Με μια πολύ νοσταλγική διάθεση και με αφορμή κάποιες συμπτώσεις από αυτές που κινούν τα υπόγεια νήματα του κρυφού συναισθηματισμού μας και που μας υπενθυμίζουν ποιοι πραγματικά είμαστε, θέλω να πάρω λίγο -ή πολύ- χώρο σε αυτό το αγαπημένο φόρουμ και να προκαλέσω μια κουβέντα για την χειρόγραφη αλληλογραφία. Νομίζω πως τέτοιου είδους θεματολογία χωράει στον μπαχτσέ μιας τέτοιας Λέσχης.
Θέλω λοιπόν, τιμής ένεκεν, να μην προσπεράσω την εσωτερική φωνή που μου λέει να αφήσω ένα σχόλιο πάνω στο θέμα αυτό στη μεγάλη σούπα των bytes, για χάρη της μνήμης και ενάντια της λήθης. Τόσες και τόσες εσωτερικές φωνές κατευνάζουμε και απωθούμε, ας αφήσουμε και κάτι να απελευθερωθεί κάποια στιγμή.
Έχετε ποτέ στη ζωή σας γράψει γράμματα; Κάρτες; Σημειωματάκια και επιστολές χειρόγραφες; Αυτό προφανώς έχει να κάνει με την ηλικία του καθενός. Δεν είναι κακό και οι νεότεροι να ξέρουν πως υπήρχε μια τέτοια εποχή και πως ήταν αρκετά όμορφη και γοητευτική. Δεν ξέρω αν σήμερα υπάρχει κάποιος που μπορεί ακόμη να στέλνει γράμματα με το ταχυδρομείο. Αν υπάρχει, θα χαιρόμουν να τον γνωρίσω.
Πολύ τελευταία διάβασα το μικρό βιβλίο του Rainer Maria Rilke «Γράμματα σε έναν νέο ποιητή και γράμματα σε μια νέα γυναίκα». Το βιβλίο μου προκάλεσε κατακλυσμιαίες αντιδράσεις. Σαν ένα ντόμινο, η μια σκέψη διαδεχόταν την άλλη κι εκτός από την υπεροχή της πένας του, της ήρεμης δύναμης που υπάρχει πίσω από αυτήν, το θέμα που κυριάρχησε τελικά σε μένα ήταν η αλληλογραφία. Τα βαθυστόχαστα γράμματα που φανερώνουν τόσα πράγματα για τον γράφοντα, που ο γραφικός χαρακτήρας είναι το έντεχνο μέσο της επικοινωνίας, που ο παραλήπτης ανυπομονεί και ενίοτε αδημονεί για μια απάντηση. Έγραψα κάπου αλλού ότι για την ύπαρξη της αλληλογραφίας ως μορφή επικοινωνίας, θα ήθελα να ζω σε μια άλλη εποχή, για τη γοητεία της βραδύτητας, της υπομονής, της αναμονής που τσουρουφλίζει αλλά και εκπαιδεύει.
Για κανέναν λόγο δεν έρχομαι να καταδικάσω ή να αφορίσω τον τρόπο που επικοινωνούμε σήμερα. Είμαι ένας άνθρωπος της εποχής μου, γράφω μέιλ, γράφω σε φόρουμ, στο messenger, στο facebook, στο viber και σε ό,τι άλλο με διευκολύνει. Είναι φοβερή αυτή η επανάσταση στην επικοινωνία και δεν τη μειώνω.
Όμως… όμως… σκοπός αυτής της ανάρτησης, είναι να σταθεί σαν αφορμή για αναπόληση, σαν μια στιγμή διακοπής από τη νέα πραγματικότητα της τεχνολογίας. Κοιτώ λοιπόν προς τα πίσω, στην εποχή του ταχυδρομείου και της χειρόγραφης αλληλογραφίας και θα πω τη δική μου ιστορία.
