Καλησπερίζω την ωραία σας συντροφιά! Λίγο αργά σας ανακάλυψα, αλλά κάλλιο αργά παρά ποτέ. Αυτή είναι η πρώτη μου ανάρτηση.
Σκέφτηκα να κάνω μια σύντομη παρουσίαση αυτού του παραγκωνισμένου και, ίσως, παρεξηγημένου πολιτικού κειμένου. Ενέταξα, σωστά πιστεύω, την ανάρτησή μου στην ενότητα "Ιστορία", αφού άλλωστε και ο θουκυδίδειος Επιτάφιος του Περικλή στο ίδιο θέμα αναφέρεται, από εντελώς διαφορετική σκοπιά ασφαλώς. Είμαι μάλιστα βέβαιος ότι αυτό το κείμενο πρέπει να διαβάζεται παράλληλα με τον Επιτάφιο του Περικλή και την "Ἀθηναίων πολιτεία" του Αριστοτέλη. Πριν από την παρουσίαση του κειμένου καθεαυτήν, θεωρώ σκόπιμο να αναφερθώ στα προβλήματα της ταυτότητας του συγγραφέα και της χρονολόγησης του έργου.
Το έργο αυτό παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, γιατί είναι, ίσως, το πρωιμότερο της αρχαίας ελληνικής πεζογραφικής λογοτεχνίας, και αναμφίβολα το πιο προβληματικό της κλασικής φιλολογίας, κυρίως από την άποψη της ταυτότητας του συγγραφέα και της χρονολόγησής του. Το κείμενο βρέθηκε μέσα στα χειρόγραφα του Ξενοφώντα, και γι' αυτό περιλαμβάνεται συχνά στα έργα του. Όμως από την αρχαιότητα ήδη είχε αμφισβητηθεί η ταύτιση του συγγραφέα αυτού με τον Ξενοφώντα, παρά την αντίθετη άποψη του Στοβαίου και των πρώτων λεξικογράφων, που το παρουσίαζαν ως δικό του έργο. Ωστόσο, από την προσεκτική μελέτη των έργων του Ξενοφώντα και τη γνώση του ύφους του, προκύπτει εύκολα πως το πολιτικό αυτό κείμενο με το ακατάστατο, άκομψο και τραχύ ύφος δεν μπορεί να έχει καμία σχέση με τα έργα του Ξενοφώντα, τα οποία διακρίνονται για το απλό, προσηνές και γλυκύ ύφος τους ("αττική μέλισσα" είχε αποκληθεί ο Ξενοφών).
Ξένα προς τον Ξενοφώντα είναι και τα πολλά ιωνικά στοιχεία που εντοπίζονται στο αδέσποτο αυτό κείμενο. Ο συγγραφέας λοιπόν παραμένει άγνωστος, πράγμα που έκανε τους Άγγλους φιλολόγους να του δώσουν το όνομα Old Oligarch (γερο-ολιγαρχικός). Το μόνο κοινό στοιχείο που μπορεί να βρει κανείς ανάμεσα σ' αυτά τα δύο έργα είναι μια αντιδημοκρατική τάση, η οποία πάντως γίνεται ιδιαίτερα αισθητή στο έργο του ανώνυμου συγγραφέα.
Άμεση σχέση με το πρόβλημα της ταυτότητας του έργου έχει και αυτό της χρονολόγησής του. Φαίνεται πως γράφτηκε, όταν η αττική λογοτεχνία ήταν ακόμη στα σπάργανα. Είναι σημαντικό ότι ο συγγραφέας δεν αναφέρεται σε σημαντικά γεγονότα, όπως είναι η σικελική εκστρατεία το 415 - 413 π.Χ. ή η σφαγή (όπως την αποκαλεί ο ίδιος) των Μηλίων το 416 π.Χ., πράγμα που σημαίνει ότι το έργο θα πρέπει να γράφτηκε πριν από το έτος αυτό. Ωστόσο, μερικοί πιστεύουν ότι ίσως ο συγγραφέας του το συνέθεσε και πριν από την έναρξη του πελοποννησιακού πολέμου.
