Πλουτάρχου, Ηθικών, 86b-92f, Πώς αν τις υπ' εχθρών ωφελοίτο

Πλουτάρχου, Ηθικών, 86b-92f,
ΠΩΣ ΑΝ ΤΙΣ ΥΠ' ΕΧΘΡΩΝ ΩΦΕΛΟΙΤΟ - De capienda ex inimicis utilitate
(Πώς θα μπορούσε κανείς να ωφελείται από τους εχθρούς του).


1. Παρατηρώ, Κορνήλιε Πούλχερ1 ότι έχεις επιλέξει την πιο ήπια μορφή πολιτικής δράσης, με την οποία είσαι πολύ χρήσιμος για το κοινό όφελος, κι επιπλέον την ίδια στιγμή δείχνεις πολύ φιλικός στις κατ’ ιδίαν επαφές σου. Χώρα βέβαια δίχως άγρια θηρία, όπως λένε για την Κρήτη2, είναι πιθανό να βρεθεί αλλά μια πολιτεία που να μην χρειάζεται να φέρει το βάρος του φθόνου ή της ζηλότυπης αντιπαλότητας και της φιλονικίας - πάθη πολύ γόνιμα σε έχθρα - δεν έχει υπάρξει μέχρι τώρα και, αν μη τι άλλο, οι φιλίες μας εμπλέκουν σε έχθρες. Αυτό είχε κατά νου του κι ο σοφός Χίλων3 όταν ρώτησε κάποιον που καυχιόταν ότι δεν είχε κανέναν εχθρό αν είχε κανένα φίλο. Μου φαίνεται λοιπόν πως είναι καθήκον του πολιτικού, όχι μόνο να ερευνά διεξοδικά το θέμα των εχθρών εν γένει, αλλά να προσέχει καλύτερα ακούγοντας τον Ξενοφώντα4 που είπε ότι γνώρισμα του μυαλωμένου ανθρώπου είναι να μπορεί να «ωφελείται ακόμα κι από τους εχθρούς του». Μερικές σκέψεις, ως εκ τούτου, για το θέμα αυτό, που είχα πρόσφατα την ευκαιρία να εκφράσω, συγκέντρωσα πρακτικά με τα ίδια πάνω κάτω λόγια, και τώρα σου τις στέλνω, παραλείποντας, όσο ήταν δυνατόν, το υλικό που περιέχεται στα "Πολιτικά Παραγγέλματα5", καθώς σε βλέπω να έχεις πάντα πρόχειρο αυτό μου το βιβλίο.

[86] 1. Ὁρῶ μὲν ὅτι τὸν πραότατον, ὦ Κορνήλιε Ποῦλχερ, πολιτείας ᾕρησαι τρόπον, ἐν ᾧ μάλιστα τοῖς κοινοῖς ὠφέλιμος ὢν ἀλυπότατον ἰδίᾳ τοῖς ἐντυγχάνουσι [c] παρέχεις σεαυτόν. ἐπεὶ δὲ χώραν μὲν ἄθηρον ὥσπερ ἱστοροῦσι τὴν Κρήτην εὑρεῖν ἔστι, πολιτεία δὲ μήτε φθόνον ἐνηνοχυῖα μήτε ζῆλον ἢ φιλονεικίαν, ἔχθρας γονιμώτατα πάθη, μέχρι νῦν οὐ γέγονεν ἀλλ' εἰ μηδὲν ἄλλο, ταῖς ἔχθραις αἱ φιλίαι συμπλέκουσιν ἡμᾶς· ὃ καὶ Χίλων ὁ σοφὸς νοήσας τὸν εἰπόντα μηδένα ἔχειν ἐχθρὸν ἠρώτησεν εἰ μηδὲ φίλον ἔχει), δοκεῖ μοι τά τ' ἄλλα περὶ ἐχθρῶν τῷ πολιτικῷ διεσκέφθαι προσήκειν καὶ τοῦ Ξενοφῶντος ἀκηκοέναι μὴ παρέργως εἰπόντος ὅτι τοῦ νοῦν ἔχοντός ἐστι καὶ "ἀπὸ τῶν ἐχθρῶν ὠφελεῖσθαι." ἅπερ οὖν εἰς τοῦτο πρῴην εἰπεῖν μοι παρέστη, συναγαγὼν ὁμοῦ τι τοῖς αὐτοῖς ὀνόμασιν ἀπέσταλκά σοι, φεισάμενος ὡς ἐνῆν μάλιστα τῶν ἐν τοῖς Πολιτικοῖς Παραγγέλμασι γεγραμμένων, [d] ἐπεὶ κἀκεῖνο τὸ βιβλίον ὁρῶ σε πρόχειρον ἔχοντα πολλάκις.

1. Πιθανώς ο Ύπατος Κορνήλιος Πούλχερ, πληρεξούσιος της Αχαΐας, προς το τέλος της ζωής του Πλούταρχου. Κατείχε, επίσης, διάφορα άλλα αξιώματα (πρβλ. Corpus Inscr. Graec. I.1186). 2. Αυτή η παράδοση όσον αφορά την Κρήτη αναφέρεται από πολλούς αρχαίους συγγραφείς, πρβλ. παράδειγμα Πλινίου, Nat. Hist. viii.83. 3. Η ίδια παρατήρηση αναφέρεται από τον Πλούταρχο στα Ηθικά, «Περί πολυφιλίας» (96a), βλ. επίσης και Βίος Άουλου Γέλιου, 1.3. 4. Στον Οικονομικό του 1.15. 5. Το έργο είναι τα Ηθικά, «Πολιτικά Παραγγέλματα» (798Α-825F).
 
Last edited by a moderator:
2. Για τους παλαιότερους ήταν αρκετό αν μπορούσαν να διαφύγουν δίχως να κακοπάθουν από αλλόφυλα και άγρια θηρία, κι αυτός ήταν ο αγώνας τους ενάντιά τους. Οι μετέπειτα όμως, μαθαίνοντας πώς μπορούν να χρησιμοποιούν τα ζώα, ωφελούνται τώρα από αυτά χρησιμοποιώντας τη σάρκα τους για τροφή, το τρίχωμά τους για ρούχα, τη χολή τους και το πρωτόγαλα ως φάρμακα, το δέρμα τους ως οπλισμό, έτσι που να φοβούνται μήπως, αν εκλείψουν τα ζώα, η ζωή τους γίνει άγρια και μείνουν αβοήθητοι κι απολίτιστοι1. Αφού λοιπόν για τους περισσότερους είναι αρκετό αν μπορούν άβλαβοι να αποφεύγουν τους εχθρούς τους, κι αφού ο Ξενοφών2 δηλώνει πως οι μυαλωμένοι θα μπορούσαν ακόμα και να κερδίσουν από τους εχθρούς, δεν πρέπει να δυσπιστούμε σε αυτόν αλλά μάλλον να αναζητούμε τη μέθοδο και την τέχνη την οποία να αποκτούν όσοι τους είναι αδύνατο να ζουν δίχως εχθρούς. Ο γεωργός δεν είναι δυνατό να εξημερώνει κάθε δέντρο ούτε και ο κυνηγός να δαμάζει όλα τα θηρία. Αναζήτησαν λοιπόν τρόπους να βγάζουν όφελος ακόμα κι από εκείνα που δεν εξημερώθηκαν και έτσι να ικανοποιούν τις ανάγκες τους, ο γεωργός από τα δέντρα που δεν καρποφορούν κι ο κυνηγός από τα άγρια θηρία. Το θαλασσινό νερό δεν είναι πόσιμο και έχει άσχημη γεύση, ωστόσο μέσα της έχει τα ψάρια και είναι το μέσο με το οποίο γίνονται τα ταξίδια και το εμπόριο. Στον Σάτυρο, που όταν πρωτοείδε τη φωτιά ήθελε να την αγκαλιάσει και να την φιλήσει, ο Προμηθέας είπε:

Τράγε, θα το κλάψεις το γένι σου3​

επειδή η φωτιά καίει αυτόν που την αγγίζει, ωστόσο παρέχει φως και θερμότητα και είναι όργανο κάθε τέχνης για όσους μάθουν να το χρησιμοποιούν. Έτσι, εξέταζε και τον εχθρό και δες αν, αν και στα πιο πολλά είναι βλαβερός και δυσκολομεταχείριστος, σου δίνει κάποιο πάτημα για να τον χειραγωγήσεις όπως κανέναν άλλον, κι έτσι να ωφεληθείς. Πολλές περιστάσεις της ζωής είναι μισητές και απεχθείς σε όσους τυχαίνουν. Ωστόσο βλέπεις ότι μερικοί χρησιμοποιούν τις σωματικές αρρώστιες ως ευκαιρία για ανάπαυση, και οι δοκιμασίες που έτυχαν σε πολλούς τους δυνάμωσαν και τους εξάσκησαν, και μερικοί μετέτρεψαν την εξορία τους και την απώλεια της περιουσίας τους σε μέσο αναψυχής και φιλοσοφικής αναζήτησης, όπως έκαναν ο Διογένης4 κι ο Κράτης5. Ο Ζήνων6, μαθαίνοντας πως το τελευταίο του πλοίο βυθίστηκε μαζί με το φορτίο του αναφώνησε: «Εύγε σου, Τύχη, που οδηγείς και μας στον τρίβωνα του φιλοσόφου». Όπως ακριβώς εκείνα τα ζώα που έχουν το πιο δυνατό στομάχι από όλα τα άλλα και τρώνε και χωνεύουν φίδια και σκορπιούς, κι υπάρχουν και κάποια που τρέφονται με πέτρες και με κελύφη οστράκων (γιατί μεταβολίζουν τέτοια πράγματα με τη δύναμη της ορμής και της θερμότητας του πνεύματός τους) ενώ οι κακομαθημένοι και οι άρρωστοι αναγουλιάζουν όταν τους προσφέρουν ψωμί και κρασί, έτσι κι οι ανόητοι καταστρέφουν τις φιλίες τους, ενώ οι σοφοί ακόμα και τους εχθρούς τους μπορούν να χρησιμοποιούν.

