λέξεις λεξικολογικά άστεγες...γιατί;;;

πού και πού συνανταω λεξεις που δεν τις εχει το Λεξικο της Νεας Ελληνικης Γλωσσας(του Μπαμπινιωτη)...οποιος τις βλεπει για πρωτη φορά,ας τσεκαρει με τους περιξ του:αυτοι γνωριζουν την εν λογω λεξη;;...ετσι θα ξερω/ξερουμε αν προκειται για παραλειψη του Λεξικου ή για εντελως προσωπικο όρο...

μπαμπουλωμένος

ντορός ή τορός

μπουχαρί

τσαούλι

φιάκα
 
Πρώτη φορά τις ακούω. Υποθέτω ότι υπάρχουν πάρα πολλές λέξεις ιδιολέκτου ή ντοπιολαλιάς, που δεν είναι δυνατόν να καταχωριθούν όλες σε "επίσημα" λεξικά.
 
μπαμπουλωμένος= κουκουλωμένος. Το χρησιμοποιεί η μαμά μου, Επτανήσιας καταγωγής.
τσαούλια= μάγουλα. Αντίστοιχα η πεθερά μου, καταγόμενη εκ Κοζάνης- Κων/πολης.
Για τα υπόλοιπα δεν γνωρίζω, μου τελείωσαν οι μαμάδες!
 
Το μπαμπουλωμένος = κουκουλωμένος το έχω ακούσει κι εγώ και μάλλον το έχω χρησιμοποιήσει κιόλας.

Τις άλλες λέξεις τις βλέπω πρώτη φορά.
 

Λορένα

Πολεμίστρια του Φωτός
Ο μπουχαρής, ειναι ενα τζακι που βρισκεται μονο στην κουζινα. Στην ουσια ειναι ο φουρνος του σπιτιου.
Εχει μεγαλο ανοιγμα απο κατω, για να χωραει το ταψι με το φαγητο, που στηριζεται πανω σε ενα τριποδα (και απο κατω ειναι τα ξυλα με την φωτια)
Το ταψι το σκεπαζουν με την γαστρα, που ειναι ενα μεγαλο καπακι, που απο πανω ριχνουν μπολικη σταχτη. Η θερμοτητα που αναπτυσει η σταχτη με την φωτια απο κατω, δημιουργουν αυτο το ειδος φουρνου, που κανει πεντανοστιμα φαγητα και πιτες.

(αν και νομιζω οτι μια δευτερη εννοια και πιο γενικα εννοουν το εσωτερικο μερος του καπνοδοχου (που στο εν λογω τζακι ηταν αρκετα ευρυχωρος)


Ο γιούκος, ειναι μια στοιβα απο στρωσιδια και χαλια (κιλίμια ολα μαζι).
Τον παλιο καιρο δεν ειχαν τοσες ντουλαπες. Οποτε βαζαν μια ξυλινη (ή οτι αλλο) βαση στο πατωμα (για να μην ακουμπουν απευθειας), και απο πανω στοιβαζαν διπλωμενα οτι κουβερτες και χαλια ειχαν. Βρισκοταν συνηθως σε μια γωνια του σπιτιου.

Ντορός ειναι τα αποτυπωματα του χιονιου και οχι μονο (λασπη κτλ). Ειναι τα χναρια που αφηνει κανεις

Το τσαούλι στα μερη μου, λεμε το μερος εκεινο του προσωπου που αποτελειται απο το σαγονι και τα χειλη
 
Last edited:
Ω, μα τι λέω; Το "τσαούλι" το ξέρω κι εγώ, πώς μου ξέφυγε; Το λέει η μάνα μου, σημαίνει πράγματι το σαγόνι. Πολύ αστείο μου φαίνεται!
 
Μια ακόμα ερμηνεία για τον "ντορό" είναι το ίχνος που αφήνει πίσω του ένα θήραμα, κυρίως η οσμή του.

Η λέξη "φιάκας", (ο) σημαίνει τεμπέλης. Δεν ξέρω αν συνδέεται με τη λέξη που αναφέρεις.

Μερικές φορές η λέξη αλλάζει νόημα από πρόταση σε πρόταση ή από περιοχή σε περιοχή. Συχνά επίσης παραφθείρεται με την πάροδο του χρόνου ή με τη χρήση της σε κάθε τόπο.
 

Φαροφύλακας

Απαρέμφατος Δροσουλίτης του πιο Μόρμυρου Φθόγγου
Προσωπικό λέσχης
Από τα λεξικά όντως λείπουν λέξεις (π.χ. η υψοφοβία/υψιφοβία) αλλά όλες αυτές που γράψατε εδώ φαίνεται πως είναι ιδιωματικές κι έτσι μάλλον δικαιολογημένα απουσιάζουν. Κάθε λεξικό έχει ένα κόρπους όπου καθορίζεται ποιες λέξεις αποτελούν το αντικείμενο του. Στα λεξικά της ΝΕ οι ιδιωματικές λέξεις είναι, κατά κύριο λόγο, εκτός κόρπους.
 