Είχα penfriends από το δημοτικό και κράτησα επικοινωνία για χρόνια με μια Γιαπωνέζα της οποίας τη διεύθυνση θυμάμαι ακόμη απ’ έξω! Στέλναμε φωτογραφίες της οικογένειάς μας η μια στην άλλη και δε θα ξεχάσω τις πανέμορφες και ιδιαίτερες ιαπωνικές κόλλες αλληλογραφίες στις οποίες μου έγραφε. Είχε κανείς μια τέτοια εμπειρία; Δυστυχώς προσπάθησα τελευταία να τη βρω αλλά δεν τα κατάφερα. Ωστόσο μπήκα στο google maps και είδα τη γειτονιά της! Δε θα ήταν άσχημα να έχω μια φίλη στην Οσάκα, σήμερα που θα ήθελα τόσο να κάνω ένα ταξίδι στην Ιαπωνία! Ο πρώτος μου έρωτας ξεκίνησε με ραβασάκια μέσα σε βιβλία ιστορίας και συνεχίστηκε με εβδομαδιαία γράμματα (ήταν από άλλη πόλη), τα οποία μια μέρα πριν από κάποια χρόνια άδειασα σε έναν κάδο σκουπιδιών. Αλληλογραφούσα για χρόνια με μια κοπέλα που γνωριστήκαμε σε καλοκαιρινή κατασκήνωση και ήταν από τις πιο ωραίες φιλίες που είχα ποτέ στην ηλικία εκείνη. Της έστειλα μέχρι και το λεύκωμά μου τότε για να το συμπληρώσει και να μου το στείλει ξανά πίσω. Μου έστειλε τη φωτογραφία του αγαπημένου της για να τον δω και την οποία ήθελε οπωσδήποτε να στείλω πίσω. Αργότερα σπούδασα στην πόλη όπου ζούσε και δεν μπόρεσα ποτέ να τη βρω, αφού πήγα μέχρι και στον ΟΤΕ να ψάξω τυχόν νέα της διεύθυνση! Γνώρισα κόσμο σε μια «κατασκήνωση» στο εξωτερικό -γνωριμίες 2 εβδομάδων!- με τους οποίους συντηρούσα αλληλογραφία για χρόνια. Μέχρι και στην Κρήτη φιλοξενούμενη βρέθηκα τέλη Γυμνασίου-αρχές Λυκείου, σε μια τέτοια φίλη, κι έπειτα ήρθε και αυτή σε μένα, την ίδια χρονιά. Σε καλοκαιρινές διακοπές με τους γονείς μου -τότε που πηγαίναμε 2 βδομάδες διακοπές!- γνώρισα ένα κορίτσι με το οποίο αλληλογραφούσα για χρόνια, ήρθε σε πάρτι γενεθλίων μου, πήγα κι εγώ, καρτούλες, μηνυματάκια, ανταλλαγές αφισών από αγαπημένα μας ροκ συγκροτήματα, χαζά και χαμένα μιας παιδικής αθωότητας που έδιναν κι έπαιρναν μέσω γραμμάτων…
Και φτάνουμε στις αρχές της φοιτητικής ζωής, όπου βρίσκομαι για πολλές μέρες (η εποχή της απόλυτης ΞΕΓΝΟΙΑΣΙΑΣ) στης κολλητής μου φίλης το φοιτητικό άντρο στα Γιάννενα. Επειδή έμενε σε φοιτητικές κατοικίες με άλλους μαζί πρωτοεμφανιζόμενους στην πόλη, γίναμε μια μεγάλη παρέα. Γνωρίζουμε λοιπόν ένα πολύ ενδιαφέρον παιδί, το οποίο μας ενέπνευσε συζητήσεις αστείρευτες, χειμαρρώδεις, αναζωογονητικές. Παίξαμε όλοι μαζί επιτραπέζια, γελάσαμε σαν να μην υπήρχε αύριο και κλάψαμε επίσης, με αφορμή συζητήσεις από αυτές που σου τραβούν το χαλί κάτω από τα πόδια, από αυτές που σε κάνουν για πρώτη φορά στη ζωή σου να αμφισβητήσεις την οικογένειά σου, τις θεωρητικά και με το μικρό σου μυαλό κατασταλαγμένες αξίες σου, τις εγκάθετες απόψεις σου για τη ζωή. Ένα λιθαράκι προς την ενηλικίωση είχε ήδη μπει. Και μια αλληλογραφία ξεκίνησε, με μια δυναμική άνευ προηγουμένου, με πολυσέλιδες αφηγήσεις, σκέψεις, προβληματισμούς, νέα και παλιά, ζωγραφιές και χιούμορ. Έγινε το fade out όπως γίνεται συνήθως κάποια στιγμή που οι ρυθμοί της ζωής σου αλλάζουν, κοιτάς αλλού, βάζεις στόχους, παλεύεις να δεις τι θα κάνεις με τη ζωή σου και τα σχετικά. Τέλος ιστορίας. Χαθήκαμε λοιπόν.