1. Βλ. Ηθικά, «Πότερα των ζώων φρονιμώτερα τα χερσαία ή τα ένυδρα»(964A). 2. Ξενοφώντα, Οικονομικός, 1.15. και Κυροπαιδεία, 1. 6. 11. 3. Από τον Προμηθέα Δεσμώτη του Αισχύλου. Βλ. Nauck, Trag. Graec. Frag., Αισχύλος, No. 207. 4. Βλ. Διογένης Λαέρτιος, 6, 20ff. 5. Ibid. vi. 85. 6. Η παρατήρηση του Ζήνωνα αναφέρεται ξανά από τον Πλούταρχο στα Ηθικά, «Περί ευθυμίας» (467d) και «Περί φυγής»(603d), βλ και Διογένης Λαέρτιος, 7, 5 και Σενέκας, De animi tranquillitate, κεφ. xiii.
 
Πωωωω πωωωω...Παρωνύμιε υποκλίνομαι!!:προσκυνώ::προσκυνώ:
Δεν το είχα υπόψη μου το κείμενο..κι αν και λίγο προς το τέλος σκεφτόμουν "Ρίχ'το επιτέλους βρε παιδάκι μου...ποιό είναι το ζουμί της υπόθεσης;;":μαναι: (μα κι αυτός ο Πλούταρχος...για να μας πει ότι "οι ανόητοι καταστρέφουν τις φιλίες τους, ενώ οι σοφοί ακόμα και τους εχθρούς τους μπορούν να χρησιμοποιούν." παραλίγο να μας αναλύσει και την επεξεργασία της γούνας των ζώων!!)
το βρήκα πολύ ενδιαφέρον, και φυσικά το πρώτο απόσπασμα πολύ περισσότερο το απόλαυσα στην αυθεντική του μορφή (ΠΟΥ είναι το πρωτότυπο κείμενο του δευτέρου μέρους;;;;;;;;;;;; :γρμβ:)
Μήπως ξέρεις να μας πεις κάτι παραπάνω για τα γεγονότα που πλαισιώνουν αυτήν την επιστολή του Πλουτάρχου, ή πώς γνώριζε τον ύπατο;;;:χμχμ::εεε;:
 
Δεν ξέρω ποια η σχέση του Πλούταρχου με τον Κορνήλιο Πούλχερ. Το σίγουρο είναι ο δεύτερος μελετούσε σύγγραμμα του πρώτου ο οποίος το γνώριζε, όπως προκύπτει από την §1.

Να και το πρωτότυπο:

2. Ἐξήρκει τοῖς παλαιοῖς ὑπὸ τῶν ἀλλοφύλων καὶ ἀγρίων ζῴων μὴ ἀδικεῖσθαι, καὶ τοῦτο τῶν πρὸς τὰ θηρία τέλος ἦν ἀγώνων ἐκείνοις· οἱ δ' ὕστερον ἤδη χρῆσθαι μαθόντες αὐτοῖς καὶ ὠφελοῦνται σαρξὶ τρεφόμενοι καὶ θριξὶν ἀμφιεννύμενοι καὶ χολαῖς καὶ πυτίαις ἰατρευόμενοι καὶ δέρμασιν ὁπλίζοντες ἑαυτούς, ὥστ' ἄξιον εἶναι δεδιέναι μὴ τῶν θηρίων ἐπιλιπόντων τῷ ἀνθρώπῳ θηριώδης ὁ βίος αὐτοῦ γένηται καὶ ἄπορος καὶ ἀνήμερος. ἐπεὶ τοίνυν τοῖς μὲν ἄλλοις ἱκανόν ἐστι τὸ μὴ πάσχειν [e] ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν κακῶς, τοὺς δὲ νοῦν ἔχοντας ὁ Ξενοφῶν καὶ ὠφελεῖσθαί φησιν ἀπὸ τῶν διαφερομένων, ἀπιστεῖν μὲν οὐ χρή, ζητεῖν δὲ μέθοδον καὶ τέχνην δι' ἧς τοῦτο περιέσται τὸ καλὸν οἷς χωρὶς ἐχθροῦ ζῆν ἀδύνατόν ἐστιν.
   Οὐ δύναται πᾶν ἐξημερῶσαι δένδρον ὁ γεωργὸς οὐδὲ πᾶν τιθασεῦσαι θηρίον ὁ κυνηγός· ἐζήτησαν οὖν καθ' ἑτέρας χρείας ὁ μὲν ἐκ τῶν ἀκάρπων ὁ δ' ἀπὸ τῶν ἀγρίων ὠφελεῖσθαι. τῆς θαλάττης τὸ ὕδωρ ἄποτόν ἐστι καὶ πονηρόν, ἀλλ' ἰχθῦς τρέφει καὶ πόμπιμόν ἐστι πάντῃ καὶ πορεύσιμον ὄχημα τοῖς κομιζομένοις· τοῦ δὲ σατύρου τὸ πῦρ, ὡς [f] πρῶτον ὤφθη, βουλομένου φιλῆσαι καὶ περιβαλεῖν, ὁ Προμηθεύς

τράγος γένειον ἆρα πενθήσεις σύ γε·

καὶ γὰρ κάει τὸν ἁψάμενον, ἀλλὰ φῶς παρέχει καὶ θερμότητα καὶ τέχνης ἁπάσης ὄργανόν ἐστι τοῖς χρῆσθαι μαθοῦσι. σκόπει δὴ καὶ τὸν ἐχθρόν, εἰ βλαβερὸς ὢν τἄλλα καὶ δυσμεταχείριστος, ἁμωσγέπως ἁφὴν ἐνδίδωσιν αὑτοῦ καὶ χρῆσιν οἰκείαν [87][a] καὶ ὠφέλιμός ἐστι. καὶ τῶν πραγμάτων ἄφιλα πολλὰ καὶ ἀπεχθῆ καὶ ἀντίπαλα τοῖς ἐντυγχάνουσιν· ἀλλ' ὁρᾷς ὅτι καὶ νόσοις ἔνιοι σώματος εἰς ἀπραγμοσύνην ἐχρήσαντο, καὶ πόνοι πολλοῖς προσπεσόντες ἔρρωσαν καὶ ἤσκησαν. ἔνιοι δὲ καὶ πατρίδος στέρησιν καὶ χρημάτων ἀποβολὴν ἐφόδιον σχολῆς ἐποιήσαντο καὶ φιλοσοφίας, ὡς Διογένης καὶ Κράτης· Ζήνων δέ, τῆς ναυκληρίας αὐτῷ συντριβείσης, πυθόμενος εἶπεν, "εὖ γ', ὦ τύχη, ποιεῖς, εἰς τὸν τρίβωνα συνελαύνουσα ἡμᾶς." ὥσπερ γὰρ τὰ ῥωμαλεώτατα τοὺς στομάχους καὶ ὑγιεινότατα τῶν ζῴων ὄφεις ἐσθίοντα καταπέττει καὶ σκορπίους, ἔστι δ' ἃ καὶ λίθοις καὶ ὀστράκοις τρέφεται (μεταβάλλουσι δὲ δι' εὐτονίαν καὶ θερμότητα πνεύματος), οἱ δὲ σικχοὶ καὶ νοσώδεις ἄρτον καὶ οἶνον προσφερόμενοι ναυτιῶσιν, οὕτως οἱ μὲν ἀνόητοι καὶ τὰς φιλίας διαφθείρουσιν, οἱ δὲ φρόνιμοι καὶ ταῖς ἔχθραις ἐμμελῶς χρῆσθαι δύνανται.
 
Δεν ξέρω ποια η σχέση του Πλούταρχου με τον Κορνήλιο Πούλχερ. Το σίγουρο είναι ο δεύτερος μελετούσε σύγγραμμα του πρώτου ο οποίος το γνώριζε, όπως προκύπτει από την §1.
[/B]
Κατα πρώτον ευχαριστώ πάρα πολύ για την ανάρτηση και του άλλου πρωτότυπου αποσπάσματος:χεχ:
Κατα δεύτερον,Πω-πω...
-φαντάσου να μελετάς σύγγραμα του Πλούταρχου..σε απευθεία σύνδεση με τον ίδιο, αλληλογραφώντας μαζί του και κάνοντας σχόλια ή ρωτώντας το πάνω σ' αυτό!!
Τέλειο;;;:τρέλα::σάλια:
Τρίτο κι άσχετο σχόλιο:
Γιατί μερικές φορές νοιώθω ότι με βάση αυτό το κείμενο η χώρα μας σε αυτή τη φάση μπορεί να χαρακτηριστεί "ανόητη" και μια σειρά άλλα κράτη "σοφά" απέναντί της;;:(
 
Πρωτότυπο:
3. Πρῶτον μὲν οὖν δοκεῖ μοι τῆς ἔχθρας τὸ βλαβερώτατον ὠφελιμώτατον ἂν γενέσθαι τοῖς προσέχουσιν. τί δὲ τοῦτ' ἐστίν; ἐφεδρεύει σου τοῖς πράγμασιν ἐγρηγορὼς ὁ ἐχθρὸς ἀεὶ καὶ λαβὴν ζητῶν πανταχόθεν περιοδεύει τὸν βίον, οὐ διὰ δρυὸς μόνον ὁρῶν ὡς ὁ Λυγκεὺς οὐδὲ διὰ λίθων [c] καὶ ὀστράκων, ἀλλὰ καὶ διὰ φίλου καὶ οἰκέτου καὶ διὰ συνήθους παντὸς ὡς ἀνυστόν ἐστι φωρῶν τὰ πραττόμενα καὶ τὰ βουλευόμενα διορύττων καὶ διερευνώμενος. οἱ μὲν γὰρ φίλοι καὶ νοσοῦντες ἡμᾶς πολλάκις καὶ ἀποθνῄσκοντες λανθάνουσιν ἀμελοῦντας καὶ ὀλιγωροῦντας, τῶν δ' ἐχθρῶν μονονουχὶ καὶ τοὺς ὀνείρους πολυπραγμονοῦμεν· νόσοι δὲ καὶ δανεισμοὶ καὶ διαφοραὶ πρὸς γυναῖκας αὐτοὺς ἐκείνους μᾶλλον ἢ τὸν ἐχθρὸν λανθάνουσι. μάλιστα δὲ τῶν ἁμαρτιῶν ἔχεται καὶ ταύτας ἐξιχνεύει. καὶ καθάπερ οἱ γῦπες ἐπὶ τὰς ὀσμὰς [d] τῶν διεφθορότων σωμάτων φέρονται, τῶν δὲ καθαρῶν καὶ ὑγιαινόντων αἴσθησιν οὐκ ἔχουσιν, οὕτω τὰ νοσοῦντα τοῦ βίου καὶ φαῦλα καὶ πεπονθότα κινεῖ τὸν ἐχθρόν, καὶ πρὸς ταῦθ' οἱ μισοῦντες ᾄττουσι καὶ τούτων ἅπτονται καὶ σπαράττουσι.