Το σύντομο αυτό κείμενο αποτελεί ένα λίβελο κατά του δημοκρατικού πολιτεύματος της Αθήνας. Ο γερο-ολιγαρχικός βδελύσσεται την αθηναϊκή δημοκρατία. Δεν περιορίζεται όμως στο να στηλιτεύσει απλώς το δημοκρατικό πολίτευμα, αλλά προσπαθεί να μας "δείξει" πώς λειτουργεί η αθηναϊκή κρατική μηχανή· δεν κάνει αντιδημοκρατικό κήρυγμα, αλλά αναλύει τη λειτουργία αυτού του μηχανισμού.
Πίσω όμως από το κάθε επιχείρημά του, που αναμφίβολα ξέρει να το βρίσκει και να το διατυπώνει εύκολα (σε κάποιους κώδικες μάλιστα το έργο επιγράφεται: "Ξενοφῶντος ῥήτορος Ἀθηναίων πολιτεία", και πράγματι το έργο είναι γεμάτο από ρητορικά σχήματα και στάδια αποδείξεων), κρύβεται ένας βαθύς θαυμασμός του για τη δημοκρατία, ο οποίος εκφράζεται μέσω της, άλλοτε άμεσης και άλλοτε έμμεσης, παραδοχής του ότι αυτό το πολίτευμα όχι μόνο επιβιώνει αλλά και ευτυχεί παρά τις "σαθρές" βάσεις του.
Το βασικό του "επιχείρημα" το οποίο, με τον ένα ήτον άλλον τρόπο, διατρέχει το έργο είναι ότι το πολίτευμα αυτό δίνει το προβάδισμα στον δήμο, που γι' αυτόν είναι πονηρός (δηλαδή ενεργεί με κίνητρα ιδιοτελή και έχει ηθικά ελαττώματα λόγω καταγωγής), έναντι των αριστοκρατών, που τους αποκαλεί χρηστούς (δηλαδή ανθρώπους ηθικούς που ενεργούν με γνώμονα τη συνείδησή τους). Είναι φανερό ότι αυτοί οι όροι (πονηροί - χρηστοί) είναι φορτισμένοι με πολιτικά έντονο περιεχόμενο, συχνό χαρακτηριστικό της εποχής. Η εμμονή του να βρίσκει αδύνατα σημεία στο δημοκρατικό πολίτευμα τον παρασύρει συχνά σε υπερβολές και γενικεύσεις.
Για παράδειγμα, κατηγορεί τον αθηναϊκό δήμο για ἀπαιδευσίαν (Ι, 5), πράγμα που ασφαλώς δεν είναι ακριβές: από τις μαρτυρίες που έχουμε συνάγουμε ότι το μορφωτικό επίπεδο ενός μέσου Αθηναίου κατά τον 5ο αιώνα ήταν πολύ υψηλό· κάθε Αθηναίος γνώριζε γραφή και ανάγνωση, έτσι ώστε να μπορεί να διαβάζει τους νόμους και να συμμετέχει στις κληρώσεις για τις φυλές. Άλλωστε, δεν μπορεί να χαρακτηρίζεται απαίδευτο ένα κοινό το οποίο μπορούσε να παρακολουθεί άνετα τραγωδίες και κωμωδίες.
Αλλού πάλι (Ι, 10) αναφέρεται στην πλεονεκτική θέση των δούλων ισχυριζόμενος ότι κανένας δεν έχει το δικαίωμα να χειροδικήσει πάνω σε δούλο και ότι κανείς δούλος δεν θα σου κάνει τη χάρη να παραμερίσει για να περάσεις. Τα πράγματα όμως δεν είναι ακριβώς έτσι: ένα δικό σου δούλο μπορούσες να τον δείρεις όσο ήθελες (όχι όμως έναν ξένο δούλο ή μέτοικο), σίγουρα όμως η θέση των δούλων δεν ήταν τόσο άγρια όσο σε παλαιότερες εποχές.
