εκδίκηση, αλλά και φρόντισε τον φονιά του αδερφού του.
Ασυνήθιστο, παράξενο, περίεργο για τα δικά μας μέτρα αλλά να που υπάρχουν και νούμερα παπουτσιών μεγαλύτερα από αυτά που φοράμε εμείς. Πρόσεξε, κι αυτή είναι ίσως όλη η ουσία των όσων γράφω εδώ: επειδή εμείς δεν φοράμε αυτά τα παπούτσια, δεν σημαίνει ότι δεν κυκλοφορούν στα καταστήματα και αυτά τα νούμερα και δεν υπάρχουν άνθρωποι που τα αγοράζουν και τα φορούν.
Για αυτόν τον "περίεργο" άνθρωπο, αν βρεθείς ποτέ στη Ζάκυνθο, θα ακούσεις πολλούς να μιλούν, κι αν το θελήσεις, μπορείς κι εσύ να τον δεις και να τον συναντήσεις.