τοῦτο οὖν ὠφέλιμόν ἐστι; πάνυ μὲν οὖν, εὐλαβούμενον ζῆν καὶ προσέχειν ἑαυτῷ καὶ μήτε πράττειν μηδὲν ὀλιγώρως καὶ ἀπερισκέπτως μήτε λέγειν, ἀλλ' ἀεὶ διαφυλάττειν ὥσπερ ἐν ἀκριβεῖ διαίτῃ τὸν βίον ἀνεπίληπτον· ἡ γὰρ οὕτω συστέλλουσα τὰ [e] πάθη καὶ συνέχουσα τὸν λογισμὸν εὐλάβεια μελέτην ἐμποιεῖ καὶ προαίρεσιν τοῦ ζῆν ἐπιεικῶς καὶ ἀνεγκλήτως. καθάπερ γὰρ αἱ πολέμοις ἀστυγειτονικοῖς καὶ στρατείαις ἐνδελεχέσι σωφρονιζόμεναι πόλεις εὐνομίαν καὶ πολιτείαν ὑγιαίνουσαν ἠγάπησαν, οὕτως οἱ δι' ἔχθρας τινὰς ἀναγκασθέντες ἐπινήφειν τῷ βίῳ καὶ φυλάττεσθαι τὸ ῥᾳθυμεῖν καὶ καταφρονεῖν καὶ μετ' εὐχρηστίας ἕκαστα πράττειν λανθάνουσιν εἰς τὸ ἀναμάρτητον ὑπὸ τῆς συνηθείας ἀγόμενοι καὶ κατακοσμούμενοι τὸν τρόπον, ἂν καὶ μικρὸν ὁ λόγος συνεπιλαμβάνηται. τὸ γάρ
[f]    ἦ κεν γηθήσαι Πρίαμος Πριάμοιό τε παῖδες
οἷς ἐστιν ἀεὶ πρόχειρον, ἐπιστρέφει καὶ διατρέπει καὶ ἀφίστησι τῶν τοιούτων ἐφ' οἷς οἱ ἐχθροὶ χαίρουσι καὶ καταγελῶσι.

καὶ μὴν τοὺς περὶ τὸν Διόνυσον τεχνίτας ὁρῶμεν ἐκλελυμένους καὶ ἀπροθύμους καὶ οὐκ ἀκριβῶς πολλάκις ἀγωνιζομένους ἐν τοῖς θεάτροις ἐφ' ἑαυτῶν· ὅταν δ' ἅμιλλα καὶ ἀγὼν γένηται πρὸς ἑτέρους, οὐ μόνον αὑτοὺς ἀλλὰ καὶ τὰ ὄργανα μᾶλλον συνεπιστρέφουσι, χορδολογοῦντες καὶ ἀκριβέστερον ἁρμοζόμενοι καὶ καταυλοῦντες. ὅστις οὖν οἶδεν ἀνταγωνιστὴν βίου καὶ δόξης τὸν [88] [a] ἐχθρὸν ὄντα, προσέχει μᾶλλον αὑτῷ, καὶ τὰ πράγματα περισκοπεῖ καὶ διαρμόζεται τὸν βίον. ἐπεὶ καὶ τοῦτο τῆς κακίας ἴδιόν ἐστι, τὸ τοὺς ἐχθροὺς αἰσχύνεσθαι μᾶλλον ἢ τοὺς φίλους ἐφ' οἷς ἐξαμαρτάνομεν. ὅθεν ὁ Νασικᾶς, οἰομένων τινῶν καὶ λεγόντων ἐν ἀσφαλεῖ γεγονέναι τὰ Ῥωμαίων πράγματα Καρχηδονίων μὲν ἀνῃρημένων Ἀχαιῶν δὲ δεδουλωμένων, "νῦν μὲν οὖν," εἶπεν, "ἐπισφαλῶς ἔχομεν, μήθ' οὓς φοβηθῶμεν μήθ' οὓς αἰσχυνθῶμεν ἑαυτοῖς ἀπολελοιπότες."

3. Αρχικά λοιπόν μου φαίνεται πως το πιο βλαβερό χαρακτηριστικό της έχθρας μπορεί να καταστεί το πιο ωφέλιμο σε όσους δίνουν προσοχή. Ποιο είναι αυτό; Ο εχθρός σου, σε πλήρη εγρήγορση, πάντα καραδοκεί για να επωφεληθεί από τις πράξεις σου, και επιδιώκει να βρει λαβή πάνω σου, περιπολώντας παντού τριγύρω από τη ζωή σου, όχι μόνο βλέποντας μέσα από τις βελανιδιές, όπως ο Λυγκέας1, και μέσα από τις πέτρες και τα κεραμίδια, αλλά και μέσα από κάθε φίλο σου και υπηρέτη σου και γνωστό σου και, στο μέτρο του δυνατού, μελετά τις ενέργειές σου διερευνώντας να ανακαλύψει τα σχέδιά σου και τις λεπτομέρειές τους. Πολλές φορές μαθαίνουμε για την ασθένεια ή το θάνατο φίλων μας όταν πια είναι πολύ αργά, τόσο απρόσεκτοι και αμελείς είμαστε. Όμως, η περιέργειά μας για τους εχθρούς μας μας σπρώχνει να ψάχνουμε ακόμα και στα όνειρά τους. Ασθένειες, τυχόν δάνεια που έχουν συνάψει, διαφωνίες με τη σύζυγο, σε αυτούς τους ίδιους είναι πιο πιθανό να διαφεύγουν και να περνούν απαρατήρητα παρά στον εχθρό τους που προσπαθεί μάλιστα να αποκτήσει λαβή στις αποτυχίες τους και να τις ξετρυπώσει. Κι όπως οι γύπες προσελκύονται από την οσμή των αποσυντεθημένων σωμάτων, αλλά αδυνατούν να νιώσουν εκείνα που είναι καθαρά και υγιή, έτσι και τα μειονεκτήματα, η ευτέλεια και τα παθήματα της ζωής κινητοποιούν τον εχθρό, και εφορμούν προς αυτά οι κακόβουλοι και τα αρπάζουν και τα κατασπαράζουν.

Είναι λοιπόν αυτό ωφέλιμο; Ναι, και πάρα πολύ μάλιστα, γιατί έτσι πρέπει να ζεις ενημερωμένος και να προσέχεις τον εαυτό σου, και να μην κάνεις ή να μην λες τίποτα απρόσεκτα ή απερίσκεπτα, αλλά πάντα να διατηρείς τη ζωή σου απόρθητη, σαν να είσαι υπό λεπτομεριακή θεραπευτική αγωγή. Η περίσκεψη που καταστέλλει έτσι τα πάθη και οριοθετεί τη δύναμη της λογικής δίνει πρακτικότητα και έναν σκοπό ζώντας κανείς δίκαια και χωρίς όνειδος. Γιατί ακριβώς όπως οι πόλεις με διασυνοριακές εχθροπραξίες και με συνεχείς εκστρατείες συνετίζονται κι αγαπούν την ευνομία και την υγιή πολιτεία, έτσι και εξαιτίας της έχθρας κάποιοι αναγκάζονται να παίρνουν τη ζωή τους στα σοβαρά και να φυλάγονται από τη ραθυμία και την καταφρόνια, και να αφήνουν τον καλό σκοπό να τους προτρέπει σε κάθε πράξη τους, και ασυναίσθητα οδηγούνται από τη δύναμη της συνήθειας να μην κάνουν λάθη, και η συμπεριφορά τους αποκτά μια τάξη, ακόμα κι αν η λογική δεν συμμετέχει παρά ελάχιστα. Γιατί όταν οι άνδρες έχουν πρόχειρο στο νου τους αυτό για το οποίο ο Πρίαμος και οι γιοι του θα είχαν κάθε λόγο για να πανηγυρίζουν2, τους αναγκάζει να το αντιμετωπίσουν και να εγκαταλείψουν αυτά που γίνονται αφορμή για τους εχθρούς τους να πανηγυρίζουν και να τους χλευάζουν.

Επιπλέον, παρατηρούμε ότι οι καλλιτέχνες3 του Διόνυσου παίζουν συχνά τα κομμάτια τους στα θέατρα με έναν απαθή, απρόθυμο και ανακριβή τρόπο όταν είναι μόνοι τους, αλλά όταν υπάρχει αντιπαλότητα και ανταγωνισμός με άλλη ομάδα καλλιτεχνών, τότε και οι ίδιοι αλλά και τα όργανά τους τα παίζουν με μεγαλύτερη προσοχή, επιλέγοντας τις σωστές χορδές και ρυθμίζοντάς τες, και οι φλογέρες τους ακούγονται πιο αρμονικά. Έτσι, αυτός που ξέρει ότι ο εχθρός του είναι ανταγωνιστής του στη ζωή και στη φήμη, δίνει προσοχή σ' αυτά και γίνεται πιο προσεκτικός στις ενέργειές του, και ρυθμίζει τη ζωή του αναλόγως. Γιατί είναι ένα περίεργο σημείο του χαρακτήρα μας, το ότι αισθανόμαστε μεγαλύτερη ντροπή για τα λάθη μας ενώπιον των εχθρών μας παρά ενώπιον των φίλων μας. Για αυτό κι ο Νασικάς παρατήρησε μερικούς που εξέφρασαν την πεποίθησή ότι η εξουσία των Ρωμαίων ήταν πλέον διασφαλισμένη, δεδομένου ότι οι Καρχηδόνιοι είχαν εκμηδενιστεί και οι Αχαιοί είχαν υποδουλωθεί, λέγοντας: "Όχι! Τώρα βρισκόμαστε σε πραγματικό κίνδυνο γιατί απομείναμε μόνοι μας χωρίς να υπάρχουν κάποιοι να μας φοβίζουν ή κάποιοι να μας κάνουν να αισθανόμαστε ντροπή."

