Το ξέρετε το ανέκδοτο με την "πέτρα του Θηβαίου"; Αν όχι, δεν χάνετε και τίποτα. Αν ναι, ε, τότε καταλαβαίνετε γιατί γράφω τώρα. ?
Τελείωσα την ανάγνωση την περασμένη Κυριακή. Πάλι καλά, ζώντας με τρεις γυναίκες 24 ώρες το 24ωρο από τις 11 Μαρτίου (ημέρα κλεισίματος των σχολείων)! Βέβαια, ίσως έχει σχέση το γεγονός ότι η γυναίκα μου ξεκίνησε στην καραντίνα την Άννα Καρένινα (την οποία τελείωσε χθες) και κόλλησε τόσο πολύ, ώστε ανέλαβα εγώ το μεγαλύτερο κομμάτι της δημιουργικής απασχόλησης των παίδων.
Διάβαζα μια δύο σελίδες την ημέρα, κατά κανόνα. Γουλιά γουλιά, ή σαν σφηνάκι. Κάποιες φορές, νωρίς το πρωί, όταν και οι τρεις γυναίκες κοιμούνταν, διάβαζα μερικές σελίδες παραπάνω, με τον διπλό ελληνικό σκέτο, βλέποντας την ανατολή από τον Υμηττό. Παραμυθένιο.
Νικόλα θέλω να σ' ευχαριστήσω ξανά εκ βαθέων για την πρόταση!
Όταν το είχα αγοράσει, τότε, το 1995 (!), μετά την ανάγνωση των πρώτων σελίδων, είδα ότι θέλει τον δικό του χρόνο, όπως ένας Οδυσσέας, ή ένας Άνθρωπος Χωρίς Ιδιότητες (γιατί ασφαλώς για τέτοια μεγέθη μιλάμε). Για τον δεύτερο, τον Α.Χ.Ι. του Μούζιλ, ήρθε ο χρόνος, πέρασα υπέροχα μαζί του και είναι μια άλλη ιστορία. Για τον Οδυσσέα δεν ήρθε ακόμα.
Για τον Φραντς Μπίμπερκοπφ λοιπόν ήρθε τώρα, και ήταν μια ωραία συνάντηση. Εδώ και χρόνια, δεν θυμάμαι πόσα, έδινε το Ποντίκι την ταινία του Φασμπίντερ σε dvd. Αν θυμάμαι καλά είναι 12 κι ελπίζω να τα βρω σε κάποια κούτα. Ήθελα, φυσικά, να διαβάσω πρώτα το βιβλίο πριν τη δω. Διάβασα κάπου ότι ο Φ. προσπάθησε να ακολουθήσει κατά γράμμα το βιβλίο στη μεταφορά του. Είμαι πολύ περίεργος για το αποτέλεσμα.
Ο Φραντς λοιπόν με τον κόσμο που τον περιβάλλει, ή, μάλλον, τον υπόκοσμο, μου έφερε στο νου ένα άλλο διαμάντι της λογοτεχνίας, το "Αναμνήσεις από το σπίτι των νεκρών", του Ντοστογιέφσκι. Και στα δύο έργα αλλάζει η ματιά μας απέναντι σ' αυτούς που, στις πρώτες σελίδες, αντικρίζουμε ως "καθάρματα" αλλά, καθώς αναπτύσσεται η αφήγηση από την πένα (να πούμε νυστέρι;) των μεγάλων ανατόμων της ψυχής, φτάνουμε στο τέλος να τους συμπονέσουμε και, γιατί όχι, να τους αγαπήσουμε. Στην περίπτωσή μας ο δεύτερος "Ντ", ο Ντέμπλιν, ήταν και κατ' επάγγελμα ανατόμος της ψυχής, απ' όπου άντλησε και υλικό, όπως μαρτυρεί στο πολύ ωραίο σημείωμά του στο τέλος του βιβλίου.
Αν και γνωρίζω ελάχιστα πράγματα, νιώθω μια αισθητική έλξη για την Γερμανία του μεσοπολέμου. Ίσως να έγινε η αρχή με την ταινία - σταθμό "Γαλάζιος Άγγελος". Το "Βερολίνο Αλεξάντερπλατς" είναι πολύ γενναιόδωρο στην περιγραφή αυτού του κόσμου. Αν κάποιοι από σας μπορούν να προτείνουν άλλα λογοτεχνικά έργα (αλλά και ταινίες) ορόσημα για αυτήν την περίοδο, θα ήμουν υπόχρεος και τους ευχαριστώ προκαταβολικά.
Όταν τελείωσα την ανάγνωση διάβασα αμέσως ξανά την πρώτη σελίδα. Πράγματι, θα 'λεγε κανείς ότι εκεί υπάρχει όλο το θέμα του έργου και αυτό που ακολουθεί είναι η ανάπτυξή του, για να μιλήσουμε με μουσικούς όρους. (Όπως η 5η συμφωνία του Μπετόβεν είναι η ανάπτυξη της ιδέας από τις τέσσερις αρχικές νότες - το χτύπημα της Μοίρας στην πόρτα - γι' αυτό και η Συμφωνία του Πεπρωμένου)
Πολύ σωστά γράφει ο Μπένγιαμιν στο κείμενό του για το μυθιστόρημά μας, ότι δύο είναι αυτά που μένουν ανεξίτηλα στον αναγνώστη: η ιστορία με το χέρι και η υπόθεση της Μίτσε. Εγώ συγκράτησα και κάτι ακόμα, το οποίο σας μεταφέρω αυτούσιο. Είναι στο Ένατο βιβλίο, στο κεφάλαιο "Ο θάνατος τραγουδάει το αργόσυρτο τραγούδι του".
"Θα σας πω την αλήθεια και μόνο την αλήθεια κι η αλήθεια είναι ότι ο Φραντς Μπίμπερκοπφ ακούει το θάνατο, αυτό το θάνατο και τον ακούει να τραγουδάει αργόσυρτα, σαν τραυλός, επαναλαμβάνοντας συνέχεια, σαν πριόνι που χώνεται στο ξύλο.
"Ήρθα εδώ, Φραντς Μπίμπερκοπφ, για να βεβαιωθώ πως είσαι στο κρεβάτι και πως επιθυμείς να 'ρθεις μαζί μου. Ναι, δίκιο είχες, Φραντς, που 'ρθες σε μένα. Πως μπορεί ο άνθρωπος να προκόψει όταν δεν αναζητάει το θάνατο; Τον αληθινό θάνατο, τον πραγματικό θάνατο. Εσύ φυλαγόσουνα μια ζωή. Να φυλάγονται, να φυλάγονται, να ο πόθος των ανθρώπων, ο υπαγορευμένος απ' τον πανικό, κι έτσι μένουν τα πράγματα στο ίδιο σημείο πάντα και δεν υπάρχει εξέλιξη".
Και μ' αυτό σας χαιρετώ φίλοι μου.