Ποιο βιβλίο τελείωσες σήμερα;

Τηγανιτές Γοργόνες του Παναγιώτη Ρίζου. Πολύ πολύ μικρές ιστορίες, δύο - τρεις σελίδες η καθεμία, ευφάνταστες και με έντονο το μαγικό στοιχείο. Αρκετά ενδιαφέρουσες, διαβάζονται εύκολα, είχα όμως διαβάσει πρώτα το δεύτερο του βιβλίο, το Ικετηρία, το οποίο είναι καταπληκτικό και έτσι ο πήχης που έβαλε με το δεύτερο είναι πολύ ψηλός για το πρώτο του.
 
Χθές τελείωσα τη ρεαλιστική τριλογία του Ασσίς. Πρόκειται για έκδοση που περιλαμβάνει τρια μυθιστορήματα της ρεαλιστικής περιόδου του βραζιλιάνου συγγραφέα -κατά πως αναφέρεται στο βιβλίο, του σπουδαιότερου βραζιλιάνου συγγραφέα του 19ου αι.
Ως έκδοση, είναι εξαιρετική. Νέα μετάφραση σε μυθιστορήματα που έχουν εκδοθεί παλαιότερα -με τον τίτλο Επιτάφιος για έναν μικρό νικητή και Δον Κασμούρο- συν ένα που μεταφράζεται για πρώτη φορά.
Ως περιεχόμενο, πάρα πολύ βαρετό, χωρίς δράση, χωρίς εναλλαγές και με μια θεματολογία τόσο πεπερασμένη, που μοιραία γίνεται ιδιαίτερα εκνευριστική, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς τις σχεδόν 970 σελίδες. Ένα μίγμα Θερβάντες με Henry James θα έλεγα. Το '18, αν δεν απατώμαι,που είχα διαβάσει τον φρενίατρο του μου είχε φανεί μια χαρά βιβλιαράκι, χωρίς να είναι κάτι το εξαιρετικό.
Ετούτο :νύστα:
 
Δεν ξέρω για τα άλλα που αναφέρεις @ΜιΛάμπρος αλλά γενικά το χιούμορ του Ασσίς, είναι μέσα στα δικά μου γούστα.
De gustibus et de coloribus non est disputandum.
Λοιπόν, ξέρεις τι βρήκα τρομερό με τον Ασσίς; Πως ό,τι γράφει, είναι σαν να το'χει ζήσει, σαν να καταγράφει αναμνήσεις του. Νομίζω συμφωνούμε ότι κάτι τέτοιο δεν είναι τόσο απλό όσο ακούγεται. Οι περιγραφές του είναι εξαιρετικά λεπτομερείς, οι χαρακτήρες του εξαιρετικά δομημένοι και αληθοφανέστατοι, και γενικά, έχει δουλέψει πάρα πολύ τα γραπτά του. Ακόμα κι αν έκανε patchwork με τους χαρακτήρες και τα διάφορα περιστατικά, είναι τρομερά αξιοθαύμαστο και τρομερά μεθοδικός ο τρόπος που έδωσε ένα ενιαίο σύνολο.

Το "πρόβλημά" μου νομίζω είναι μεθοδολογικό και εστιάζεται στην προσέγγιση: έπρεπε να διάβαζα το κάθενα από τα τρια μυθιστορήματα με κάποια απόσταση. Αντ΄αυτού, αποφάσισα να τα διαβάσω διαμιάς -γιατί είμαι βλαμμένο και δεν μπορώ να ησυχάσω αν ξέρω ότι έχω αφήσει κάτι (οτιδήποτε) στη μέση. Φυσικό κι επόμενο ήταν λοιπόν να με κουράσει η θεματολογία και η ξεπερασμένη κοινωνική & ηθική etiquette, η οποία μου είναι και σχετικά ξένη. Δεν ξέρω αν θα είχα πολύ διαφορετική άποψη αν το διάβαζα τμηματικά. Σίγουρα όμως θα μου'χε κάτσει καλύτερα.
Πάντως, αν δεν έχεις αντίρρηση, ας αναφέρω ξανά ότι η έκδοση είναι εξαιρετική και πάρα πολύ προσεγμένη, παρά τη γκρίνια για τον Gutenberg, που εν μέρει συμμερίζομαι και που ξαναβγάλαν οι κερατάδες βιβλίο του μήνα, αλλά έχω πάρει άλλα τέσσερα γιατί έπεσε βλακ φραϊντεϊ, αλλά θα το πάρω κι αυτό γιατί είμαι βλακ εβριντεϊ :χαχα:
 