1. Ο Λυγκέας ήταν προικισμένος με υπεράνθρωπη όραση, βλ. παράδειγμα Ηθικά, 1083d, Πίνδαρος, Νεμέας Ωδές, 10. 60, Οράτιος, Επιστολές, i.1. 28, και ο Παυσανίας, iv. 2.

2. Όμηρος, Α, 255: "Ωιμέ! στην γην των Αχαιών μεγάλη θλίψις ήλθε! πόσην θα είχε ο Πρίαμος χαρά και τα παιδιά του και πόσον όλος ο λαός θα ευφραίνονταν της Τροίας, που μάχεσθε αν εμάθαιναν οι δυο σεις που είσθε οι κορυφές των Δαναών στην γνώση και στα όπλα." (Μτφ. Ι. Πολυλά). Τα λόγια αυτά τα απευθύνει ο Νέστορας στους αρχηγούς των Αχαιών, Αγαμέμνονα κι Αχιλλέα, που φιλονικούσαν.

3. Ηθοποιοί και μουσικοί.
 
Πρωτότυπο:
4. Ἔτι τοίνυν πρόσλαβε τὴν Διογένους ἀπόφασιν, φιλόσοφον σφόδρα καὶ πολιτικὴν οὖσαν· "πῶς ἀμυνοῦμαι τὸν ἐχθρόν;" "αὐτὸς καλὸς κἀγαθὸς γενόμενος." ἵππους ἐχθρῶν ὁρῶντες εὐδοκιμοῦντας ἀνιῶνται καὶ κύνας ἐπαινουμένους. ἂν χωρίον ἐκπεπονημένον ἴδωσιν, ἂν εὐθαλοῦντα κῆπον, ἐπιστένουσι. τί οὖν οἴει, σεαυτὸν ἐπιδεικνύμενος ἄνδρα δίκαιον ἀρτίφρονα χρηστόν, ἐν λόγοις εὐδόκιμον, ἐν πράξεσι καθαρόν, ἐν διαίτῃ κόσμιον, βαθεῖαν αὔλακα διὰ φρενὸς καρπούμενον, ἐξ ἧς τὰ κεδνὰ βλαστάνει βουλεύματα;
   "νικώμενοι," φησὶ Πίνδαρος,
   "ἄνδρες ἀγρυξίᾳ δέδενται,"
[c]οὐχ ἁπλῶς οὐδὲ πάντες, ἀλλ' ὅσοι νικωμένους αὑτοὺς ὁρῶσιν ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν ἐπιμελείᾳ χρηστότητι μεγαλοφροσύνῃ φιλανθρωπίαις εὐεργεσίαις· ταῦτ' "ἀποστρέφει τὴν γλῶτταν," ὡς ὁ Δημοσθένης φησίν, "ἐμφράττει τὸ στόμα, ἄγχει, σιωπᾶν ποιεῖ."
   σύ τοι διάφερε τῶν κακῶν· ἔξεστι γάρ.
εἰ θέλεις ἀνιᾶν τὸν μισοῦντα, μὴ λοιδόρει κίναιδον μηδὲ μαλακὸν μηδ' ἀκόλαστον μηδὲ βωμολόχον μηδ' ἀνελεύθερον, ἀλλ' αὐτὸς ἀνὴρ ἴσθι καὶ σωφρόνει καὶ ἀλήθευε καὶ χρῶ φιλανθρώπως καὶ [d] δικαίως τοῖς ἐντυγχάνουσιν. ἂν δὲ λοιδορῆσαι προαχθῇς, ἄπαγε πορρωτάτω σεαυτὸν ὧν λοιδορεῖς ἐκεῖνον. ἐνδύου τῇ ψυχῇ, περισκόπει τὰ σαθρά, μή τίς σοί ποθεν ὑποφθέγγηται κακία τὸ τοῦ τραγῳδοῦ
   ἄλλων ἰατρὸς αὐτὸς ἕλκεσιν βρύων.
ἂν ἀπαίδευτον εἴπῃς, ἐπίτεινε τὸ φιλομαθὲς ἐν σεαυτῷ καὶ φιλόπονον· ἂν δειλόν, ἔγειρε μᾶλλον τὸ θαρραλέον καὶ ἀνδρῶδες· κἂν ἀσελγῆ καὶ ἀκόλαστον, ἐξάλειφε τῆς ψυχῆς εἴ τι λανθάνον ἐστὶ φιληδονίας ἴχνος. οὐδὲν γὰρ αἴσχιόν ἐστι βλασφημίας παλινδρομούσης οὐδὲ λυπηρότερον, ἀλλ' ἔοικε καὶ τοῦ φωτὸς τὸ ἀνακλώμενον μᾶλλον ἐνοχλεῖν τὰς ἀσθενεῖς ὁράσεις καὶ τῶν ψόγων οἱ πρὸς αὐτοὺς ἀναφερόμενοι τοὺς ψέγοντας ὑπὸ τῆς [e] ἀληθείας. ὡς γὰρ ὁ καικίας τὰ νέφη, καὶ ὁ φαῦλος βίος ἐφ' ἑαυτὸν ἕλκει τὰς λοιδορίας.


4. Επιπλέον, πρόσεξε την άποψη του Διογένη1, φιλοσοφική και πολιτική μαζί: «Πως αμύνομαι απέναντι στον εχθρό; Με το να γίνομαι ο ίδιος καλός κι αγαθός». Οι άνθρωποι δυσφορούν πολύ όταν βλέπουν τα άλογα των εχθρών τους να τα πηγαίνουν καλά και όταν τα σκυλιά τους επαινώνταιΣ1. Στη θέα ενός εύφορου και φροντισμένου χωραφιού ή ενός κήπου γεμάτου πλούσια βλάστηση δυσανασχετούνΣ2. Σκέψου: Τι θα σκεφτόντουσαν αν εσύ παρουσιαζόσουν έντιμος, έξυπνος και με χρηστά ήθη, δεινός ρήτορας, καθαρός στις πράξεις, με τη ζωή σου σε τάξη,

"βαθύ καρπολογόντας μες στο νου σου αυλάκι,
απ' ούθε οί καλοστόχαστες βουλές βλασταίνουν;"2


"Οι νικημένοι", λέει ο Πίνδαρος3, "είναι δεμένοι με τις αλυσίδες της βαθιάς σιωπής,"

όχι απόλυτα και όχι όλοι, αλλά μόνον εκείνοι που βλέπουν να τους νικούν οι εχθροί τους στην επιμέλεια, στα χρηστά ήθη, στην μεγαλοφροσύνη, στις φιλανθρωπίες και τις ευεργεσίες. Αυτά είναι που, όπως λέει ο Δημοσθένης4, «παραλύουν τη γλώσσα, κλείνουν το στόμα, μπουκώνουν το λαιμό, επιβάλλουν σιωπή.»

Εσύ λοιπόν να διαφέρεις από τους κακούς,
διότι το μπορείς5.


Αν θες να διεγείρεις αυτόν που σε μισεί, εσύ μην τον λοιδορείς ως κίναιδο, ούτε μαλθακό, ούτε ακόλαστο, ούτε βωμολόχο ή ανελεύθερο6, αλλά συ ο ίδιος στάσου άνδρας, δείξου μυαλωμένο, αληθινός και όλους όσους έχουν να κάνουν μαζί σου να τους φέρεσαι με φιλανθρωπία και δικαιοσύνη. Αν παρασυρθείς στο να λοιδορήσεις κάποιον, απομακρύνσου όσο πιο μακριά μπορείς από αυτά για τα οποία εσύ τον λοιδορείς. Μπες μέσα στην ψυχή σου, δες εκεί μέσα ό, τι σάπιο υπάρχει έτσι ώστε κάποια κακία που κρύβεται εκεί να μην σου ψιθυρίσει τα λόγια του τραγωδού:

Εσύ θα θεραπεύσεις άλλους;
Συ που ο ίδιος γεμάτος είσ' αρρώστιες;7


Αν πεις αμόρφωτο τον εχθρό σου, προσπάθησε να εντείνεις την αγάπη για τη δική σου μόρφωση και την φιλοπονία. Κι αν δειλό τον πεις, σήκωσε ακόμα πιο ψηλά το δικό σου θάρρος και τον ανδρισμό σου. Αν τον πεις ασελγή κι ακόλαστο, εξάλειψε από την ψυχή σου κάθε ίχνος φιληδονίας που μπορεί να κρύβεται εκεί απαρατήρητο, γιατί τίποτα δεν είναι πιο αισχρό ή οδυνηρό από την κακολογία που επιστρέφει πίσω στον αποστολέα της. Έτσι, όπως το ανακλώμενο φως είναι πιο ενοχλητικό σε όσους έχουν αδύναμη όραση, έτσι και οι μομφές είναι πιο ενοχλητικές όταν από την αλήθεια επιστρέφουν πάλι πίσω σε αυτούς που τις εκτόξευσαν. Όσο σίγουρο είναι ότι ο βορειοανατολικός άνεμος φέρνει σύννεφα τόσο είναι και το ότι η φαύλη ζωή τραβά πίσω στον εαυτό της τη λοιδορία που εκτόξευσε.

1. Αναφέρεται ξανά στα Ηθικά, 21e.

Σ1, Σ2: Εννοεί τα χωράφια, κήπους, άλογα και σκύλους του εχθρού.

2. Αισχύλου, Επτά επί Θήβας, 593. Επαναλαμβάνεται στα Ηθικά, 32d, 186b και στον Βίο Αριστείδους, κεφ. 3, (320b).

3. Πίνδαρος, Frag. 229 (ed. Christ).

4. Δημοσθένης, Or. xix. (De falsa legatione) 208 (p. 406).

5. Ευριπίδη, Ορέστης, 251.

6. Πίνδαρος, Frag. 229 (ed. Christ).

7. Από ένα άγνωστο έργο του Ευριπίδη, βλ. Nauck, Trag. Graec. Frag., Ευριπίδης, No. 1086; Ο Πλούταρχος αναφέρει το στίχο ξανά στα Ηθικά, 1f, 481a και 1110e.
 