Οκτάνα

Ανάστροφη Ταξιδεύτρια
Μόνο για τον "ντορό" μπορώ να μιλήσω και να πω οτι η λέξη πράγματι υπάρχει, και μάλιστα τη χρησιμοποιώ κιόλας μιας και πάντα υπάρχει ένα σκυλί στην οικογένεια. Λέμε οτι "παίρνει τον ντορό" όταν ακολουθεί με την όσφρηση του κάποια συγκεκριμένη διαδρομή. Η λέξη υπάρχει και σε τραγούδι, το οποίο αυτή τη στιγμή δεν μπορώ να θυμηθώ.
 
Από τα λεξικά όντως λείπουν λέξεις (π.χ. η υψοφοβία/υψιφοβία) αλλά όλες αυτές που γράψατε εδώ φαίνεται πως είναι ιδιωματικές κι έτσι μάλλον δικαιολογημένα απουσιάζουν. Κάθε λεξικό έχει ένα κόρπους όπου καθορίζεται ποιες λέξεις αποτελούν το αντικείμενο του. Στα λεξικά της ΝΕ οι ιδιωματικές λέξεις είναι, κατά κύριο λόγο, εκτός κόρπους.
χαιρομαι παρα πολυ που ενα σωρο λεσχο-κοσμος χρησιμοποιει ή τουλαχιστον γνωριζει τις περισσοτερες απο τις λεξεις που αναφερα στο #1...δεν συμφωνω με την αποψη οτι "φαινεται πως ειναι ιδιωματικες ,και ετσι μαλλον δικαιολογημενα απουσιαζουν"...ποιος θα κρινει αν μια λεξη ειναι ιδιωματικη ή οχι;...απ`τη στιγμη που υπαρχουν καμποσοι ομιλητες της γλωσσας που γνωριζουν την λεξη,το "ειναι ιδωματικη,αρα δεν την βαζω",μού μυριζει¨"εγω,ο λεξικογραφος δεν την ηξερα" ,ή "μού ξεφυγε και την παρελειψα"

επι της ουσιας:ετσι χρησιμοποιω κι εγω το "μπαμπουλωμενος" και το "ντορός"
το "μπουχαρί"(εχει αραγε σχεση με τον Μπουχάριν?), για το τελευταιο κομματι στο οποιο καταληγουν τα μπουριά της σομπας στη σκεπη
το "τσαούλι",σαγονι....τού φυγαν τα τσαούλια!
καιι το "φιάκα" για επιτηδευση,για το θεαθηναι

(πατερας Θεσσαλος,μανα Αρβανιτισσα,αν αυτο εξηγει κατι)
 
Δεν θα`πρεπε ενα αξιοπρεπες λεξικο να εμπεριεχει τις λεξεις
ατσούμπαλος
αζιμούθιο
λάχα-λάχα
τσοκαρία
τσούκου-τσούκου
λουμπίνα ;;;;

Πολλα ζηταω;;


Και οποιος/α θελει,ας κανουμε ενα ακομα πειραμα....,ΧΩΡΙΣ να ανοιξετε λεξικο(γιατι δεν προκειται για νικητες και μη-νικητες),ειτε επειδη εχετε ηδη την απαντηση στο λεξιλογιο σας,ειτε ρωτωντας γνωστους σας αν ξερουν, να δουμε αν συμφωνουμε (εν πασει περιπτωσει ο Μπαμπινιωτης δεν βοηθαει) απαντηστε στα:

-ενα (ασυνηθιστο)συνωνυμο του «πλασιές»
-ενα συνωνυμο της πασχαλίτσας
-ενα συνωνυμο του «σαμιαμιδι»
-ενα συνωνυμο της τσούχτρας
-τί ειναι το «βρωμόδεντρο»;
-τί ειναι τα «σέγκια»;
-τί ειναι ο «υφαντάκος»;
:ουχ:
 
Όπερα, καταρχήν:

Γλωσσικό ιδίωμα είναι μια γλωσσική παραλλαγή, που χρησιμοποιείται στην ομιλία μίας πληθυσμιακής ομάδας, η οποία ζεί κατά κανόνα σε μία μικρή και γεωγραφικώς ενοποιημένη περιοχή. Αυτή η γλωσσική παραλλαγή ανήκει σε μία δεδομένη βασική γλώσσα. Το γλωσσικό ιδίωμα διατηρεί τα θεμελιώδη στοιχεία δομής τής γλώσσας στην οποίαν ανήκει, αλλά διαφέρει από αυτήν σε αρκετά επί μέρους χαρακτηριστικά διαφόρων επιπέδων τής γλωσσικής δομής. Μία ομάδα παρόμοιων ιδιωμάτων με δευτερεύουσες διαφορές μπορεί να συνενωθούν για τον σχηματισμό μίας διαλέκτου.
Έτσι, οι διαφορές από την βασική γλώσσα ή από άλλο γλωσσικό ιδίωμα μπορεί να αναφέρονται στο φωνητικό επίπεδο, στο επίπεδο μορφολογίας τής γλώσσας, ή στο επίπεδο τού λεξιλογίου.
Άρα καταλαβαίνεις ότι ένας ιδιωματισμός χαρακτηρίζεται κυρίως από τον πληθυσμιακό αριθμό αυτών που το χρησιμοποιούν και από την "διαφοροποίησή" του σε επίπεδο λεξιλογικό από τη γλώσσα που ομιλείται ευρέως.

