άν θυμηθείς, καλέ μου αντέρωτα, το ''σιωπητήριο'' ή το ''εγερτήριο'' είναι ουσιαστικοποιημένα ΕΠΙΘΕΤΑ (εξυπονοείται η λέξη 'σάλπισμα' - και υπάρχουν αρκετά απο αυτά ακόμα, όπως πχ ''αντιδραστήριο'', κ ά), οπότε είναι σωστά στον τύπο αυτό (τα επίθετα, σε αντίθεση με τα ουσιαστικά, ΔΈΝ ενδεικνύουν αναγκαστικά τόπο - πχ, δές σε αντιπαραβολή τις λέξεις ''παρατηρητήριο'', αλλά ''αποβιωτήριο'', παραχωρητήριο - εξυπακούεται ''έγγραφο''). Λέξεις δέ όπως ''σαρωτής'' είναι όντως νεώτερες, και εξ ίσου ''εσφαλμένες'' (θέτω τη λέξη εντός εισαγωγικών, αφού καμμιά λέξη δέν είναι ''εσφαλμένη'' άν πλέον έχει ευρέως υιοθετηθεί) όπως και η ''υπολογιστής''. ''Σαρωτής'' σήμαινε, λίγες δεκαετίες πιό πρίν, ''αυτόν που σαρώνει / σκουπίζει''. Το ''πλυντήριο'' πάλι ήταν το ''δωμάτιο'' ή το ''κατάστημα'' όπου γινόταν η πλύση, και, συνεκδοχικά, οι συσκευές μέσα σ' αυτό. Το ''στεγνωτήριο'' είναι επίσης ''σφάλμα'', κατ' αναλογίαν εμφανώς προς το ''πλυντήριο'', και είναι ακατανόητη η παράλληλη χρήση του με το ''στεγνωτήρα'' (πχ μαλλιών ή χεριών).
τέλος πάντων, δέν ξέρω άν έχω αρχίσει να το φιλολογώ, ή να το ψιλολογώ (ίνα μή τι χείρον είπω ...)
)
το βασικό που ξέχασα να προσθέσω, είναι ότι, εν τέλει, υπάρχει και η προσωπική αίσθηση της γλώσσας, το ''γλωσσικό αίσθημα'' του καθενός μας, που είναι τόσο προσωπικό, όσο και τα δακτυλικά μας αποτυπώματα, που δίνει στη γλώσσα την ομορφιά μέσα απο την πολυμορφία και το πολυσχιδές της, και που, εκτός απο τόσο διακριτά προσωπικό, είναι και πάγκοινο ταυτόχρονα, στο βαθμό βέβαια ΤΟΥ και ΕΝ ΤΏ ότι κατανοούμε ο ένας τον άλλο.