Καλιαρντά ή Jabberwocky;

Σε μικρή ηλικία τα Αγγλικά μου ακούγονταν σαν ένας διαρκής συριγμός. Μου προξενούσε μεγάλη εντύπωση η έλλειψη φωνηέντων (σε σχέση με τα Ελληνικά πάντα) και τα πολλά συμπλέγματα συμφώνων. Αυτά όταν τα Αγγλικά ήταν για μένα μια ξένη γλώσσα. Όσο τα μάθαινα, τόσο περισσότερο απομακρυνόμουν από αυτή την αντίληψη και σήμερα πραγματικά δεν μπορώ να περιγράψω πώς μου ακούγονται. Όπως δεν μπορώ να ξέρω πώς ακούγονται τα Ελληνικά σε έναν ξένο. Γνωρίζοντας μια γλώσσα, είναι πολύ δύσκολο (εάν όχι αδύνατο) να προσηλωθείς στην ακουστική της και μόνο.

Με αυτή την έννοια, ο λεττρισμός μπορεί να μας αποκαλύψει πώς ακούγονται τα Ελληνικά στους ξένους. Η έλλειψη νοήματος κάνει το αυτί να εστιάζει στον ήχο, αφού μόνο αυτός μένει. Το θέμα δεν είναι αν τα Ελληνικά, π.χ., ακούγονται σαν Ισπάνικα, αλλά πώς ακούγονται. Εύηχα; Μελωδικά; Κακόηχα; Επιθετικά;

Κι επειδή αυτά τα θέματα τα σκέφτομαι κατά καιρούς και μου γεννούν απορίες, η γνώμη μου πάντα ήταν ότι τα Ελληνικά πρέπει να ακούγονται πολύ πρωτόγονα, άξεστα και φωνακλάδικα στους ξένους (με τον όρο «ξένους» αναφέρομαι στους κατοίκους του λεγόμενου δυτικού κόσμου, δεν ξέρω γιατί).
Όταν, λοιπόν, διάβασα, την παρακάτω άποψη του Γάλλου γλωσσολόγου Andre Mirambel εντυπωσιάστηκα :

«Τα Νέα Ελληνικά δίνουν την εντύπωση μιας γλώσσας καλόηχης και τραγουδιστής με ροή γρήγορη και συνεχόμενη. Ακούγοντάς τα το αυτί συλλαμβάνει περισσότερο τις διακυμάνσεις παρά τις τομές.

Η καλοηχία δεν προέρχεται μόνο από τη συχνότητα των φωνηέντων, αλλά και από το ότι οι ανοιχτοί φθόγγοι είναι περισσότεροι από τους κλειστούς και τα συμφωνικά συμπλέγματα πολύ σπανιότερα από τα απλά σύμφωνα, έτσι που οι συλλαβές ξεχωρίζουν αρκετά καθαρά μέσα στη συνέχεια του λόγου.

Η μουσικότητα οφείλεται πρώτα στο χαρακτήρα του τόνου, ύστερα στη μελωδικότητα της φράσης που μπορεί να διαγραφεί στο πεδίο ενός πολύ πλατιού διαστήματος (μεγαλύτερου από μια οχτάβα). (αν μπορεί κάποιος να μου εξηγήσει τι ακριβώς σημαίνει αυτό το τελευταίο πολύ θα το εκτιμούσα)

Η ταχύτητα της ροής οφέιλεται στην κανονική βραχύτητα των φωνημάτων.

Η συνέχεια της εκφοράς οφείλεται στη στενή σχέση των λέξεων μεταξύ τους, που είναι τέτοια, ώστε δύσκολα μπορεί κανείς να συλλάβει ακουστικά το τέλος καθεμιάς απʼ αυτές».
 
Last edited:
Για να επιστρέψουνε στον Κάρρολ και στο literary nonsense, ανακάλυψα στη βιβλιοθήκη μου ένα μικρό, παλιό βιβλίο του με τον τίτλο Το κυνήγι του Φιρχαρία (μετάφραση του The hunting of the Snark) !!!