Και φτάνουμε στην εποχή του μεταπτυχιακού, και συνεχίζω να έχω αλληλογραφικές εμπειρίες. Ιδιαίτερη ήταν η επικοινωνία με μια Γερμανίδα φίλη, πολυγραφότατη, η οποία έγινε από την αρχή σχεδόν και γειτόνισσά μου και μου γλιστρούσε κάτω από την πόρτα μηνύματα γραμμένα πάνω σε κομμένα περιοδικά και προσπέκτ «Το βράδυ θα πάω σινεμά στην τάδε ταινία. Έρχεσαι;» ή «Σήμερα θα μαγειρέψουμε παρέα και θα μαζευτούμε σπίτι μου. Σε περιμένω!». Κι αφού πια χωριστήκαμε η καθεμιά στη χώρα της, συμφωνήσαμε στο εξής: κάθε φορά που πίναμε έξω έναν καφέ, κλέβαμε το κουταλάκι του καπουτσίνο και αυτό ήταν το σημάδι για να θυμηθεί να γράψει η μία στην άλλη. Γράφαμε λοιπόν το γράμμα μας και χώναμε στο φάκελο το κλεμμένο κουταλάκι…
Και μετά από όλα αυτά τα χρόνια έρχομαι εγώ και διαβάζω τα γράμματα του Ρίλκε. Και κάνω συνειρμούς. Και πάω και ψάχνω τα δικά μου γράμματα. Και τα βρίσκω. Και τα διαβάζω όλα μπαίνοντας στην χρονοκάψουλα. Και συγκινούμαι όπως δεν είχα συγκινηθεί εδώ και καιρό. Και ψάχνω και βρίσκω το άτομο από τα Γιάννενα -το μόνο που έχασα εντελώς και που όμως η επαφή μαζί του με είχε τότε σημαδέψει- κι έρχομαι σε επικοινωνία μαζί του. Και είναι σαν 20 χρόνια μετά να ξαναβρίσκω το εφηβοενήλικο εαυτό μου, ανακαλύπτοντας ότι κατοικοεδρεύει από τότε μέχρι σήμερα σε ένα κουτάκι μικρό μέσα μου και είναι πάντα αυτός ο ίδιος εαυτός που με οδηγεί να κάνω πράγματα, να σκέφτομαι με τον τρόπο που σκέφτομαι, να αφουγκράζομαι με τον τρόπο που αφουγκράζομαι. Ένα κουκούλι απίστευτης οικειότητας, ένα νήμα της προσωπικής μου ιστορίας που ενώνει το παρελθόν με το παρόν, που δεν είναι ξένο, που είμαι απλά εγώ και η πορεία μου πάνω στον γραμμικό χρόνο.