Στην ίδια παράγραφο αναφέρει πως οι ελεύθεροι πολίτες δεν υπερτερούσαν καθόλου σε σχέση με τους δούλους ως προς την εμφάνιση. Κι αυτό όμως αποτελεί γενίκευση, γιατί δεν μπορούσε να υπάρξει σύγχυση ανάμεσα π.χ. στον Περικλή ή τον Αλκιβιάδη και ένα δούλο. Ο συλλογισμός του γερο-ολιγαρχικού δεν στέκει, γιατί ο ίδιος ο Περικλής (στον Επιτάφιο) τονίζει την τάση των συμπολιτών του για τρυφή, και γενικά ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι οι Αθηναίοι διατηρούσαν κάποια κομψότητα στην εμφάνισή τους, κατάλοιπο της ιωνικής τους καταγωγής. Σύγχυση θα μπορούσε να υπάρχει ανάμεσα σ' ένα δούλο και σ' ένα αγρότη, γιατί στον τελευταίο η οικονομική άνεση ήταν μάλλον άγνωστη.
Συνεχίζοντας για τα "δικαιώματα" των δούλων ο συγγραφέας ισχυρίζεται (Ι, 12) ότι η αθηναϊκή δημοκρατία παραχωρεί ἰσηγορίαν στους δούλους και στους ελεύθερους, πράγμα που αποτελεί μία ακόμη υπερβολή, γιατί ξέρουμε ότι οι δούλοι μόνο δυο λόγια μπορούσαν να πουν κι όχι να αγορεύσουν ενώπιον της Εκκλησίας του Δήμου. Υπάρχουν κι άλλες υπερβολές και γενικεύσεις, μικρότερης σημασίας.
Ωστόσο, ο γερο-ολιγαρχικός έχει και δίκιο σε ορισμένες περιπτώσεις: λέει π.χ. (Ι, 2) ότι χάρη στον στόλο της η Αθήνα έγινε μεγάλη δύναμη, αλλά η κινητήρια δύναμη του στόλου ήταν οι θήτες, οι οποίοι στρατολογούνταν ως κωπηλάτες. Έτσι, ο στόλος έδινε το δικαίωμα στους θήτες να ασκούν πολιτικό έλεγχο και τους εξασφάλιζε πολιτικά δικαιώματα. Αυτή βέβαια η διαπίστωση δεν ανήκει μόνο στον γερο-ολιγαρχικό αλλά και σε άλλους, ανάμεσα στους οποίους είναι και ο Αριστοτέλης, ο οποίος στα Πολιτικά του (1291 b) μιλάει για "δημοκρατία των πλοίων".
Δίκιο έχει επίσης ο συγγραφέας, όταν (ΙΙΙ, 8) επικρίνει τον τρόπο απονομής της δικαιοσύνης αναφερόμενος στη δυσαρέσκεια των συμμάχων της Αθήνας, οι οποίοι αναγκάζονταν να ταξιδέψουν στην Αθήνα για διεκδίκαση υποθέσεων που αφορούσαν διαφορές τους με Αθηναίους πολίτες.
Σωστή είναι και η διαπίστωση του συγγραφέα (ΙΙΙ, 5) ότι πολλές υποθέσεις εκκρεμούσαν για μεγάλο χρονικό διάστημα λόγω του υπερφόρτου εργασίας των δημόσιων υπηρεσιών· λέει μάλιστα ότι προς "θεραπεία" αυτού του προβλήματος μεγάλη διάδοση είχαν και οι δωροδοκίες, οι οποίες όμως δεν ήταν ικανές να αποτρέψουν αποτελεσματικά τις καθυστερήσεις.
Τέλος, ως προς τη στάση των Αθηναίων απέναντι στους συμμάχους τους, ο γερο-ολιγαρχικός δεν προσθέτει τίποτε το άξιο λόγου σε σχέση με όσα ξέρουμε από τις δημηγορίες του Θουκυδίδη και από άλλες πηγές.