De gustibus et de coloribus non est disputandum.
Συμφωνω απόλυτα, και δικο μου μοτο αυτο/
και που ξαναβγάλαν οι κερατάδες βιβλίο του μήνα, αλλά έχω πάρει άλλα τέσσερα γιατί έπεσε βλακ φραϊντεϊ, αλλά θα το πάρω κι αυτό γιατί είμαι βλακ εβριντεϊ :χαχα:
Γελάω δυνατα
 
Τελείωσα (καμιά φορά - γιατί έγινε σαν το γιοφύρι της Άρτας λίγο) την πιο μυστική μνήμη. Θα μπορούσα να πω πολλά - αλλά ας όψεται η βαρεμάρα που με έχει πιάσει με τα πάντα (που θα πάει; θα περάσει).
Ένας νεαρός Σενεγαλέζος συγγραφέας στα ίχνη ενός μυστηριώδους παλιού εξαφανισμένου Σενεγαλέζου συγγραφέα με εργογραφία ένα και μοναδικό βιβλίο που είχε σηκώσει θόρυβο στα τέλη της δεκαετίας του 30 στο Παρίσι που εκδόθηκε. Μέσα από την αναζήτηση αυτή βλέπουμε τη ζωή του πρωταγωνιστή, του εξαφανισμένου πρωταγωνιστή και άλλων "δευτεραγωνιστών" των ιστοριών των δυο αυτών βίων. Ένα μπλεγμένο κουβάρι που ξετυλίγεται σιγά-σιγά μαεστρικά. Είναι ένα βιβλίο μεστό και γεμάτο ιδέες. Ιδέες γύρω από τη ζωή, τη συγγραφή, τις παραδόσεις, τον έρωτα, τους πολιτισμούς, την αποικιοκρατία, τις επαναστάσεις, την ηθική και την Αφρικανική Ταυτότητα.
Το βιβλίο είναι ΠΟΛΥ καλοδουλεμένο, με γλώσσα όμορφη και γραφή περίτεχνη - που όμως σε σημεία σημεία καταντάει να κουράζει. Εκείνο που προσωπικά με έκανε λίγο να ενοχληθώ ήταν η μανία που έχει ο Μπουκάρ Σαρ να αλλάζει πρόσωπα αφήγησης συχνά και απροειδοποίητα και να σε μπερδεύει καθώς και η συνεχής δημιουργία υποπλοκών μέσα σε άλλες κύριες πλοκές - προσωπική άποψη ότι το παρακάνει.
Όμως η συνολική εικόνα είναι ενός πολύ καλού βιβλίου, γεμάτου, που σίγουρα αξίζει, και που διαβάζεται κρατώντας το ενδιαφέρον του αναγνώστη αμείωτο μέχρι το τέλος. Το βραβείο Κονκούρ - δεν το πήρε τυχαία.
 
Last edited:
Τελείωσα τον Εκκλησιαστή.

ΤΡΟΜΕΡΟ βιβλίο, όπου παρακολουθούμε την ιστορία ενός αιρετικού αναβαπτιστή κι ενός κατασκόπου της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, από το 1518 που ο Λούθηρος αναρτά τις θέσεις του στη Βιτεμβέργη, μέχρι τη συνθήκη της Αυγούστας το 1555. Από τη Βιτεμβέργη, στους πολέμους των χωρικών, στο Μύνστερ, στην Αμβέρσα, στη Βενετία. Ιστορικά πρόσωπα, γεγονότα, αιρετικοί, καρδινάλιοι, τραπεζίτες, έμποροι, πολιτική. Είναι απίστευτο πώς έχει/έχουν δέσει τα γεγονότα σε μια ιστορία. Ιστορικά άψογο, φοβερό θρίλερ, φοβερή πλοκή, φοβερή ατμόσφαιρα.