Ο πρωτότυπος υπότιτλος είναι An agony in Eight Fits, το οποίο μεταφράζεται Μία αγωνία σε Οκτώ Σπασμωδίες. Να πω εδώ, ότι το fit έχει τη διπλή έννοια του σπασμού και της ωδής και προφανώς ο Κάρρολ παίζει με αυτό το διπλό νόημα. Η ελληνική μετάφραση, παρότι «γλωσσοπλαστική», προσωπικά μου φαίνεται πολύ πετυχημένη, αφού παραπέμπει σε ραψωδίες. Να πω επίσης ότι όλο το κείμενο είναι ένα ποίημα 20 περίπου σελίδων, στο οποίο το πλήρωμα ενός πλοίου επιδίδεται στο κυνήγι του Φιρχαρία, που βέβαια, ποτέ δε μαθαίνουμε τι είναι αυτός ο Φιρχαρίας.

Το βιβλίο έχει μια εξαιρετική εισαγωγή, που αφορά στο literary nonsense και στον τρόπο που το αντιμετώπιζε ο Κάρρολ, καθώς επίσης και πολύ διαφωτιστικές σημειώσεις.
 

Αντέρωτας

Ξωτικό του Φωτός
Προσωπικό λέσχης
Σε μεταφραση Α. Ελληνικα απο Ronald Knox

καυσπροῦντος ἤδη, γλοῖσχρα διὰ περισκιᾶς
στρυβλοῦντα καὶ στρομφοῦντ' ἂν εὑρίσκοις τόφα,
δεινὴ δ' ἐπέσχε σωθρία βορυγρόφας,
ῥάθαισι δ' ἀντιποικὸν* ὕμνησαν ῥάθαι
ἔκγριμμα· τὸν δὲ πρέσβυν ἐξαυδᾶν κλύω·
‘παῖ, παῖ, φύγοις ἄν ἐμπέδως Ἰάμβροχα,
ἔιτ' ὄνυχι μάρπτων εἴτε δὴ δάκνων τύχοι
γνάθοισιν, ἀπρόσοιστον· ὣς δ' αὔτως φυγεῖν
ὄρνιθα δεινὸν Γυπογῦπ'· οὐδ' ἂν φθάνοις
ἐλθὼν δαφλοισβῷ πρὸς λόγους Βανδράρπαγι.’
ὁ δ' ἐν χεροῖν εὔκοπνον ἐξάρας ξίφος
θήρας ὅμως μετ' ἴχνος ὀλγώδους ἔβη·
τέλος δ' ἀπειπών, πολλὰ συννοούμενος,
πλείστην ὅπου παρέσχε φλαττόθρατ σκιάν,
ἔστη δι' ὀλίγου· χὠς ἔβοσκεν ἀργίλας
θυμῷ μερίμνας, ἐμπύροισιν ὄμμασιν
σμύζων Ἰάμβρωξ ἔπτετ' ἐκ ψυδνῆς νάπης,
δῆλος δὲ βορβολισμὸς ἦν ποτωμένου·
ταύτην δὲ καὶ δίχ', ὡς ἐσεῖδε, καὶ τρίχα,
ἔνθεν τε κἄνθεν διάτορον πληγὴν νέηων,
ἔσνιξεν, ἐξέσναξεν εὐκόπνῳ ξίφει,
εῖθ' οὗπερ ἔκτα κειμένης τεμὼν κάρα
γαυχούμενος κατῆλθεν· ἀσπαστὸν δ' ἰδὼν
ἐλθόνθ' ὁ πρέσβυς, τοιάδ' ἐξεφρίγκασεν·
‘ὦ χαῖρε λάμπωψ· ὡς Ἰαμβροχοκτόνον
τόδ' ἀγκάλισμα παιδὸς ἀσμένως ἔχω.
ὦ τρισβακαρτὸν ἦμαρ· ὦ καλοῦ καλά.’
ἤδη δ' ἐκαύσπρει, γλοῖσχρά τ' ἐν περισκιᾷ
στρυβλοῦντα καὶ στρομφοῦντ' ἂν εὑρίσκοις τόφα,
δεινὴ δ' ἐπέσχε σωθρία βορυγρόφας,
ἔκγριμμα δ' ἀντιποικὸν ὕμνησαν ῥάθαι.
 