Σκέφτηκα να κάνω μια σύντομη παρουσίαση αυτού του παραγκωνισμένου και, ίσως, παρεξηγημένου πολιτικού κειμένου. Ενέταξα, σωστά πιστεύω, την ανάρτησή μου στην ενότητα "Ιστορία", αφού άλλωστε και ο θουκυδίδειος Επιτάφιος του Περικλή στο ίδιο θέμα αναφέρεται, από εντελώς διαφορετική σκοπιά ασφαλώς. Είμαι μάλιστα βέβαιος ότι αυτό το κείμενο πρέπει να διαβάζεται παράλληλα με τον Επιτάφιο του Περικλή και την "Ἀθηναίων πολιτεία" του Αριστοτέλη. Πριν από την παρουσίαση του κειμένου καθεαυτήν, θεωρώ σκόπιμο να αναφερθώ στα προβλήματα της ταυτότητας του συγγραφέα και της χρονολόγησης του έργου.
Το έργο αυτό παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, γιατί είναι, ίσως, το πρωιμότερο της αρχαίας ελληνικής πεζογραφικής λογοτεχνίας, και αναμφίβολα το πιο προβληματικό της κλασικής φιλολογίας, κυρίως από την άποψη της ταυτότητας του συγγραφέα και της χρονολόγησής του. Το κείμενο βρέθηκε μέσα στα χειρόγραφα του Ξενοφώντα, και γι' αυτό περιλαμβάνεται συχνά στα έργα του. Όμως από την αρχαιότητα ήδη είχε αμφισβητηθεί η ταύτιση του συγγραφέα αυτού με τον Ξενοφώντα, παρά την αντίθετη άποψη του Στοβαίου και των πρώτων λεξικογράφων, που το παρουσίαζαν ως δικό του έργο. Ωστόσο, από την προσεκτική μελέτη των έργων του Ξενοφώντα και τη γνώση του ύφους του, προκύπτει εύκολα πως το πολιτικό αυτό κείμενο με το ακατάστατο, άκομψο και τραχύ ύφος δεν μπορεί να έχει καμία σχέση με τα έργα του Ξενοφώντα, τα οποία διακρίνονται για το απλό, προσηνές και γλυκύ ύφος τους ("αττική μέλισσα" είχε αποκληθεί ο Ξενοφών).
Ξένα προς τον Ξενοφώντα είναι και τα πολλά ιωνικά στοιχεία που εντοπίζονται στο αδέσποτο αυτό κείμενο. Ο συγγραφέας λοιπόν παραμένει άγνωστος, πράγμα που έκανε τους Άγγλους φιλολόγους να του δώσουν το όνομα Old Oligarch (γερο-ολιγαρχικός). Το μόνο κοινό στοιχείο που μπορεί να βρει κανείς ανάμεσα σ' αυτά τα δύο έργα είναι μια αντιδημοκρατική τάση, η οποία πάντως γίνεται ιδιαίτερα αισθητή στο έργο του ανώνυμου συγγραφέα.
Άμεση σχέση με το πρόβλημα της ταυτότητας του έργου έχει και αυτό της χρονολόγησής του. Φαίνεται πως γράφτηκε, όταν η αττική λογοτεχνία ήταν ακόμη στα σπάργανα. Είναι σημαντικό ότι ο συγγραφέας δεν αναφέρεται σε σημαντικά γεγονότα, όπως είναι η σικελική εκστρατεία το 415 - 413 π.Χ. ή η σφαγή (όπως την αποκαλεί ο ίδιος) των Μηλίων το 416 π.Χ., πράγμα που σημαίνει ότι το έργο θα πρέπει να γράφτηκε πριν από το έτος αυτό. Ωστόσο, μερικοί πιστεύουν ότι ίσως ο συγγραφέας του το συνέθεσε και πριν από την έναρξη του πελοποννησιακού πολέμου.