Τρομερό βιβλίο. Το τελείωσα και κατάλαβα γιατί αγαπώ το διάβασμα.
 
Τελείωσα σήμερα την μακριά πορεία.
Εν τάχει η υπόθεση: σε μια απροσδιόριστη χρονικά μεταπολεμική Αμερική που διοικείται (μάλλον αυταρχικά) από έναν συνταγματάρχη, εκατό νεαροί συμμετέχουν στην Μακριά Πορεία. Πεζοπορούν με ορισμένη κατώτατη και ανώτατη ταχύτητα, νυχθημερόν και ασταμάτητα, μέχρι να μείνει μόνο ένας. Όσοι δεν αντέξουν, εκτελούνται επί τόπου.

Οποιοσδήποτε άλλος συγγραφέας θα είχε κάνει πάρτυ με αυτή την ιδέα. Ο Κίνγκ όχι. Το βιβλίο ήταν απελπιστικά ρηχό. Με επίκεντρο έναν ήρωα (που στο τέλος στέφεται νικητής μετά από 5 ημέρες πεζοπορίας), παρακολουθούμε τις ζωές μερικών ακόμα πεζοπόρων, που επιλέγουν να περπατήσουν μέχρι τελικής (κυριολεκτικά) πτώσεως, κι ας ξέρουν ότι είναι εξαιρετικά πιθανό να χάσουν τη ζωή τους.
Θα περίμενε κανείς υπαρξιακές συζητήσεις. Δεν υπάρχουν.
Θα περίμενε κανείς μια σκληρή δοκιμασία των ανθώπινων σχέσεων σ'έναν αγώνα ζωής και θανάτου. Δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο.
Θα περίμενε κανείς να τεντωθούν τα ένστικτα επιβίωσης, να αναδυθούν σκοτεινές ή μεγαλειώδεις πτυχές της ανθρώπινης φύσης. Ούτε κατά διάνοια.
Θα περίμενε κανείς να δοθεί ένα πλαίσιο για αυτόν τον παράδοξο, απάνθρωπο αγώνα/τηλεπαιχνίδι. Δεν δίνεται.
Θα περίμενε, γενικά, κανείς κάτι καλύτερο από τον Κίνγκ. Δυστυχώς, πολύ ρηχό, ενίοτε ανόητο, οπωσδήποτε φλύαρο.

Αγόρασα το πρώτο βιβλίο του Κινγκ το 1997, στα δεκάξι μου. Δεν μετανιώνω που έδωσα κάποια χρήματα για να το πάρω (πωλείται στο μεταμπούκ από 70 έως 120 ευρά), ούτε θα μετανιώσω όταν κάποια στιγμή πάρω και την εξωφρενικά ακριβή Οργή.
Μεγάλωσα μαζί του, χαλάλι του που ήταν μάπα.
 
Ξαναδιάβασα τη σκακιστική νουβέλα του Τσβαϊχ.
Το είχα διαβάσει, αν δεν κάνω λάθος, το '18 ή το '19 απ'την έκδοση της Γνώσης.
Επειδή είμαι βλαμμένο, το πήρα πάλι από την Άγρα και το ξαναδιάβασα.
Εξαιρετικό, χωρίς αμφιβολία.
 
Νομιζω οτι τα βιβλια του Τσβάιχ, οπως και πολλα του Ροτ, ειναι comfort books με την εννοια οτι ειναι παρα πολυ καλογραμμενα, ζυγιασμενα πολυ καλα να εχουν συγκινηση χωρις να εξοκειλουν στο μελο και, παρολο που εζησε τη γεννηση του μοντερνισμου, οπως κι ο Ροτ, ετσι κι αυτος, δεν "παρασυρθηκαν" απο αυτον, αλλα συνεχισαν να γράφουν πανω στις κλαισικες φορμες. Καθε οποτε τον διαβαζω διαβαζω ενα πολυ καλο βιβλιο και ξεροντας λιγα πράγματα απο τη βιογραφία του, καθε κάθε φορα που διαβαζω βιβλι του, εντοπιζω τον εστετ Τσβάιχ που απεφευγε να γραψει για το περιθωριο, σαν να τον ενοχλουσε κιολας. Και θελω να διαβασω τοσο τον Επικινδυνο Οικτο οσο και τη φσνταστικη νυχτα; Κατι τετοιο.
 