Δεν ξέρω αν όλα αυτά που σας έγραψα σας κούρασαν, σας φάνηκαν εξωγήινα, ανούσια ή υπερβολικά ρομαντικά. Ας σταθούν ως αφορμή για να πει ο καθένας τη δική του ιστορία σχετικά με αυτό, εγώ τουλάχιστον θα ήθελα πολύ να την ακούσω.
Θέλω λοιπόν, τιμής ένεκεν, να μην προσπεράσω την εσωτερική φωνή που μου λέει να αφήσω ένα σχόλιο πάνω στο θέμα αυτό στη μεγάλη σούπα των bytes, για χάρη της μνήμης και ενάντια της λήθης. Τόσες και τόσες εσωτερικές φωνές κατευνάζουμε και απωθούμε, ας αφήσουμε και κάτι να απελευθερωθεί κάποια στιγμή.
Έχετε ποτέ στη ζωή σας γράψει γράμματα; Κάρτες; Σημειωματάκια και επιστολές χειρόγραφες; Αυτό προφανώς έχει να κάνει με την ηλικία του καθενός. Δεν είναι κακό και οι νεότεροι να ξέρουν πως υπήρχε μια τέτοια εποχή και πως ήταν αρκετά όμορφη και γοητευτική. Δεν ξέρω αν σήμερα υπάρχει κάποιος που μπορεί ακόμη να στέλνει γράμματα με το ταχυδρομείο. Αν υπάρχει, θα χαιρόμουν να τον γνωρίσω.
Πολύ τελευταία διάβασα το μικρό βιβλίο του Rainer Maria Rilke «Γράμματα σε έναν νέο ποιητή και γράμματα σε μια νέα γυναίκα». Το βιβλίο μου προκάλεσε κατακλυσμιαίες αντιδράσεις. Σαν ένα ντόμινο, η μια σκέψη διαδεχόταν την άλλη κι εκτός από την υπεροχή της πένας του, της ήρεμης δύναμης που υπάρχει πίσω από αυτήν, το θέμα που κυριάρχησε τελικά σε μένα ήταν η αλληλογραφία. Τα βαθυστόχαστα γράμματα που φανερώνουν τόσα πράγματα για τον γράφοντα, που ο γραφικός χαρακτήρας είναι το έντεχνο μέσο της επικοινωνίας, που ο παραλήπτης ανυπομονεί και ενίοτε αδημονεί για μια απάντηση. Έγραψα κάπου αλλού ότι για την ύπαρξη της αλληλογραφίας ως μορφή επικοινωνίας, θα ήθελα να ζω σε μια άλλη εποχή, για τη γοητεία της βραδύτητας, της υπομονής, της αναμονής που τσουρουφλίζει αλλά και εκπαιδεύει.
Για κανέναν λόγο δεν έρχομαι να καταδικάσω ή να αφορίσω τον τρόπο που επικοινωνούμε σήμερα. Είμαι ένας άνθρωπος της εποχής μου, γράφω μέιλ, γράφω σε φόρουμ, στο messenger, στο facebook, στο viber και σε ό,τι άλλο με διευκολύνει. Είναι φοβερή αυτή η επανάσταση στην επικοινωνία και δεν τη μειώνω.
Όμως… όμως… σκοπός αυτής της ανάρτησης, είναι να σταθεί σαν αφορμή για αναπόληση, σαν μια στιγμή διακοπής από τη νέα πραγματικότητα της τεχνολογίας. Κοιτώ λοιπόν προς τα πίσω, στην εποχή του ταχυδρομείου και της χειρόγραφης αλληλογραφίας και θα πω τη δική μου ιστορία.