Το σύντομο αυτό κείμενο αποτελεί ένα λίβελο κατά του δημοκρατικού πολιτεύματος της Αθήνας. Ο γερο-ολιγαρχικός βδελύσσεται την αθηναϊκή δημοκρατία. Δεν περιορίζεται όμως στο να στηλιτεύσει απλώς το δημοκρατικό πολίτευμα, αλλά προσπαθεί να μας "δείξει" πώς λειτουργεί η αθηναϊκή κρατική μηχανή· δεν κάνει αντιδημοκρατικό κήρυγμα, αλλά αναλύει τη λειτουργία αυτού του μηχανισμού.
Πίσω όμως από το κάθε επιχείρημά του, που αναμφίβολα ξέρει να το βρίσκει και να το διατυπώνει εύκολα (σε κάποιους κώδικες μάλιστα το έργο επιγράφεται: "Ξενοφῶντος ῥήτορος Ἀθηναίων πολιτεία", και πράγματι το έργο είναι γεμάτο από ρητορικά σχήματα και στάδια αποδείξεων), κρύβεται ένας βαθύς θαυμασμός του για τη δημοκρατία, ο οποίος εκφράζεται μέσω της, άλλοτε άμεσης και άλλοτε έμμεσης, παραδοχής του ότι αυτό το πολίτευμα όχι μόνο επιβιώνει αλλά και ευτυχεί παρά τις "σαθρές" βάσεις του.
Το βασικό του "επιχείρημα" το οποίο, με τον ένα ήτον άλλον τρόπο, διατρέχει το έργο είναι ότι το πολίτευμα αυτό δίνει το προβάδισμα στον δήμο, που γι' αυτόν είναι πονηρός (δηλαδή ενεργεί με κίνητρα ιδιοτελή και έχει ηθικά ελαττώματα λόγω καταγωγής), έναντι των αριστοκρατών, που τους αποκαλεί χρηστούς (δηλαδή ανθρώπους ηθικούς που ενεργούν με γνώμονα τη συνείδησή τους). Είναι φανερό ότι αυτοί οι όροι (πονηροί - χρηστοί) είναι φορτισμένοι με πολιτικά έντονο περιεχόμενο, συχνό χαρακτηριστικό της εποχής. Η εμμονή του να βρίσκει αδύνατα σημεία στο δημοκρατικό πολίτευμα τον παρασύρει συχνά σε υπερβολές και γενικεύσεις.
Για παράδειγμα, κατηγορεί τον αθηναϊκό δήμο για ἀπαιδευσίαν (Ι, 5), πράγμα που ασφαλώς δεν είναι ακριβές: από τις μαρτυρίες που έχουμε συνάγουμε ότι το μορφωτικό επίπεδο ενός μέσου Αθηναίου κατά τον 5ο αιώνα ήταν πολύ υψηλό· κάθε Αθηναίος γνώριζε γραφή και ανάγνωση, έτσι ώστε να μπορεί να διαβάζει τους νόμους και να συμμετέχει στις κληρώσεις για τις φυλές. Άλλωστε, δεν μπορεί να χαρακτηρίζεται απαίδευτο ένα κοινό το οποίο μπορούσε να παρακολουθεί άνετα τραγωδίες και κωμωδίες.
Αλλού πάλι (Ι, 10) αναφέρεται στην πλεονεκτική θέση των δούλων ισχυριζόμενος ότι κανένας δεν έχει το δικαίωμα να χειροδικήσει πάνω σε δούλο και ότι κανείς δούλος δεν θα σου κάνει τη χάρη να παραμερίσει για να περάσεις. Τα πράγματα όμως δεν είναι ακριβώς έτσι: ένα δικό σου δούλο μπορούσες να τον δείρεις όσο ήθελες (όχι όμως έναν ξένο δούλο ή μέτοικο), σίγουρα όμως η θέση των δούλων δεν ήταν τόσο άγρια όσο σε παλαιότερες εποχές.