Μα τι είναι αυτό; Εξήγησέ μας λίγο καλύτερα.


( Στον Πόρο που πήγα φέτος έχει ένα λιμάνι που αράζουν πολυτελή κότερα. Ένα από αυτά, με Αγγλική σημαία, είχε το όνομα Jabberwocky ! )
 
Πω, πω βαρεμάρα!!!!

Δηλαδή, αυτό είναι ένα ποίημα literary nonsense που έχει μεταφραστεί στην Αρχαία; Αν σωστά υποθέτω, τότε το ενδιαφέρον θα ήταν να δούμε και το πρωτότυπο. :μήπως;:
 

Αντέρωτας

Ξωτικό του Φωτός
Προσωπικό λέσχης
Ναι, το πρωτοτυπο ειναι όπως πάντα στην πρωτη-πρωτη αναρτηση!! :γκρμφ:
 
Επιτέλους συνεννοηθήκαμε. Δε φταίω εγώ που εσύ είσαι λακωνικός. Πάρε ένα χαμόγελο, τώρα, να σου φύγουν τα νεύρα :)
 
Η μουσικότητα οφείλεται πρώτα στο χαρακτήρα του τόνου, ύστερα στη μελωδικότητα της φράσης που μπορεί να διαγραφεί στο πεδίο ενός πολύ πλατιού διαστήματος (μεγαλύτερου από μια οχτάβα). (αν μπορεί κάποιος να μου εξηγήσει τι ακριβώς σημαίνει αυτό το τελευταίο πολύ θα το εκτιμούσα)
Χρυς να με συγχωρείς, τώρα το είδα! Δεν ξέρω αν ρώτησες κάποιον άλλο και σου εξήγησε. Σου το εξηγώ συντομότατα:

Στη μουσική, διάστημα λέγεται η απόσταση ανάμεσα σε δύο οποιεσδήποτε νότες. Την ανιούσα σειρά την ξέρεις, έτσι; Ντο, ρε, μι, φα, σολ, λα, σι, (ξανά) ντο, ρε, μι κ.λπ. (αν και θα μπορούσαμε ν' αρχίσουμε από οποιαδήποτε νότα).

Για παράδειγμα, η απόσταση από το ρε μέχρι το επόμενο (προς τα πάνω) σολ, λέγεται διάστημα τέταρτης (διότι περιέχει 4 νότες). Το διάστημα όγδοης έχει επικρατήσει να λέγεται οκτάβα (και οχτάβα πιο λαϊκά).

Για ομιλία, πάντως, η οκτάβα είναι μεγάλο διάστημα. Νομίζω ότι το φτάνουμε μόνο όταν μιλάμε πολύ παραστατικά ή υπερβολικά. Το σύνηθες είναι εντός μιας πέμπτης περίπου.
 