Είχα penfriends από το δημοτικό και κράτησα επικοινωνία για χρόνια με μια Γιαπωνέζα της οποίας τη διεύθυνση θυμάμαι ακόμη απ’ έξω! Στέλναμε φωτογραφίες της οικογένειάς μας η μια στην άλλη και δε θα ξεχάσω τις πανέμορφες και ιδιαίτερες ιαπωνικές κόλλες αλληλογραφίες στις οποίες μου έγραφε. Είχε κανείς μια τέτοια εμπειρία; Δυστυχώς προσπάθησα τελευταία να τη βρω αλλά δεν τα κατάφερα. Ωστόσο μπήκα στο google maps και είδα τη γειτονιά της! Δε θα ήταν άσχημα να έχω μια φίλη στην Οσάκα, σήμερα που θα ήθελα τόσο να κάνω ένα ταξίδι στην Ιαπωνία! Ο πρώτος μου έρωτας ξεκίνησε με ραβασάκια μέσα σε βιβλία ιστορίας και συνεχίστηκε με εβδομαδιαία γράμματα (ήταν από άλλη πόλη), τα οποία μια μέρα πριν από κάποια χρόνια άδειασα σε έναν κάδο σκουπιδιών. Αλληλογραφούσα για χρόνια με μια κοπέλα που γνωριστήκαμε σε καλοκαιρινή κατασκήνωση και ήταν από τις πιο ωραίες φιλίες που είχα ποτέ στην ηλικία εκείνη. Της έστειλα μέχρι και το λεύκωμά μου τότε για να το συμπληρώσει και να μου το στείλει ξανά πίσω. Μου έστειλε τη φωτογραφία του αγαπημένου της για να τον δω και την οποία ήθελε οπωσδήποτε να στείλω πίσω. Αργότερα σπούδασα στην πόλη όπου ζούσε και δεν μπόρεσα ποτέ να τη βρω, αφού πήγα μέχρι και στον ΟΤΕ να ψάξω τυχόν νέα της διεύθυνση! Γνώρισα κόσμο σε μια «κατασκήνωση» στο εξωτερικό -γνωριμίες 2 εβδομάδων!- με τους οποίους συντηρούσα αλληλογραφία για χρόνια. Μέχρι και στην Κρήτη φιλοξενούμενη βρέθηκα τέλη Γυμνασίου-αρχές Λυκείου, σε μια τέτοια φίλη, κι έπειτα ήρθε και αυτή σε μένα, την ίδια χρονιά. Σε καλοκαιρινές διακοπές με τους γονείς μου -τότε που πηγαίναμε 2 βδομάδες διακοπές!- γνώρισα ένα κορίτσι με το οποίο αλληλογραφούσα για χρόνια, ήρθε σε πάρτι γενεθλίων μου, πήγα κι εγώ, καρτούλες, μηνυματάκια, ανταλλαγές αφισών από αγαπημένα μας ροκ συγκροτήματα, χαζά και χαμένα μιας παιδικής αθωότητας που έδιναν κι έπαιρναν μέσω γραμμάτων…
Και φτάνουμε στις αρχές της φοιτητικής ζωής, όπου βρίσκομαι για πολλές μέρες (η εποχή της απόλυτης ΞΕΓΝΟΙΑΣΙΑΣ) στης κολλητής μου φίλης το φοιτητικό άντρο στα Γιάννενα. Επειδή έμενε σε φοιτητικές κατοικίες με άλλους μαζί πρωτοεμφανιζόμενους στην πόλη, γίναμε μια μεγάλη παρέα. Γνωρίζουμε λοιπόν ένα πολύ ενδιαφέρον παιδί, το οποίο μας ενέπνευσε συζητήσεις αστείρευτες, χειμαρρώδεις, αναζωογονητικές. Παίξαμε όλοι μαζί επιτραπέζια, γελάσαμε σαν να μην υπήρχε αύριο και κλάψαμε επίσης, με αφορμή συζητήσεις από αυτές που σου τραβούν το χαλί κάτω από τα πόδια, από αυτές που σε κάνουν για πρώτη φορά στη ζωή σου να αμφισβητήσεις την οικογένειά σου, τις θεωρητικά και με το μικρό σου μυαλό κατασταλαγμένες αξίες σου, τις εγκάθετες απόψεις σου για τη ζωή. Ένα λιθαράκι προς την ενηλικίωση είχε ήδη μπει. Και μια αλληλογραφία ξεκίνησε, με μια δυναμική άνευ προηγουμένου, με πολυσέλιδες αφηγήσεις, σκέψεις, προβληματισμούς, νέα και παλιά, ζωγραφιές και χιούμορ. Έγινε το fade out όπως γίνεται συνήθως κάποια στιγμή που οι ρυθμοί της ζωής σου αλλάζουν, κοιτάς αλλού, βάζεις στόχους, παλεύεις να δεις τι θα κάνεις με τη ζωή σου και τα σχετικά. Τέλος ιστορίας. Χαθήκαμε λοιπόν.