Στην ίδια παράγραφο αναφέρει πως οι ελεύθεροι πολίτες δεν υπερτερούσαν καθόλου σε σχέση με τους δούλους ως προς την εμφάνιση. Κι αυτό όμως αποτελεί γενίκευση, γιατί δεν μπορούσε να υπάρξει σύγχυση ανάμεσα π.χ. στον Περικλή ή τον Αλκιβιάδη και ένα δούλο. Ο συλλογισμός του γερο-ολιγαρχικού δεν στέκει, γιατί ο ίδιος ο Περικλής (στον Επιτάφιο) τονίζει την τάση των συμπολιτών του για τρυφή, και γενικά ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι οι Αθηναίοι διατηρούσαν κάποια κομψότητα στην εμφάνισή τους, κατάλοιπο της ιωνικής τους καταγωγής. Σύγχυση θα μπορούσε να υπάρχει ανάμεσα σ' ένα δούλο και σ' ένα αγρότη, γιατί στον τελευταίο η οικονομική άνεση ήταν μάλλον άγνωστη.
Συνεχίζοντας για τα "δικαιώματα" των δούλων ο συγγραφέας ισχυρίζεται (Ι, 12) ότι η αθηναϊκή δημοκρατία παραχωρεί ἰσηγορίαν στους δούλους και στους ελεύθερους, πράγμα που αποτελεί μία ακόμη υπερβολή, γιατί ξέρουμε ότι οι δούλοι μόνο δυο λόγια μπορούσαν να πουν κι όχι να αγορεύσουν ενώπιον της Εκκλησίας του Δήμου. Υπάρχουν κι άλλες υπερβολές και γενικεύσεις, μικρότερης σημασίας.
Ωστόσο, ο γερο-ολιγαρχικός έχει και δίκιο σε ορισμένες περιπτώσεις: λέει π.χ. (Ι, 2) ότι χάρη στον στόλο της η Αθήνα έγινε μεγάλη δύναμη, αλλά η κινητήρια δύναμη του στόλου ήταν οι θήτες, οι οποίοι στρατολογούνταν ως κωπηλάτες. Έτσι, ο στόλος έδινε το δικαίωμα στους θήτες να ασκούν πολιτικό έλεγχο και τους εξασφάλιζε πολιτικά δικαιώματα. Αυτή βέβαια η διαπίστωση δεν ανήκει μόνο στον γερο-ολιγαρχικό αλλά και σε άλλους, ανάμεσα στους οποίους είναι και ο Αριστοτέλης, ο οποίος στα Πολιτικά του (1291 b) μιλάει για "δημοκρατία των πλοίων".
Δίκιο έχει επίσης ο συγγραφέας, όταν (ΙΙΙ, 8) επικρίνει τον τρόπο απονομής της δικαιοσύνης αναφερόμενος στη δυσαρέσκεια των συμμάχων της Αθήνας, οι οποίοι αναγκάζονταν να ταξιδέψουν στην Αθήνα για διεκδίκαση υποθέσεων που αφορούσαν διαφορές τους με Αθηναίους πολίτες.
Σωστή είναι και η διαπίστωση του συγγραφέα (ΙΙΙ, 5) ότι πολλές υποθέσεις εκκρεμούσαν για μεγάλο χρονικό διάστημα λόγω του υπερφόρτου εργασίας των δημόσιων υπηρεσιών· λέει μάλιστα ότι προς "θεραπεία" αυτού του προβλήματος μεγάλη διάδοση είχαν και οι δωροδοκίες, οι οποίες όμως δεν ήταν ικανές να αποτρέψουν αποτελεσματικά τις καθυστερήσεις.
Τέλος, ως προς τη στάση των Αθηναίων απέναντι στους συμμάχους τους, ο γερο-ολιγαρχικός δεν προσθέτει τίποτε το άξιο λόγου σε σχέση με όσα ξέρουμε από τις δημηγορίες του Θουκυδίδη και από άλλες πηγές.