Το "ΜΑΡΤΙΝ ΙΝΤΕΝ" του Τζακ Λόντον.

Γενικά ένα στόρυ πολύ παιγμένο, αλλά η απόδοση και η τροπή είναι υπέροχες.

Ο Μάρτιν, ένας νέος ναυτικός και φυσικά πάμφτωχος, εξαιτίας μιας συγκυρίας εισέρχεται στο σαλόνι μιας πλούσιας οικογενείας της αστικής τάξης και μαγεύεται από το επίπεδο, τον πλούτο, την καλαισθησία, αλλά και την όμορφη κόρη της οικογένειας, τη Ρουθ. Βάζει σκοπό της ζωής του να ανέλθει κοινωνικά για να κερδίσει την αγάπη της τελευταίας. Και αποφασίζει να το κάνει, αρχικά μαθαίνοντας τα πάντα ως αυτοδίδακτος.
Αντιλαμβάνεται από πολύ νωρίς την έφεση του στη μόρφωση και ταυτόχρονα αφοσιώνεται ολόψυχα σε αυτή, μελετώντας τα πάντα με φρενήρεις ρυθμούς. Χωρίς όμως κάποιον να τον καθοδηγεί δεν ξέρει τι να πρωτοδιαβάσει και φυσικά αδυνατεί να κατακτήσει μια σφαιρική μόρφωση. Αντιπαρέρχεται όμως αυτής της έλλειψης με την παρατήρηση και τα ταξίδια. Αρκετά σύντομα θα τολμήσει το απόλυτο όνειρο, να γράψει. Βιώνει όχι μόνο την απόλυτη φτώχια, αλλά και την απόρριψη από παντού. Από τα περιοδικά και τις εφημερίδες όπου τα στέλνει τα γραπτά του, από την οικογένεια του από την οικογένεια της Ρουθ και τελικά και από τη Ρουθ, η οποία παρεμπιπτόντως σπουδάζει λογοτεχνία. Η τελευταία σιγά σιγά αποκαλύπτεται ως φορέας του συντηρητισμού και της ευπρέπειας - τυπολατρίας, σε αντίθεση με τον ήρωα μας ο οποίος κομίζει την προσωπική του αλήθεια, αδέξια αρχικά, μα και τολμηρή, αφτιασίδωτη και γυμνή.
Σε αυτό το τόσο βιογραφικό ταξίδι ο Λόντον εξηγεί πειστικά το δράμα και τον αποκλεισμό της κατώτερης τάξης, το ψέμα μέσα στο οποίο ζει αυτάρεσκα η αστική τάξη και περιγράφει ευφυώς τη σύνδεση μεταξύ των πετυχημένων καλλιτεχνών, των εκδοτών και του κοινού. Περιγράφει με συγκλονιστικό τρόπο τη μοναξιά του συγγραφέα και το κενό που νιώθει βαθειά μέσα του να μην ανήκει πουθενά.
Εξαιρετική η μεταφορά της προ του πρώτου παγκοσμίου πολέμου ατμόσφαιρας στις ΗΠΑ, στη πόλη, στις αγορές, στην επαρχία, στην εξοχή. Εξετάζονται σε βάθος οι σύγχρονες τότε κατακτήσεις της επιστήμης, όπως π.χ. η προσπάθεια της εξήγησης της ανθρώπινης συμπεριφοράς με τρόπο ανάλογο της Καταγωγής των ειδών. Η γλώσσα του είναι άμεση, γλαφυρή. Αναλύει σε βάθος τα φιλοσοφικά ερωτήματα που ποτέ δεν παύουν να είναι επίκαιρα και φυσικά τη φύση και τις συνιστώσες του έρωτα.

Πριν ή μετά το βιβλίο, αξίζει κανείς να διαβάσει τη βιογραφία του Λόντον.
 