Πρωτότυπο κείμενο:
5. Ὁ μὲν οὖν Πλάτων ὁσάκις ἀσχημονοῦσιν ἀνθρώποις παραγένοιτο, πρὸς αὑτὸν εἰώθει λέγειν "μή που ἄρ' ἐγὼ τοιοῦτος;" ὁ δὲ λοιδορήσας τὸν ἑτέρου βίον ἂν εὐθὺς ἐπισκοπῇ τὸν ἑαυτοῦ καὶ μεθαρμόττῃ πρὸς τοὐναντίον ἀπευθύνων καὶ ἀποστρέφων, ἕξει τι χρήσιμον ἐκ τοῦ λοιδορεῖν, ἄλλως ἀχρήστου καὶ κενοῦ δοκοῦντος εἶναι καὶ ὄντος.
   Οἱ μὲν οὖν πολλοὶ γελῶσιν, ἄν τις ὢν φαλακρὸς ἢ [f] κυρτὸς ἑτέρους εἰς ταῦτα λοιδορῇ καὶ σκώπτῃ· γελοῖον δ' ὅλως ἐστὶ τὸ λοιδορεῖν καὶ σκώπτειν ὁτιοῦν ἀντιλοιδορηθῆναι δυνάμενον, ὡς Λέων ὁ Βυζάντιος ὑπὸ κυρτοῦ λοιδορηθεὶς εἰς τὴν τῶν ὀμμάτων ἀσθένειαν, "ἀνθρώπινον," ἔφη, "πάθος ὀνειδίζεις, ἐπὶ τοῦ νώτου φέρων τὴν νέμεσιν." οὐκοῦν μηδὲ μοιχὸν λοιδορήσῃς, αὐτὸς ὢν παιδομανής, μηδ' ἄσωτον, αὐτὸς ὢν ἀνελεύθερος.
   ἀνδροκτόνου γυναικὸς ὁμογενὴς ἔφυς
πρὸς τὸν Ἄδραστον ὁ Ἀλκμέων. τί οὖν ἐκεῖνος; οὐκ ἀλλότριον ἀλλ' ἴδιον αὐτῷ προφέρων ὄνειδος
[89][a]    σὺ δ' αὐτόχειρ γε μητρὸς ἥ σ' ἐγείνατο.
πρὸς τὸν Κράσσον ὁ Δομίτιος, "οὐ σὺ μυραίνης ἐν ζωγρείῳ σοι τρεφομένης εἶτ' ἀποθανούσης ἔκλαυσας;" καὶ ὁ ἕτερος "οὐ σὺ τρεῖς γυναῖκας ἐκκομίσας οὐκ ἐδάκρυσας;" οὐκ εὐφυῆ δεῖ τὸν λοιδορησόμενον εἶναι καὶ μεγαλόφωνον καὶ ἰταμόν, ἀλλ' ἀλοιδόρητον καὶ ἀνέγκλητον· οὐδενὶ γὰρ οὕτως ἔοικε προστάττειν ὁ θεὸς ὡς τῷ μέλλοντι ψέγειν ἕτερον τὸ "γνῶθι σαυτόν," ἵνα μὴ λέγοντες ἃ θέλουσιν ἀκούωσιν ἃ μὴ θέλουσι. "φιλεῖ" γὰρ ὁ τοιοῦτος κατὰ τὸν Σοφοκλέα
   γλῶσσαν ἐκχέας μάτην
   ἄκων ἀκούειν οὓς ἑκὼν εἴπῃ λόγους.


5. O Πλάτων,1 κάθε φορά που βρισκόταν με συντροφιά ανθρώπων που είχαν απρεπή συμπεριφορά, συνήθιζε να αναρωτιέται: "Μήπως άραγε κι εγώ είμαι σαν αυτούς;" Αλλά αν εκείνος που λοιδορεί τη ζωή κάποιου άλλου2 ευθύς αμέσως μελετήσει προσεκτικά τη δική του και την αναπροσαρμόσει στρέφοντάς την προς την αντίθετη κατεύθυνση, κάτι χρήσιμο θα έχει κερδίσει από αυτή την λοιδορία, αλλιώς αυτή θα φανεί όχι μόνο άχρηστη και κενή αλλά και βάσιμη.
Οι πιο πολλοί γελούν αν κάποιος φαλακρός ή κάποιος καμπούρης λοιδορεί και χλευάζει άλλους για αυτά τα χαρακτηριστικά. Και είναι εντελώς γελοίο το να λοιδορείς και να χλευάζεις για πράγματα με τα οποία ο άλλος μπορεί να σου ανταπαντήσει με παρόμοια λοιδορία, όπως συνέβη με το Λέοντα από το Βυζάντιο που όταν τον χλεύασε ένας καμπούρης για την αδύναμη όρασή του, απάντησε: «Με κοροϊδεύεις για κάτι που είναι ανθρώπινο, εσύ που στην πλάτη σου κουβαλάς τη νέμεση!" Γιαυτό λοιπόν μην χλευάσεις μοιχό αν εσύ είσαι παιδομανής, ούτε άσωτο ενώ εσύ κι είσαι.
Σόι σου είν΄ αυτή που σκότωσε τον άντρα της,
ήταν τα λόγια του Αλκέωνα προς τον Άδραστο. Και τι απαντά ο Άδραστος; Μέμφεται τον άλλον για μια επαίσχυντη πράξη που είναι όλη δική του:
Κι εσύ o ίδιος με τα χέρια σου σκότωσες τη μάνα που σε γέννησε4
Ο Δομίτιος παρατήρησε στον Κράσσο: "Δεν θρήνησες κάποτε το χαμό μιας μύραινας5 που σου την φροντίζανε σε ενυδρείο;" Κι ο άλλος του απάντησε: "Κι εσύ έθαψες τρεις γυναίκες σου και δεν δάκρυσες ούτε στάλα!" Εκείνος που θέλει να λοιδορεί τους άλλους δεν χρειάζεται να είναι ούτε έξυπνος, ούτε ιταμός ούτε να είναι μεγαλόφωνος, πρέπει όμως ο ίδιος να είναι άμεμπτος και αψεγάδιαστος, επειδή σε κανέναν ο θεός δεν φαίνεται να προστάζει τόσο έντονα το «γνώρισε τον εαυτό σου" όσο σε εκείνον που σκοπεύει να επικρίνει κάποιον, ούτως ώστε λέγοντας αυτά που θέλει να πει να μην πρέπει να ακούσει αυτά που δεν θέλει να ακούσει. Για έναν τέτοιον άνθρωπο, όπως το θέτει ο Σοφοκλής,
Φλυαρώντας απερίσκεπτα,
είναι συνηθισμένος να ακούει,
χωρίς να το θέλει,
λόγια που ο ίδιος πρόθυμα τα λέει.


1. Αυτή η παρατήρηση του Πλάτωνα παρατίθεται επίσης στα Ηθικά, 40Α, 129Α, & 463Ε.

2 Ηθικά, 823b, και Nauck, Trag. Graec. Frag., Adespota, No. 75. Αυτή η παρατήρηση του Πλάτωνα παρατίθεται επίσης στα Ηθικά, 40d, 129d, και 463e.

3. Πρβλ. 633C, για μια ελαφρώς διαφορετική εκδοχή της ιστορίας.

4. Aπό τoν Αλκμέωνα του Ευριπίδη, Βλ. Nauck, TGF, Αδέσποτα, αρ. 358. Αναφέρεται επίσης στα Ηθικά 35d.

5. Κατοικίδιο χέλι.
 
Πρωτότυπο κείμενο:
6. Τουτὶ μὲν οὖν ἔνεστι τῷ λοιδορεῖν τὸν ἐχθρὸν ὠφέλιμον καὶ χρήσιμον· οὐκ ἔλαττον δ' ἑτέρῳ, τῷ λοιδορεῖσθαι καὶ κακῶς ἀκούειν αὐτὸν ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν. ὅθεν ὀρθῶς ὁ Ἀντισθένης εἶπεν ὅτι τοῖς μέλλουσι σῴζεσθαι φίλων δεῖ γνησίων ἢ διαπύρων ἐχθρῶν· οἱ μὲν γὰρ νουθετοῦντες τοὺς ἁμαρτάνοντας οἱ δὲ λοιδοροῦντες ἀποτρέπουσι. ἐπεὶ δ' ἡ φιλία τὰ νῦν ἰσχνόφωνος γέγονεν ἐν τῷ παρρησιάζεσθαι, καὶ τὸ κολακεῦον αὐτῆς λάλον ἐστί, τὸ [c] δὲ νουθετοῦν ἄναυδον, ἀκουστέον ἐστὶ παρὰ τῶν ἐχθρῶν τὴν ἀλήθειαν. ὡς γὰρ ὁ Τήλεφος οἰκείου μὴ τυγχάνων ἰατροῦ τῷ πολεμικῷ δόρατι τὸ ἕλκος ὑπέθηκεν, οὕτω τοὺς ἀποροῦντας εὐνοίας νουθετούσης ὑπομένειν ἀνάγκη μισοῦντος ἐχθροῦ λόγον, ἂν ἐλέγχῃ καὶ κολάζῃ τὴν κακίαν, σκοποῦντας τὸ ἔργον ἀλλὰ μὴ τὴν γνώμην τοῦ κακῶς λέγοντος. ὥσπερ γὰρ ὁ τὸν Θεσσαλὸν Προμηθέα κτεῖναι διανοηθεὶς ἔπαισε τῷ ξίφει τὸ φῦμα καὶ διεῖλεν οὕτως ὥστε σωθῆναι τὸν ἄνθρωπον καὶ ἀπαλλαγῆναι τοῦ φύματος ῥαγέντος, οὕτω πολλάκις ὑπ' ὀργῆς ἢ ἔχθρας [d] προσπεσοῦσα λοιδορία κακὸν ψυχῆς ἢ ἀγνοούμενον ἢ ἀμελούμενον ἐθεράπευσεν. ἀλλ' οἱ πολλοὶ λοιδορηθέντες οὐ σκοποῦσιν εἰ πρόσεστιν αὐτοῖς τὸ λεγόμενον, ἀλλὰ τί πρόσεστιν ἕτερον τῷ λοιδοροῦντι, καὶ καθάπερ οἱ παλαίοντες τὴν κόνιν οὐχ ἑαυτῶν ἀποψῶσι τὰς λοιδορίας, ἀλλὰ συμπάττουσιν ἀλλήλους εἶτα φύρονται καὶ ἀναχρώννυνται συμπεσόντες ὑπ' ἀλλήλων. δεῖ δ' ἀκούσαντα κακῶς ὑπ' ἐχθροῦ τὸ μὲν προσὸν ἀφαιρεῖν αὑτοῦ μᾶλλον ἢ κηλῖδα προσοῦσαν ἱματίῳ καὶ δειχθεῖσαν· ἂν δέ τις λέγῃ τὰ μὴ προσόντα, ὅμως ζητεῖν τὴν αἰτίαν ἀφ' [e] ἧς ἡ βλασφημία γέγονε, καὶ φυλάττεσθαι καὶ δεδιέναι μή τι λανθάνωμεν ἢ σύνεγγυς ἢ ὅμοιον τῷ λεγομένῳ παραμαρτάνοντες. οἷον Λακύδην τὸν Ἀργείων βασιλέα κόμης τινὸς διάθεσις καὶ βάδισμα τρυφερώτερον εἰς μαλακίαν διέβαλε, καὶ Πομπήιον τὸ ἑνὶ κνᾶσθαι τὴν κεφαλὴν δακτύλῳ πορρωτάτω θηλύτητος καὶ ἀκολασίας ὄντα. Κράσσος δὲ τῶν ἱερῶν μιᾷ παρθένων αἰτίαν ἔσχε πλησιάζειν, χωρίον τι καλὸν ὠνήσασθαι παρ' αὐτῆς βουλόμενος καὶ διὰ τοῦτο πολλάκις ἐντυγχάνων ἰδίᾳ καὶ θεραπεύων. Ποστουμίαν δὲ τὸ γελᾶν [f] προχειρότερον καὶ λαλιᾷ χρῆσθαι θρασυτέρᾳ πρὸς ἄνδρας διέβαλεν, ὥστε κριθῆναι φθορᾶς. εὑρέθη μὲν οὖν καθαρὰ τῆς αἰτίας, ἀπολύσας δ' αὐτὴν ὁ ἀρχιερεὺς Σπόριος Μινούκιος ὑπέμνησε μὴ χρῆσθαι λόγοις ἀσεμνοτέροις τοῦ βίου. Θεμιστοκλεῖ δὲ Παυσανίας μηδὲν ἀδικοῦντι προσετρίψατο τὴν ὑποψίαν τῆς προδοσίας διὰ τὸ χρῆσθαι φίλῳ καὶ γράφειν συνεχῶς καὶ πέμπειν πρὸς αὐτόν.