Πολύ ενδιαφέρον νημάτιο! Παρόλο που δεν είμαι σε θέση να συνεισφέρω γνωστικά στο θέμα, μπορώ να σας πληροφορήσω ότι ο τρίτος στίχος του εν λόγω ποιήματος "Mimsy Were The Borogoves" αποτελεί τον τίτλο ενός από τα πλέον διάσημα διηγήματα ΕΦ που γράφτηκαν ποτέ! Δημιουργία των συζύγων (στη ζωή και στη λογοτεχνία) Henry Kuttner και C.L. Moore, υπεγράφη με το κοινό τους ψευδώνυμο Lewis Padgett το 1943. Στο διήγημα αυτό, ένας ερασιτέχνης εφευρέτης κάπου στο Σύμπαν, σε ένα πολύ μακρινό μέλλον, πειραματίζεται με μηχανές του χρόνου. Κατασκευάζει δύο, τις οποίες στέλνει στο παρελθόν, φορτωμένες με παλιά παιχνίδια του γιού του. Η πρώτη προσγειώνεται στις ΗΠΑ το 1942, όπου τη βρίσκει ο επτάχρονος Σκοτ. Η δεύτερη φθάνει στην Αγγλία των μέσων του 19ου αιώνα, και καταλήγει στα χέρια- μαντέψτε ποιάς?- της Αλίκης Liddell! Τα παιχνίδια που βρίσκονται μέσα στη μηχανή του χρόνου εμπνέουν στη μικρή Αλίκη τους περίφημους στίχους, τους οποίους και απαγγέλει στον θείο της Charles. Εκείνος τη ρωτά τι σημαίνουν και εκείνη του απαντά " it' s the way out". Ο θείος αποφασίζει να τους συμπεριλάβει στο βιβλίο που γράφει εκείνη την περίοδο και στο οποίο πρωταγωνιστεί η Αλίκη. Τώρα, στα 1942, ο μικρός Σκοτ και η αδελφή του διαβάζουν το βιβλίο "Through The Looking- Glass" του Lewis Carroll...
Σας κίνησα την περιέργεια? Μπορείτε να βρείτε ολόκληρο το διήγημα στo Google. Οσο για μένα.. το σχολιάζω ως εξής "Supercalifragilisticexpialidocious"!
 

Πεταλούδα

Θαλασσογέννητη Ελπίδα των Ηλιόμορφων Ονείρων
Επινοημένη γλώσσα : Τα γλίγλικα

Διαβάζοντας "Το κουτσό" του Χ. Κορτάσαρ, έφτασα χθες σε ένα κεφάλαιο - το οποίο είναι μόλις μια παράγραφο - που περιγράφει μια ερωτική σκηνή. Το ιδιαίτερο που έχει είναι ότι είναι γραμμένη σε μια γλώσσα, τα γλίγλικα. Όπως αναφέρεται, είναι ένα παιχνίδι ανάμεσα στο ερωτευμένο ζευγάρι του βιβλίου και αποτελείται είτε από παραμορφωμένες λέξεις, είτε από μη πραγματικές.

"Το σκρόφι έτρεμε, οι φτεροπλήμμες είχαν κοπάσει, τα πάντα περιέληγαν σ΄ένα βαθύ κρημνολόφι, σε άργαυλους από ασημωδιάφωνες γάζες, σε τρύφλια σχεδόν βάναυσα που τους ορθοδυνούσαν ως τα μνύχια της γνύφης τους."

Η απορία που μου γεννήθηκε διαβάζοντάς το είναι, πώς ένας μεταφραστής καταφέρνει να μεταφράζει λέξεις που είναι παραμορφωμένες ή που δεν υπάρχουν. Και το παράδοξο στην συγκεκριμένη παράγραφο, είναι ότι δεν μπορείς να καταλάβεις τι λέει αυτολεξεί, αλλά σου υποβάλλει το νόημα.

Εσείς, έχετε συναντήσει κάποια επινοημένη γλώσσα σε κάποιο βιβλίο;





(* το παρόν νήμα μεταφέρθηκε, διότι υπήρχε άλλο παρόμοιου περιεχομένου)
 
Last edited:
Ωραίο θέμα Πεταλούδα! :)
Να υποθέσω, για τους μεταφραστές ότι βάζουν αντίστοιχες λέξεις δικής τους επινόησης; Γιατί ακόμη κι αν το κείμενο δεν μπορεί να μεταφραστεί αυτολεξεί, η ηχητική έκφραση ή -στις καλύτερες στων περιπτώσεων- το νόημα υπάρχει.