Τελείωσα χθεςπροχθές και όχι σήμερα τον Κυριακίδη (Το κερί του Καρτέσιου) και τον Ντοτσανασβίλι (Ο άνθρωπος που αγαπούσε πολύ τη λογοτεχνία).
Το πρώτο ανηκει σε μια απο *εκείνες* τις δυο τρεις κατηγορίες βιβλίων που χαιρομαι και απολαμβάνω να διαβαζω περισσότερο απο κάθε τι άλλο, εδώ, σύντομες ιστορίες και μικροδιηγήματα εμπλεα (ή και όχι) νοήματος, συμπυκνωμένες παραδοξολογίες, μύθοι και πραγματικότητες στις οποιες εχω τεράστια αδυναμια. Ο Κυριακίδης εχει στο ενεργητικό του διαφορα βιβλία, θυμαμαι αυτό το σφηνάκι και φυσικά τις Τεχνητές αναπνοές που είχα διαβάσει τότε. Ούτε οι επιρροές του κρύβονται, ουτε η μεγάλη του αγάπη για τον κινηματογράφο και τη μουσική. Επίσης ειναι πολύ comfort βιβλία, που πάντα μα πάντα θα κανουν τη διαφορά.
Το δευτερο, πάλι, σε πρωτο επιπεδο μοιαζει να ανηκει σε εκεινα τα βιβλία που θελουν να μιλησουν για άλλα βιβλία και η αληθεια ειναι πώς κυκλοφορούν πολλά τετοια, εδώ και πολλά χρόνια. Αυτό, μεσα απο δυο ζευγη ανθρώπων, αντιθετα μεταξύ τους, μιλάει για τη λογοτεχνία, χωρις να καταφευγουν στην αντιπαράθεση λογοτεχνικών τσιτάτων και ευφυολογημάτων στο ύφος του Ουάιλντ, αλλά σαν να αντιπαρατιθεται η τεχνοκρατία/γραφειοκρατία/μονοτονία με την καθαρή φαντασία. Ειναι ολιγοσέλιδο, απόλυτα θεατρικο, ειναι λιγότερο γρηγορο και πολύ καλύτερο απ' ό,τι το φανταζόμουν. Και δεν ειναι το απολυτα προσηκον βιβλιο, όπως υπέθετα, για να τελειωσει ο χρόνος ή να μπει ο νεος. Με εφερε, όμως, ακόμη πιο κοντά σε αυτό.
 
Ποσο ενοχλητικά θρησκευτικη ιστορία, μα τους Θεοι!!(sic) Και ασυνδετες ιστοριες, σε πολλά σημεια, με πιο ενδιαφερουσες τις διηγησεις των λουλουδιών. No wonder γιατι τα παραμυθια τα καταναλωνουμε σε πολύ μικρη ηλικία και μεγαλωνοντας, δυσκολα επιστρεφουμε σε αυτα.
Δηλαδη, χιλιες φορες το frozen (που δεν εχω αντεξει να το δω για περισσότερο απο 5', σε φιλικο σπιτι, μονο και μονο για να χορεψει το κοριτσακι της οικογένειας).
 
Το έχω και γω στα αδιάβαστα!
Περιμένω εντυπώσεις!
Ήταν από τα πρώτα βιβλία μου. Δεν το θυμάμαι καλά αλλά μου είχε αφήσει καλή εντύπωση. Το έχω ακόμα. Αν το σχολιάσεις (είτε αρνητικά ειτε θετικά) θα το ξαναδιαβάσω για να εντοπίσω τα σχόλια ή να βγάλω δικά μου :))))
Παρα πολύ καλογραμμένη, καθηλωτικη και θεατρική ιστορία, με πολλαπλά επίπεδα αναγνωσης, κατά τη γνώμη μου.

Αφήνω στην άκρη το προφανές, την οπτική δηλαδή από την μελέτη της ζωης τροφίμων σε ψυχιατρικο θάλαμο στα τέλη του 19ου αιώνα, και μενω περισσότερο στη διαλεκτική που αναπτύσσεται ανάμεσα στον γιατρό της επαρχιακής πολης που αργομισθει (sic) και στον τρόφιμο που πάσχει από σύνδρομο καταδίωξης. Ο πρώτος, αγανακτισμένος από την ελλειψη ικανων συνομιλητών και «αντιπάλων» φαίνεται να πλήττει θανάσιμα (ennui) και εκπλήσσεται ευχάριστα όταν, τυχαία, συνομιλεί με τον δευτερο και ερχεται να καλύψει το challenge που λείπει από τη ζωή του.