6. Μπορεί να υπάρχουν λοιπόν πολλά ωφέλιμα και χρήσιμα λοιδορώντας τον εχθρό μας, ωστόσο δεν αποκομίζει λιγότερα οφέλη αυτός που λοιδορείται και διασύρεται από τους εχθρούς του. Έτσι, ορθά ο Αντισθένης1 λέει ότι είναι θέμα αυτοσυντήρησης οι άνθρωποι να χρειάζονται φίλους αληθινούς, κι αν αυτό δεν γίνεται, φανατικούς εχθρούς, επειδή οι πρώτοι με τις συμβουλές και τις παραίνεσεις και οι δεύτεροι με τις λοιδορίες τους, τους αποτρέπουν από σφάλματα. Επειδή όμως οι φωνές των φίλων στις μέρες μας έχουν γίνει ισχνές κι αδύναμες, ως προς την ειλικρίνεια, ενώ η κολακεία είναι βροντερή κι ογκώδης, με τη νουθεσία να είναι μουγγή, αν θέλουμε να ακούμε την αλήθεια τότε θα πρέπει να βασιζόμαστε στους εχθρούς μας. Όπως λοιπόν ο Τήλεφος2, μη βρίσκοντας γιατρό δικό του, υπέβαλε στο εχθρικό δόρυ το τραύμα του για να θεραπευθεί, έτσι κι εκείνοι που είναι αποκομμένοι από την καλοπροαίρετη νουθεσία, είναι αναγκαίο να υπομένουν τα λόγια ενός εχθρού που τους μισεί, αν αυτός ελέγχει κι αποδοκιμάζει τα σφάλματά τους, λαμβάνοντας αυτοί υπόψη τους τα έργα μόνο, και όχι αυτά που έχει στο μυαλό του αυτός που τους δυσφημεί. Όπως λοιπόν εκείνος που είχε πρόθεση να σκοτώσει το Θεσσαλό Προμηθέα3, χτύπησε με το σπαθί του έναν όγκο που είχε ο Προμηθέας στο σώμα του, τον άνοιξε σώζοντάς του έτσι τη ζωή, κι έτσι απαλλάχθηκε από τον όγκο του μέσω της διάρρηξης του, έτσι πολλάκις ο διασυρμός που εξαπολύεται σε κάποιον, πυροδοτώντας τον θυμό ή την εχθρότητα, θεραπεύει λίγο από το κακό στην ψυχή του, που είτε δεν είχε αντιληφθεί ή αδιαφορούσε για αυτό. Όμως οι περισσότεροι, όταν διασύρονται, δεν κάθονται μια στιγμή να σκεφτούν αν η μομφή ισχύει για αυτούς, αλλά προσπαθούν να σκεφτούν ποια άλλη μομφή μπορούν αυτοί να χρησιμοποιήσουν εναντίον του αντιπάλου, και, όπως ακριβώς οι παλαιστές δεν σκουπίζουν από πάνω τους τη σκόνη, έτσι κι αυτοί δεν σκουπίζουν από πάνω τους τη μομφή που δέχθηκαν αλλά λερώνουν ο ένας τον άλλον, με αποτέλεσμα να σπιλώνονται ο ένας από τον άλλον καθώς παλεύουν. Ωστόσο, καλύτερα αυτός που έχει υποστεί μομφή από εχθρό του να απαλλαγεί από το εν λόγω χαρακτηριστικό παρά να απαλλαγεί από κάποιον λεκέ που πρόσεξε πάνω στα ρούχα του. Και αν κάποιος αναφέρει πράγματα τα οποία δεν είναι αληθινά χαρακτηριστικά δικά μας, θα πρέπει, παρόλα αυτά, να επιδιώξουμε να μάθουμε ποια ήταν η αιτία μιας τέτοιας συκοφαντικής επίθεσης εναντίον μας, και θα πρέπει να επαγρυπνούμε, με το φόβο ότι μπορεί να διαπράξουμε άθελά μας κάποιο λάθος είτε πλησιάζοντας σε αυτό ή κάνοντας κάτι που να του μοιάζει. Παράδειγμα: υπήρξε μια αδικαιολόγητη υποψία θυληπρέπειας για τον Λακύδη, βασιλιά των Αργείων, εξαιτίας του ιδιαίτερου χτενίσματός και του βαδίσματός του, κι ο Πομπήιος4 υπέστη τα ίδια, εξαιτίας της συνήθειάς να ξύνει το κεφάλι του με το ένα του δάχτυλο, αν και απείχε πολύ από το να χαρακτηριστεί θηλυπρεπής κι ακόλαστος. Ο Κράσσος5 κατηγορήθηκε πως είχε πολλή οικειότητα με μια από τις παρθένες του ναού, ενώ το μόνο που επιθυμούσε αυτός ήταν να αγοράσει από αυτήν ένα καλό χωράφι και για αυτό το λόγο τη συναντούσε συχνά και της έδινε μεγάλη προσοχή. Και πάλι, τα αυθόρμητα γέλια της Ποστουμίας6 και οι υπέρ του δέοντως τολμηρές συζητήσεις της σε αντρικές συντροφιές την έθεσαν υπό άδικη υποψία, έτσι που δικάστηκε για ηθική διαφθορά. Βρέθηκε αθώα της κατηγορίας, αλλά αφήνοντάς την ελεύθερη ο αρχιερέας Σπόριος Μινούκιος της υπενθύμισε να μην χρησιμοποιεί λόγια που έχουν λιγότερη αξιοπρέπεια από όση η ζωή της. Κι ο Παυσανίας στον Θεμιστοκλή7, ο οποίος δεν είχε κάνει τίποτε κακό, προκάλεσε την υποψία της προδοσίας χρησιμοποιώντας τον ως φίλο και με το να του γράφει και να του στέλνει συνεχώς επιστολές.

1. Ο Διογένης θεωρείται ο πατέρας αυτής της φράσης, που συναντάται άλλες 2 φορές στα Ηθικά (74c & 82a). Ένα χειρόγραφο εμφανίζει εδώ τον Διογένη αντί του Αντισθένη.

2. Πολλές οι αναφορές σε αυτή την ιστορία, αρκεί το Ηθικά, Περί του ακούειν, 46f.

3. Προφανώς ένα παρατσούκλι του Ιάσονα των Φερών και εν πάση περιπτώσει αυτή η ιστορία για τον Ιάσονα λέγεται και από τον Κικέρωνα, De natura deorum, iii. (70), Πλίνιος, Nat. Hist. vii. 51, και Βαλέριος Μάξιμος, i. 8. Πρβλ. και Ξενοφώντος, Ελληνικά, ii. 3. 36.

4. Μνεία αυτής της συνήθειας του Πομπήιου βρίσκεται επίσης στο Ηθικά, 800D, στον Βίο Πομπηίου, κεφ. xiviii. (σελ. 645Α), και στον Βίο Ιουλίου Καίσαρα, κεφ. iv (σελ. 709Β).

5. Η ιστορία αυτή αναφέρεται πληρέστερα στον Πλουτάρχου, Βίος Κράσσου, κεφ. i. (543b).

6. Μια παρθένα της θεάς Εστίας (Vesta), πρβλ. Λίβιος, iv. 44.

7. Θουκυδίδη Ιστορίαι, Βιβλίο 1, 135. Bλ. επίσης Πλουτάρχου, Βίος Θεμιστοκλή, κεφ. 23 (123 c).
 