Και φτάνουμε στην εποχή του μεταπτυχιακού, και συνεχίζω να έχω αλληλογραφικές εμπειρίες. Ιδιαίτερη ήταν η επικοινωνία με μια Γερμανίδα φίλη, πολυγραφότατη, η οποία έγινε από την αρχή σχεδόν και γειτόνισσά μου και μου γλιστρούσε κάτω από την πόρτα μηνύματα γραμμένα πάνω σε κομμένα περιοδικά και προσπέκτ «Το βράδυ θα πάω σινεμά στην τάδε ταινία. Έρχεσαι;» ή «Σήμερα θα μαγειρέψουμε παρέα και θα μαζευτούμε σπίτι μου. Σε περιμένω!». Κι αφού πια χωριστήκαμε η καθεμιά στη χώρα της, συμφωνήσαμε στο εξής: κάθε φορά που πίναμε έξω έναν καφέ, κλέβαμε το κουταλάκι του καπουτσίνο και αυτό ήταν το σημάδι για να θυμηθεί να γράψει η μία στην άλλη. Γράφαμε λοιπόν το γράμμα μας και χώναμε στο φάκελο το κλεμμένο κουταλάκι…
Και μετά από όλα αυτά τα χρόνια έρχομαι εγώ και διαβάζω τα γράμματα του Ρίλκε. Και κάνω συνειρμούς. Και πάω και ψάχνω τα δικά μου γράμματα. Και τα βρίσκω. Και τα διαβάζω όλα μπαίνοντας στην χρονοκάψουλα. Και συγκινούμαι όπως δεν είχα συγκινηθεί εδώ και καιρό. Και ψάχνω και βρίσκω το άτομο από τα Γιάννενα -το μόνο που έχασα εντελώς και που όμως η επαφή μαζί του με είχε τότε σημαδέψει- κι έρχομαι σε επικοινωνία μαζί του. Και είναι σαν 20 χρόνια μετά να ξαναβρίσκω το εφηβοενήλικο εαυτό μου, ανακαλύπτοντας ότι κατοικοεδρεύει από τότε μέχρι σήμερα σε ένα κουτάκι μικρό μέσα μου και είναι πάντα αυτός ο ίδιος εαυτός που με οδηγεί να κάνω πράγματα, να σκέφτομαι με τον τρόπο που σκέφτομαι, να αφουγκράζομαι με τον τρόπο που αφουγκράζομαι. Ένα κουκούλι απίστευτης οικειότητας, ένα νήμα της προσωπικής μου ιστορίας που ενώνει το παρελθόν με το παρόν, που δεν είναι ξένο, που είμαι απλά εγώ και η πορεία μου πάνω στον γραμμικό χρόνο.
Δεν ξέρω αν όλα αυτά που σας έγραψα σας κούρασαν, σας φάνηκαν εξωγήινα, ανούσια ή υπερβολικά ρομαντικά. Ας σταθούν ως αφορμή για να πει ο καθένας τη δική του ιστορία σχετικά με αυτό, εγώ τουλάχιστον θα ήθελα πολύ να την ακούσω.