Σε διαδοχικο επίπεδο, η μεταξύ τους ανταλλαγή απόψεων (περισσότερο αντιπαραθέσεων) ουσιαστικά καταδεικνύει δυο state of minds. Τη μία που, από καθέδρας, υποστηρίζει το μάταιο και το τυχαίο της ζωής, προσπαθώντας να πείσει τον τρόφιμο ότι, τελικά, δεν εχει και τόση σημασια αν είναι εγκλειστος ή ελευθερος κι αν δεν ήταν εκεινος, κάποιος άλλος θα ήταν στη θεση του. Και την άλλη, που επιτίθεται και αντιδρά σε τόση συγκαταβατικότητα και στωικότητα, προβάλλοντας την εμπειρία του βιωμένου πόνου, όποιος κι αν είναι αυτός, όποια μορφή κι αν έχει. Και πόσο μεταστρέφεται η οποιαδήποτε άποψη (και τελικά να παλευει κανεις), όταν φτάσει να βιώνεται κι η αντιστοιχη εμπειρία.

Εν τελει, στο δικό μου το κεφάλι, έχοντας κατά νου φληναφήματα και πομφόλυγες που ακουγα κι ακουω, είναι και μια πολύ καλή αντιπαράθεση θεωρίας και εμπειρίας. Τι λέμε και τι αποκρινόμαστε, γιατι πρέπει, σε πραγματα για τα οποια δεν μπορουμε ουτε να ξερουμε όυτε να φαντασουμε, αν δεν τα βιώσουμε.

Και επαναδυναμώνεται ή πεποιθηση μου οτι ο μικροαστισμος (όχι κατα την εννοια που χρησιμοποιει τη λέξη εντος της νουβελας ο Τσεχοφ. Εκει μιλάμε για Ρωσία, 19ος αιώνας, σχεδον μια κοινωνια "καστών) ειναι state of mind που χρειαζεται κοπο για να απαλλαγεις απο αυτόν. Και συγκρουσεις, βεβαιως.
 
Επίσης, τώρα που το σκεφτομαι, κι οι δυο χαρακτήρες ειναι σαν (καταχρηστικά σχολιάζοντας, προφανώς) "αρχετυπικοι" ρώσικοι μυθιστορηματικοι (ίσως όχι μονο, αλλά δεν εχω μετρο σύγκρισης) χαρακτήρες που πατουν ταυτόχρονα στη ρωσικη ιντελιτζένσια και την φτώχια ή ψυχολογικό όλεθρο, την οποια τόσο πολύ εχουμε διαβάσει στον Ντοστογιεφκι. Περίεργο, μιας και -διαβαζα- ο Τσεχωφ ήταν "μαθητης" του Τολστόι και με αυτό το έργο του, απομακρύνεται κάπως απο τις επιρροές που του άσκησε.
Βασικά, δεν ειναι και τόσο περιεργο, τωρα που το ξανασκεφτομαι (το τελευταιο :)))) ) γιατι, πάλι κατα τη γνωμη μου, η ρωσική λογοτεχνια, ώς ενα ατοφιο και ξεχωριστο κομμάτι της παγκοσμιας λογοτεχνίας, μοιαζει να εχει ομοιότητες και διαφορες οι οποίες μαλλον θα πρεπει να εντοπίζονται εντός αυτής και μονο.

Παρακαλω, αγνοήστε και περιφρονείτε ελευθερα, I'm just thinking out loud. :)))):)))):))))
 
“Το χρονικό του μοναστηριού’’ του Σαραμάγκου.