Πρωτότυπο κείμενο:
7. Ὅταν οὖν λεχθῇ τι μὴ ἀληθές, οὐχ ὅτι ψεῦδός ἐστι δεῖ καταφρονεῖν καὶ ἀμελεῖν, ἀλλὰ σκοπεῖν τί τῶν ὑπὸ σοῦ λεγομένων ἢ πραττομένων ἢ σπουδαζομένων [90] [a] ἢ συνόντων ὁμοιότητα τῇ διαβολῇ παρέσχηκε, καὶ τοῦτο διευλαβεῖσθαι καὶ φεύγειν. εἰ γὰρ ἕτεροι πράγμασιν ἀβουλήτοις περιπεσόντες διδάσκονται τὸ χρήσιμον, ὥσπερ ἡ Μερόπη φησίν

   αἱ τύχαι δέ με
   μισθὸν λαβοῦσαι τῶν ἐμῶν τὰ φίλτατα
   σοφὴν ἔθηκαν,

τί κωλύει διδάσκαλον ἄμισθον λαβόντα τὸν ἐχθρὸν ὠφεληθῆναι καὶ μαθεῖν τι τῶν λανθανόντων; πολλὰ γὰρ ὁ ἐχθρὸς αἰσθάνεται τοῦ φίλου μᾶλλον ("τυφλοῦται" γὰρ "τὸ φιλοῦν περὶ τὸ φιλούμενον," ὡς ὁ Πλάτων φησί), τῷ δὲ μισεῖν μετὰ τοῦ πολυπραγμονεῖν καὶ τὸ λαλεῖν ἔνεστιν. ὁ Ἱέρων ὑπό τινος τῶν ἐχθρῶν εἰς τὴν δυσωδίαν ἐλοιδορήθη τοῦ στόματος. ἐλθὼν οὖν οἴκαδε πρὸς τὴν γυναῖκα "τί λέγεις;" εἶπεν, "οὐδὲ σύ μοι τοῦτ' ἔφρασας." ἡ δ' οὖσα σώφρων καὶ ἄκακος "ᾤμην," εἶπεν, "ὅτι τοιοῦτο πάντες ὄζουσιν οἱ ἄνδρες." οὕτω καὶ τὰ αἰσθητικὰ καὶ τὰ σωματικὰ καὶ τὰ καταφανῆ πᾶσι παρὰ τῶν ἐχθρῶν μαθεῖν πρότερον ἔστιν ἢ τῶν φίλων καὶ συνήθων.


7. Όταν λοιπόν λεχθεί κάτι αναληθές, μην το περιφρονείς και μην το παραμελείς επειδή είναι ψέμα, αλλά εξέτασε ποια δικιά σου λέξη, ή πράξη, ή επιδίωξη ή συναναστροφή προσέφερε λαβή στη συκοφαντία και τότε πρόσεξε αυτό με επιμέλεια να το αποφεύγεις. Γιατί αν οι άλλοι, εμπλεκόμενοι σε ανεπιθύμητες για αυτούς καταστάσεις όμως κάτι χρήσιμο διδάσκονται από αυτές, όπως ακριβώς λέει και η Μερόπη ότι

Η άστατη Μοίρα πήρε από μένα ό,τι πιο αγαπημένο είχα αμοιβή της που μ' έκανε σοφότερη,1

τί σ' εμποδίζει νά 'χεις άμισθο δάσκαλο τον εχθρό σου κι έτσι να επωφεληθείς και κάτι να διδαχθείς από αυτά που ως τώρα αγνοούσες; Γιατί πολλά περισσότερα για μας αντιλαμβάνεται ο εχθρός παρά ο φίλος, καθώς, όπως λέει ο Πλάτωνας2, "η αγάπη είναι τυφλή για αυτό που αγαπάμε", ενώ το μίσος κι η περιέργεια λύνουν τη γλώσσα. Ο Ιέρωνας3 λοιδωρήθηκε κάποτε από έναν εχθρό του για τη δυσοσμία της αναπνοής του, έτσι όταν πήγε σπίτι είπε στη γυναίκα του: "Τι έχεις να πεις; Ακόμα κι εσύ δεν μου το είπες ποτέ." Αλλά εκείνη, μυαλωμένη κι αθώα όπως ήταν, του απάντησε: "Νόμιζα πως όλοι η άνδρες μυρίζουν έτσι." Έτσι έχουν και τα πράγματα τα οποία είναι αντιληπτά με τις αισθήσεις, υλικά και καταφανή σε όλο τον κόσμο, που μπορούν να γίνουν αντιληπτά πιο γρήγορα από τους εχθρούς μας παρά από τους φίλους μας και τις στενές μας συναναστροφές.

1. Από τον Κρεσφόντη, μια χαμένη τραγωδία του Ευριπίδη, Nauck, Trag. Graec. Frag., Ευριπίδης, No. 458.

2. Πλάτων, Νόμοι, 731e. Η φράση αυτή επαναλαμβάνεται μερικές σελίδες πιο κάτω στο Ηθικά 92e, καθώς επίσης και στα Ηθικά, 48e & 1000a.

3. Η ιστορία επαναλαμβάνεται στα Ηθικά, 175 Β, και από άλλους συγγραφείς.
 
(Μαθήματα νιρβάνας από τον Πλούταρχο . . . )

8. Αλλά, πέρα από την εγκράτεια της γλώσσας, που δεν είναι και μικρή αρετή, κάποιος είναι αδύνατο να συνεχώς να βρίσκεται υποταγμένος και υπάκουος στη λογική, εκτός αν με την κατάρτιση, την εξάσκηση και την προσπάθεια καταφέρει να κυριαρχήσει πάνω στα χειρότερα από τα πάθη του, όπως για παράδειγμα είναι η οργή. Γιατί η

φωνή που ξεφεύγει αθέλητα1

και

ο λόγος που ξέφυγε από τη φυλακή των δοντιών2,

και το

κάποια από τα λόγια που φτερουγίζουν πιο μπροστά από τον εαυτό τους3,

είναι όλα περιπτώσεις χαρακτήρων αρκετά απαίδευτων, ασταθών και κυκλοθυμικών, να το πω έτσι, λόγω της αδυναμίας της θέλησής τους, εξαιτίας της ισχυρογνωμοσύνης τους και του απερίσκεπτου τρόπου ζωής τους. Για μια μόνο λέξη, που είναι το πιο ελαφρύ πράγμα στον κόσμο, επέρχεται η πιο βαριά τιμωρία, από τους θεούς κι από τους ανθρώπους, σύμφωνα με το θεϊκό Πλάτωνα4. Όμως η σιωπή δεν γίνεται πάντα να θεωρείται ανεύθυνη (είναι αυτή κάτι παραπάνω από μια πρόληψη κατά της δίψας^, όπως λέει ο Ιπποκράτης5), και εν μέσω λοιδορίας είναι αξιοπρεπής6 και σωκρατική, ή ηράκλεια μάλλον, αν αληθεύει ότι ο Ηρακλής

Ούτε όσο πρόσεχε μια μύγα που πετούσε
δεν πρόσεχε τα λόγια που λεγόντουσαν από μίσος7.

Πράγματι, δεν υπάρχει τίποτα πιο αξιοπρεπές και ευγενές από το να διατηρεί κανείς μια ήρεμη στάση απέναντι στον εχθρό που τον λοιδορεί,

περνώντας από το πλάι της χλεύης κάποιου,
όπως αυτοί που κολυμπώντας,
περνούν πλάι από έναν απόκρημνο βράχο8,

αλλά πολύ πιο σημαντική είναι η πρακτική εξάσκηση. Άπαξ και συνηθίσεις να αντέχεις σιωπηλά την κακοήθεια ενός εχθρού, ευκολότερα μετά θα αντέχεις την επίθεση της γυναίκας σου, και, χωρίς να παθαίνεις σύγχυση, με υπομονή θα ακούς τα πιο πικρά λόγια ενός φίλου ή ενός αδελφού, κι όταν τύχει να δεχθείς επίθεση από τον πατέρα ή τη μάνα σου, δεν θα δείξεις κανένα σημάδι πάθους ή οργής. Παράδειγμα ο Σωκράτης που υπέμενε την Ξανθίππη^^9 που ήταν γυναίκα ευέξαπτη και επιθετική, επειδή αυτός σκεφτόταν ότι θα έπρεπε να μην έχει καμία δυσκολία να τα πηγαίνει καλά με τους άλλους, αν μπορούσε να συνηθίσει να τηρεί υπομονετική στάση απέναντί σε αυτήν. Όμως, καλύτερο είναι να προφυλάξεις αυτήν σου την εκπαίδευση από τις υβριστικές, οργισμένες, χλευαστικές και καταχρηστικές επιθέσεις εχθρών και τρίτων, και ως εκ τούτου να συνηθίσεις στην ψυχραιμία και στην αταραξία κι ούτε στιγμή να μην χάνεις την υπομονή σου όταν σε λοιδορούν.

1, 2, 3. Μια γραφική έκφραση που χρησιμοποιεί ο Όμηρος αρκετές φορές, π.χ. Δ 350: "«Ατρείδη, από τα χείλη σου ποίος εβγήκε λόγος ! ", Ξ 83, , α 64, ψ 70. Η πηγή των άλλων φράσεων είναι άγνωστη. 4. Πλάτων, Νόμοι, 717c & 935a. O Πλούταρχος την αναφέρει και πάλι στα Ηθικά, 456a & 505c. 5. Όταν δεν μιλάμε προλαμβάνουμε τη δίψα, πρβλ. Ηθικά, 515a. 6. π.χ. Δ 350, Ξ 83, α 64, ψ 70. Η πηγή των άλλων δύο τιμές είναι άγνωστη. β) Πλάτων, Νόμοι, 717c & 935a. O Πλούταρχος την αναφέρει και πάλι στα Ηθικά, 456a & 505c. γ) Πρβλ. Ηθικά, 515a. 7. Πηγή άγνωστη. H ιστορία στον Παυσανία, 5, 14, είναι άσχετη. 8. Η πηγή της φράσης είναι άγνωστη. 9. Ξενοφώντα, Συμπόσιο, 2.10.