Σίγουρα κάτι ανάλογο έχουμε διαβάσει όλοι μας. Αυτή τη στιγμή δεν με βοηθά η μνήμη μου να ονομάσω βιβλία και συγγραφείς. Αρκετοί συγγραφείς παραποιούν τεχνηέντως λέξεις ή δημιουργούν δικές τους. Αν τα βάζαμε σε Word θα τρελλαινόταν ο Ορθογράφος! :)
 
Λετρισμός

Πριν καμιά δεκαετία, διαβάζοντας τη "θεωρητική γλωσσολογία" του Μπαμπινιώτη (για να δώσω εξετάσεις), θυμάμαι πως γοητεύτηκα με ένα μικρό κεφάλαιο που αφιέρωσε στον λετρισμό ως λογοτεχνικό κίνημα. Πρόκειται για ένα κίνημα της γαλλικής λογοτεχνίας που εμφανίστηκε γύρω στο 1945 και έχει "αντιλεξικό χαρακτήρα", καταργεί δηλ. τη λέξη ως φορέα σημασίας και εισάγει το γράμμα (lettre) ως βάση της επικοινωνίας (ο ποιητής χρησιμοποιεί τους φθόγγους φτιάχνοντας "δικές" του λέξεις, άσημες, αλλά και πολύσημες, γιατί ο καθένας διαβάζοντας το ποίημα μπορεί να τις συνδέσει με πλήθος σημασιών και να δώσει έτσι δικό του περιεχόμενο και νόημα...)

Ένα ελληνικό ποίημα, γραμμένο με παρόμοιο τεχνοτροπία, είναι ένα σονέτο του Λαπαθιώτη (προγενέστερο του λετρισμού):

ΒΑΟ, ΓΑΟ, ΔΑΟ

Ζινώντας αποβίδονο σαβίνι
κι απονιβώντας ερομιδαλιό,
κουμάνισα το βίρο τού λαβίνι
με σάβαλο γιδένι τού θαλιό.

Κι ανέδοντας έν' άκονο λαβίνι
που ραδαγοπαλούσε τον αλιό
σινέρωσα τον άβο τού ραβίνι,
σ' έν' άφαρο δαμένικο ραλιό.

Σούβεροδα στ' αλίκοπα σουνέκια·
μεσ' στ' άλινα που δεν εσιβονεί
βαρίλωσα σ' ακίμορα κουνέκια.

Και λαδαμποσαλώντας την ονή,
καράμπωσα το βούλινο διράνι,
σαν άλιφο τουνέσι που κιράνει...

(Σας φέρνει κάτι στο μυαλό? :) )
 
Δεν έχω τόση φαντασία, δεν μπορώ να δώσω κανένα νόημα. Ο Χόλντεν θα ωρυόταν λέγοντας ποσο κάλπικο είναι :ρ
 
Την πρώτη φορά που το διάβασα μου ήρθαν στο μυαλό εικόνες παρόμοιες με αυτές που μου βγάζει ο Καββαδίας...
 

Ίζι

Κυρά των Σκιών
Το μόνο που μου φέρνει στο μυαλό είναι το Γκρέκο Μασκαρά του Μηλιώκα, όμως εκεί βέβαια έχουμε κανονικές λέξεις. Το σονέτο που μας έβαλες έχει και κανονικές λεξούλες (το, σαν, κι, μεσ, έν) που ενισχύουν αυτήν την εντύπωση λογικού νοήματος που προκαλεί. Αν έλειπαν αυτές δεν ξέρω αν θα διαβαζόταν. Πάντως "λέξεις" όπως "ερομιδαλιό", "κουνέκια", "διράνι", "ραγαδοπαλούσε" μου βγάζουν κάτι λαϊκό. Η λέξη "σούβεροδα" δεν είναι τονισμένη σωστά πάντως.

Ο Χόλντεν θα ωρυόταν λέγοντας ποσο κάλπικο είναι :ρ
Λογικά το διάβασες απ' την παλιά μετάφραση. :πάνω:

Edit: Μπράβο Νικόλα. Ας ενωθούν λοιπόν.
 
Last edited:
Και γιατί όχι ?? Εμένα δεν με πολυελκύει η ποίηση, με κάποιες εξαιρέσεις ίσως. Δεν έχω διαβάσει Καββαδία τώρα που το λές, η μόνη επαφή που έχω είναι με όσα ποιήματα του έχουν μελοποιηθεί. Ναι Ιζι και κάποια στιγμή θα το διαβάσω στο πρωτότυπο. Δεν το λάτρεψα λιγότερο ωστόσο.
 
Top