Και εφόσον, εγώ προσωπικά, πολλές από τις πολύ όμορφες λέξεις που παραθέτεις εδώ δεν τις έχω καν ακουστά (είμαι Μακεδόνισσα), φαντάζομαι ότι είναι λέξεις της ντοπιολαλιάς και άρα ιδιωματσμοί, οι οποίοι είναι δύσκολο να μπούνε όλοι στα λεξικά τύπου Μπαμπινιώτη. :)
 
Last edited:
Και εφόσον, εγώ προσωπικά, πολλές από τις πολύ όμορφες λέξεις που παραθέτεις εδώ δεν τις έχω καν ακουστά , φαντάζομαι ότι είναι λέξεις της ντοπιολαλιάς και άρα ιδιωματισμοί,...
Ρεγινόρα,αυτο που ουσιαστικα με ενδιαφερει μεσα απ`αυτο εδω το νημα,ειναι,οποιος δεν χρησιμοποιει καποια απ`αυτες τις λεξεις,να τσεκαρει,αν θελει,στον κυκλο των γνωστων του μην τυχον καποιος απ`αυτους τις γνωριζει....εννοειται οτι ατομα του στενου οικογενειακου περιβαλλοντος δεν ειναι καλο δειγμα,γιατί μεσα στην οικογενεια το λεξιλογιο συνηθως ειναι αρκετα κλισαρισμενο

να σού πω την αμαρτια μου,οι βαρυγδουποι ορισμοι για γλωσσικα ιδιωματα και ντοπιολαλιες με αφηνουν παγερα αδιαφορο :συγνώμη:
 
Μού φαινεται πολυ περιεργο που δεν βρεθηκε καποιος αλλος που να χρησιμοποιει τις παραπανω λεξεις (μπραβο Φενια:μπράβο:,για το αρθρο…οντως στο «ενα δεντρο μεγαλωνει στο Μπρουκλυν» προκειται για «βρωμοδεντρο»,δεντρο θηριωδους αντοχης)

Δεν ειχα σκεφτει να κοιταξω τί ψαρια πιανει το Google…μπηκα και βρηκα:


μαρουδίτσα

σαλούφα


μολυντήρι


ειχα εναν θειο που , στα νιατα του, το επαγγελμα του ηταν «μπολιάρης»=πλανοδιος πραματευτης(στο ποδαρατο).......το Google δινει ετυμολογια απο το βυζαντικο “εμβολάριος»

οσο για τα υπολοιπα
τα σέγκια=τα κότσια,οι(αρχ)αστράγαλοι,τα τετραγωνα κοκκαλακια ζωου που μοιαζουν με ζαρια και που τα χρησιμοποιουσαν σαν ενα ειδος ζάρια
υφαντάκος=η σπιτικη αραχνη που εχει πολυ μικρο σωμα και πααααρα πολυ μακρια και λεπτοτατα ποδαρια

παντως,θα με ενδιεφερε πολυ να ακουσω για λεξεις που τις χρησιμοποιειτε(εννοειται,χωρις να τις εχετε φκιαξει εσεις) και που τα μεγαλα Λεξικα τις σνομπαρουν...:χμ:
 

Οκτάνα

Ανάστροφη Ταξιδεύτρια
θυμήθηκα το τραγούδι που είχα αναφέρει σε προηγούμενη ανάρτηση στο οποίο αναφέρεται η λέξη "ντορός":

Δες με, δεκάξι ώρες στο ντορό
γεννιέμαι και πεθαίνω στο τιμόνι
δες με, δεκάξι ώρες δεν περνούν
μες στον πνιχτό αέρα που σκοτώνει
μπραβο,Οκτανα ;)

να σκεφτεις αυτον τον στιχο εγω μια ζωη τον ακουγα
"δεκαξι ωρες στον τροχο"
 
Δεν ξέρω αν ταιριάζει απολύτως, αλλά οι γονείς μου λένε :

ακουρφάς για το κρυφά,
τζάνη για το καλέ μου/αγάπη μου/παιδί μου
παράλαμα για το ηλίθιος/βλάκας/αλήτης/μ----ας
ενώ οι Λάκωνες έχουν το λο σαν προσφώνη, π.χ "Τι λες, λο μα;"

Θα θυμηθώ κι άλλα, πιστεύω.
 
Top