^ Όσο λιγότερο μιλάς τόσο λιγότερο διψάς
^^ Σύζυγος του Σωκρατη


Mόνον για τολμηρούς:
8. Ἄνευ δὲ τούτου τὴν περὶ τὴν γλῶτταν ἐγκράτειαν, οὐ μικρὸν ἀρετῆς μέρος οὖσαν, ὑπήκοον [c] ἀεὶ τῷ λογισμῷ καὶ πειθήνιον ἔχειν οὐκ ἔνεστιν, ἂν μή τις ἀσκήσει καὶ μελέτῃ καὶ φιλοπονίᾳ τὰ κάκιστα τῶν παθῶν, οἷόν ἐστιν ἡ ὀργή, κατεργάσηται. ἡ γὰρ "ἀκουσίως ἐκπίπτουσα φωνὴ" καὶ τὸ
  
ἔπος φύγεν ἕρκος ὀδόντων,

καὶ τὸ
ἔνια ἐξίπτασθαι τῶν ῥημάτων αὐτόματα
τοῖς ἀνασκήτοις μάλιστα θυμοῖς οἷον ὀλισθάνουσι καὶ διαρρέουσιν ἐπιγίγνεται δι' ἀσθένειαν θυμοῦ, δι' ἀκρατῆ γνώμην, διὰ δίαιταν θρασεῖαν. λόγου δὲ κουφοτάτου πράγματος βαρυτάτη ζημία κατὰ τὸν θεῖον Πλάτωνα καὶ παρὰ θεῶν ἕπεται καὶ παρ' [d] ἀνθρώπων. ἡ δὲ σιγὴ πανταχοῦ μὲν ἀνυπεύθυνον (οὐ μόνον ἄδιψον, ὥς φησιν Ἱπποκράτης), ἐν δὲ λοιδορίαις σεμνὸν καὶ Σωκρατικόν, μᾶλλον δ' Ἡράκλειον, εἴ γε κἀκεῖνος
   οὐδ' ὅσσον μυίας στυγερῶν ἐμπάζετο μύθων.
οὔτι μὴν τούτου σεμνότερον καὶ κάλλιόν ἐστι, τοῦ λοιδοροῦντος ἐχθροῦ τὴν ἡσυχίαν ἄγειν
   λισσάδα πέτραν
   φιλοκέρτομον ὣς παρανηχομένους,
ἀλλὰ μείζων ἡ ἄσκησις. ἂν ἐχθρὸν ἐθισθῇς λοιδοροῦντα φέρειν σιωπῇ, πάνυ ῥᾳδίως οἴσεις γυναικὸς ὁρμὴν κακῶς λεγούσης, καὶ φίλου φωνὰς καὶ ἀδελφοῦ πικροτάτας ἀκούων ὑπομενεῖς ἀθορύβως· πατρὶ δὲ καὶ μητρὶ τυπτόμενος καὶ βαλλόμενος [e] παρέξεις ἄθυμον καὶ ἀμήνιτον σεαυτόν. ὁ μὲν γὰρ Σωκράτης ἔφερε τὴν Ξανθίππην θυμοειδῆ καὶ χαλεπὴν οὖσαν, ὡς εὐκόλως συνεσόμενος ἑτέροις, ἂν ἐκείνην ὑπομένειν ἐθισθῇ· πολὺ δὲ βέλτιον ἐχθρῶν καὶ ἀλλοτρίων ἐγγυμνασάμενον βδελυρίαις καὶ ὀργαῖς καὶ σκώμμασι καὶ λοιδορίαις ἐθίσαι τὸν θυμὸν ἡσυχίαν ἄγειν μηδ' ἀσχάλλειν ἐν τῷ λοιδορεῖσθαι.
 
9. Πρέπει λοιπόν με αυτόν τον τρόπο να δείχνουμε πραότητα και ανεξικακία στους εχθρούς μας, στους φίλους μας απλότητα, μεγαλοψυχία και καλοσύνη. Γιατί δεν είναι τόσο σωστό το να κάνουμε το καλό στον φίλο όσο είναι ντροπή να μην το κάνουμε όταν αυτός το έχει ανάγκη, αλλά ακόμη και το να αποφεύγουμε την εκδίκηση1 απέναντι στον εχθρό όταν μας δίνεται η ευκαιρία είναι κάτι πολύ όμορφο να κάνουμε. Αλλά στην περίπτωση που κάποιος δείχνει συμπόνια απέναντι στον εχθρό που είναι σε θλίψη, και του προσφέρει χείρα βοηθείας όταν βρεθεί σε ανάγκη, και δείχνει κάποια ανησυχία και φροντίδα για τα παιδιά του και για τους οικείους του που θα βρεθούν σε ανάγκη, λέω πως όποιος δεν νιώσει αγάπη για έναν τέτοιο άνθρωπο για την ευμένειά του, ή δεν επαινεί το ήθος του, τότε

έχει μια μαύρη καρδιά από διαμάντι, ή από σίδερο2

Όταν ο Καίσαρας διέταξε να αναστηλωθούν οι αδριάντες του Πομπήιου που είχαν κατεδαφισθεί, ο Κικέρων3 του είπε, "Αναστήλωσες τα αγάλματα του Πομπήιου, κι εξασφάλισες τα δικά σου." Για αυτό δεν πρέπει να υποτιμάται ο έπαινος ή η τιμή κάποιου εχθρού που απόκτησε με δίκαιο τρόπο καλή φήμη. Μια τέτοια στάση κερδίζει μεγαλύτερο έπαινο για εκείνους που την τηρούν, και εμπνέει εμπιστοσύνη, όταν αργότερα κάποιος του παραπονεθεί ότι πράττει έτσι, όχι επειδή μισεί το πρόσωπο, αλλά επειδή αποδοκιμάζει την ενέργεια. Αλλά το καλύτερο και το πιο συμφέρον από όλα, είναι το να αποφεύγει κανείς, όσο περισσότερο μπορεί, να ζηλεύει την τύχη των φίλων του ή την επιτυχία των συγγενών του, αν έχει αποκτήσει τη συνήθεια να επαινεί τους εχθρούς του, και να μην ενοχλείται και να μην τους φθονεί όταν αυτοί ευημερούν. Και όμως, ποια άλλη άσκηση ωφελεί την ψυχή μας περισσότερο ή μας δημιουργεί καλύτερη διάθεση, από αυτή που παίρνει από μας όλη μας τη ζήλια και την τάση μας να φθονούμε;

Όπως λοιπόν πολλά είναι τα απαραίτητα πράγματα στον πόλεμο, αλλά υπό άλλες συνθήκες είναι κακά, άπαξ κι αποκτήσουν την επικύρωση της συνήθειας και των νόμων δεν είναι εύκολο να καταργηθούν από το λαό, ακόμη κι αν αυτός ζημιώνεται από αυτά, έτσι και η εχθρότητα εισάγει το φθόνο και το μίσος κι αφήνει ως κατάλοιπα την ζήλια, τη χαιρεκακία και την εκδικητικότητα. Επιπλέον, η πανουργία, η απάτη και η επιβουλή, που δεν φαίνονται κακά ή άδικα όταν χρησιμοποιούνται εναντίον των εχθρών, άπαξ και βρουν ένα κατάλυμα, μονιμοποιούνται και δύσκολα απαλλάσσεται κανείς από αυτά. Έπειτα, οι άνθρωποι τα χρησιμοποιούν αυτά εναντίον των φίλων τους εξαιτίας της συνήθειας, αν δεν προσέξουν να μην τα χρησιμοποιούν εναντίον των εχθρών τους. Τότε ο Πυθαγόρας4 είχε δίκιο όταν στην προσπάθειά του να συνηθίσει τους ανθρώπους να απέχουν από τη σκληρότητα και την απληστία προς τα ζώα, συνήθιζε να αποτρέπει τους κυνηγούς άγριων πουλιών και αφού αγόραζε κομμάτια ψαριών διέταζε να τα ελευθερώνουν κι απαγόρευε τη θανάτωση ήμερων ζώων, είναι σίγουρα ένα πολύ μεγαλειώδες επίτευγμα, στις διαφωνίες και τους ισχυρισμούς με τους ανθρώπους, για κάποιον να είναι ευγενικός, ειλικρινής και αφελής εχθρός, και να καταστέλλει τις αισχρές, ταπεινές και ατιμωτικές του τάσεις, έτσι που με τους φίλους του να είναι πάντα σταθερός και να συγκρατεί τον εαυτό του από την αδικοπραξία. Ο Σκαύρος ήταν εχθρός του Δομιτίου και κατήγορός του ενώπιον του νόμου5. Ένας υπηρέτης του Δομιτίου επισκέφθηκε τον Σκαύρο πριν τη δίκη, ισχυριζόμενος ότι διέθετε στοιχεία σχετικά με κάποια θέματα που του είχαν διαφύγει. Ο Σκαύρος όμως δεν τον άφησε να μιλήσει και διέταξε τη σύλληψή του και την μεταφορά του πίσω στον αφέντη του (το Δομίτιο). Όταν ο Κάτων κατηγορούσε τον Μουρήνα για δημοκόπο και συνέλεγε τα στοιχεία εναντίον του, τον ακολουθούσαν, σύμφωνα με τη χρήση του χρόνου6, άνδρες που παρακολουθούσαν τα τεκταινόμενα. Συχνά τον ρωτούσαν αν επρόκειτο εκείνη την ημέρα να συλλέξει αποδεικτικά στοιχεία ή να κάνει οποιαδήποτε εργασία σχετικά με την υπόθεση, κι αν αυτός έλεγε "όχι", τον πίστευαν κι απομακρύνονταν. Σε αυτά τα γεγονότα μπορεί να οφείλεται το μεγαλύτερο τεκμήριο της φήμης του Κάτωνα. Όμως καλύτερο και σημαντικότερο είναι αν, έχοντας συνηθίσει να φερόμαστε με ειλικρίνεια απέναντι στους εχθρούς μας, δεν αδικούμε και δεν φερόμαστε ανέντιμα απέναντι στους φίλους μας και στα οικεία μας πρόσωπα.

1. Ξενοφώντα, Συμπόσιο, 2. 10. 2. Τμήμα ενός μεγαλύτερου αποσπάσματος του Πινδάρου, βλ. Πίνδαρος, Frag. 123 (επιμ. Christ) που αναφέρεται και πάλι στα Ηθικά, 558a. 3. Ο Πλούταρχος επαναλαμβάνει αυτήν την ιστορία στα Ηθικά, 205d, στον Βίο του Καίσαρα, κεφ.. lvii. (734e), και στο Βίο του Κικέρωνα, κεφ. xl. (881d). 4. Βλ. Ηθικά, 729e. 5. Για τα γεγονότα βλ. Κικέρωνα, Λόγος για τον βασιλιά Δειόταρο, 11 (31). 6. Επεξηγείται πληρέστερα στον Βίο Κάτωνα του Νεότερου, κεφ. xxi (769b), όπου η ιστορία επαναλαμβάνεται.
 
Top