Είναι ένα πραγματικό χρονικό για την ανέγερση ενός μεγάλου μοναστηριού τον 18 αιώνα στην Πορτογαλία, με παράθεση πολλών τεχνικών δυσκολιών και λεπτομερειών. Εξαιρετική η περιγραφή και η πληροφόρηση για τη ζωή τότε. Πολύ αργή η πλοκή στο πρώτο τρίτο που σε συνδυασμό με τη γλώσσα με κούρασε σε σημείο που ήμουν σχεδόν έτοιμος να το αφήσω, παρόλο που γενικά λατρεύω το συγγραφέα και το ιδιαίτερο ύφος και τη γραφή του. Το πρώτο του από τα γνωστά βιβλία του, διακρίνει κανείς σε αυτό όλη τη μεταγενέστερη θεματολογία του και βέβαια την επερχόμενη σύγκρουσή του με το παπαδαριό. Θα έλεγα σε όποιον θέλει να ανακαλύψει τον Σαραμάγκου να ξεκινήσει με κάτι άλλο.
 
Καλημέρα Λέσχη & Χρόνια Πολλά!!!!

Λυπάμαι που τελείωσα χθες (μετά από σχεδόν 2 εβδομάδες!!) το 2666 του Bolaño.
Λυπάμαι, γιατί ο Bolaño ήταν καταπληκτικός αφηγητής και έχασα κάποιες στιγμές, πολύ απολαυστικές και ευεργετικές (για πολλούς λόγους) όπως αποδείχτηκε, όπου απλά χανόμουν, έχανα κάθε έννοια χρόνου & τόπου ενώ διάβαζα. Μπλέκει ιστορίες μέσα σε ιστορίες που σε παρασέρνουν σε άκρα (χρονικά και χωρικά) εντελώς αντίθετα ή κάποτε παράταιρα σε σχέση με την αρχική διήγηση, τον μίτο της οποίας ξαναπιάνει με θαυμαστή ευκολία.

Βέβαια, το βιβλίο δεν είναι ό,τι πιο εύκολο:1165 πυκνές σελίδες με μια γραφή που απαιτεί αφοσίωση και εγρήγορση. Όχι για να παρακολουθήσεις τόσο την ιστορία, όσο για να θαυμάσεις τον τρόπο που γράφει, τον τρόπο που διηγείται την/τις ιστορίες και το πόσο εύκολα σε παρασέρνει και σου βάζει ένα χαμογελάκι.

Η ιστορία καθαυτή δεν έχει και τόση πολλή συνοχή. Εύκολα θα μπορούσαν να είναι 5 διαφορετικά βιβλία (5 μέρη έχει το 2666). Κάθε μέρος είναι αυτονομημένο, λίγο ως πολύ, και μόνο χαλαρά συνδέεται με το όλον.
Π.χ.
Ενα τμήμα του περιγραφει, ευτυχως οχι με λεπτομέρειςε, δεκαδες δολοφονιες. :ντροπή:
Το τμήμα αυτό το βρήκα υπερβολικό και κάπως περιττό. Δεν χρειαζόταν τόσες πολλές τέτοιες περιγραφές. Και επιπλέον, κάποιες από τις φιγούρες που πέρασαν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο στα υπόλοιπα 4 μέρη, εδώ χάθηκαν, κάνοντας αυτό το μέρος να μοιάζει πολύ ξένο.

Και πάλι βέβαια, η αφηγηματική δύναμη του Bolaño καθηλώνει. Οι χαρακτήρες και οι ζωές όσων εμφανίζονται εδώ είναι τόσο ζωντανές, τόσο τρισδιάστατες, τόσο πραγματικές, που παραβλέπεις τα πτώματα και τη φρίκη (που υπονοείται) με την απάθεια του γλωσσολάγνου ή αναγνωστολάγνου.

Υποθέτω θα μπορούσα να γράφω επί μακρόν για το 2666. Κι αν προστεθούν κι άλλοι αναγνώστες στη συζήτηση, θα'χουμε παααααρα πολλά να πούμε. Το παράξενο είναι ότι, χωρίς να μου αρέσει ως σύνολο, με γοήτευσε πολύ, πάρα πολύ, ιδιαίτερα το 5ο μέρος. Και χωρίς να μου αρέσει ως βιβλίο συνολικά, είναι μες στα καλύτερα που διάβασα το '24. Παραδοξότητες...δεν πειράζει. Μπορεί να φταίει το ότι έχω φάει μέχρι στιγμής 1 (χωρίς πλάκα) μελομακάρονο.
 
Top