Όπως ξέρετε, δεν είμαι επαγγελματίας μεταφραστής απλά θέλω να κάνω προσιτό το έργο του Trollope στα ελληνικά έστω και στου χαμηλού επιπέδου μετάφραση μου. Το παρακάτω είναι ένα απόσπασμα από ένα διήγημα του. Συγχωρήστε με για οποιαδήποτε ατασθαλία στη μετάφραση. ) [Το πρωτότυπο κείμενο είναι αποδεσμευμένο από πνευματικά δικαιώματα (νόμος +70)]
Γενικά, θεωρείται ότι οι άνθρωποι που ζουν στο σπίτι τους,-καλοί άνθρωποι, σπιτόγατοι, που αγαπούν το τσάι και την πολυθρόνα τους, και κρατούν πάντα το τζάκι τους ζεστό- πιστεύεται ότι αυτοί είναι οι άνθρωποι που δίνουν την περισσότερη αξία στο σπίτι, και εκτιμούν καλύτερα όλες τις ανέσεις αυτού του αγαπημένου οικήματος. Έχω την τάση να αμφιβάλλω περί αυτού. Είναι, νομίζω, για αυτούς που ζουν πολύ μακριά από το σπίτι τους, για αυτούς που αδυνατούν να το επισκεφθούν, που αυτή η λέξη αποπνέει κάτι το γλυκύτατο. Σε κάποια απομακρυσμένα μέρη του κόσμου ίσως να υπάρχει ένας Άγγλος όπου τα αναγνωρίζει ως μόνιμη κατοικία του·αλλά υπάρχουν και πολλά άλλα τα οποία δεν θα τα αποκαλέσει μόνιμη κατοικία του, σπίτι του. Σκεφτόταν, πως κάνοντας το θα βεβήλωνε τη λέξη. Το σπίτι του είναι πέρα από τα γαλάζια νερά, στο μικρό βόρειο νησί, το οποίο ίσως δεν θα μπορέσει να επισκεφθεί ξανά· στο οποίο, εν πάση περιπτώσει, έχει αφήσει τη μισή του ζωή· του οποίου οι συνθήκες, και η ανάγκη επιβίωσης τον έχουν εξορίσει. Το σπίτι του είναι ακόμα στην Αγγλία, και όταν μιλάει για το σπίτι, οι σκέψεις του είναι εκεί. Κανείς από αυτούς που δεν έχουν δει ή νιώσει την απουσία ενδιαφέροντος για τη ζωή, δεν μπορεί να καταλάβει πόσο έντονο συναίσθημα είναι το να είσαι αναγκασμένος να τρως ψωμί σε ξένα χώματα. Όλοι μπορούμε να σκεφτούμε πως η ζωή σε ξένες χώρες θα είναι ζωή με ενθουσιασμό, με πολλές περιπέτειες και ποικιλία· ότι εγκαταλείποντας τις ανέσεις του σπιτιού, πρέπει να λάβουμε ως ανταμοιβή περισσότερη κινητικότητα και περιπέτεια από αυτήν που θα συναντούσαμε στην δική μας ήσυχη χώρα· αυτό το συναίσθημα, είμαι σίγουρος, ότι έστειλε πολλούς νέους σε ταξίδια χωρίς προορισμό. Πάρτε οποιονδήποτε εικοσάχρονο πνευματώδη σύντροφο σας και ρωτήστε τον αν θα ήθελε να πάει στο Μεξικό για τα επόμενα δέκα χρόνια! Η σύνεση και ο πατέρας του μπορεί τελικά να τον έσωζαν από μια τέτοια εξορία αλλά δεν θα αρνιόταν χωρίς έναν πόνο μετάνοιας.
Στην κεντρική πεδιάδα εκείνου του τμήματος της Κεντρικής Αμερικής που ονομάζεται Κόστα Ρίκα , βρίσκεται η πόλη του Σαν Χοσέ (* πρωτεύουσα και η μεγαλύτερη πόλη στην Κόστα Ρίκα). Είναι η πρωτεύουσα της Δημοκρατίας-γιατί η Κόστα Ρίκα είναι Δημοκρατία-και, για την Κεντρική Αμερική είναι μια πόλη κάποιας σημασίας. Είναι στη μέση μιας περιοχής παραγωγής καφέ, περιτριγυρισμένη από εύφορο χώμα στο οποίο παράγονται τα ζαχαροκάλαμα, είναι ευλογημένη να έχει ένα εύκρατο κλίμα, και οι γηγενείς ούτε κόβουν λαιμούς ούτε είναι κανίβαλοι. Πρέπει να ειπωθεί, ως εκ τούτου, ότι σε σύγκριση με άλλες περιοχές όπου είναι συγκεντρωμένοι Άγγλοι και άλλοι για να βγάλουν χρήματα, το Σαν Χοσέ μπορεί να θεωρηθεί ως μια ευτυχισμένη περιοχή·αλλά, παρ'όλα αυτά η ζωή εκεί δεν είναι από κάθε άποψη επιθυμητή. Είναι ένα βαρετό μέρος, με λίγο ενδιαφέρον και για το μάτι και για το αυτί.
Παρόλο που η ζέστη των τροπικών δεν είναι παρά ελάχιστα αισθητή εκεί, λόγω του υψομέτρου, οι άνδρες και οι γυναίκες αδιαφορούν για τις επιχειρήσεις. Δεν υπάρχει κοινωνία. Υπάρχουν μερικοί Γερμανοί και μερικοί Άγγλοι στο μέρος, οι οποίοι συναντιούνται μεταξύ τους για θέματα της δουλειάς κατά τη διάρκεια της ημέρας·αλλά, καθώς η ζωή γενικά είναι σκοτεινή, λίγο μοιάζουν να ενδιαφέρονται για την παρέα των άλλων για οτιδήποτε διαφορετικό. Δεν ξέρω μέχρι ποιο σημείο μπορούν να φτάσουν οι προσδοκίες των Γερμανών, αλλά όσον αφορά τους Άγγλους, η μόνη ιδέα που δίνει χρώμα στη ζωή τους είναι η ιδέα του σπιτιού. Κάποια μέρα, όσο μακρινή και να'ναι, θα στρέψουν για άλλη μια φορά το κεφάλι τους προς το μικρό βόρειο νησί, και μετά όλα θα 'ναι καλά για αυτούς.
Σε κάποιον Άγγλο εκεί, και στην αγαπητή μικρή σύζυγό του, αυτή η προοπτική ήρθε πριν λίγα χρόνια κάπως ξαφνικά. Γεγονότα και ειδήσεις, δεν έχει σημασία τι, έφερε τη λύση να ξεκινήσουν αμέσως·-σχεδόν αμέσως. Θα πακετάριζαν και θα έφευγαν από το Σαν Χοσέ σε τέσσερις μήνες από τη μέρα όπου πρωτοδιαμορφώθηκε αυτή η προοπτική. Στο Σαν Χοσέ μια περίοδος μόνο τεσσάρων μηνών για μια τέτοια προοπτική ήταν «αμέσως». Δημιουργεί ένα συναίσθημα στιγμιαίου ενθουσιασμού, μια ανάγκη να πράξεις κάτι άμεσα, μια πεποίθηση ότι σε αυτές τις λίγες εβδομάδες υπήρχε υπεραρκετή δουλειά τόσο για τα χέρια όσο και για τις σκέψεις,-δουλειά κάτι παραπάνω από υπεραρκετή. Η αγαπητή μικρή σύζυγος, η οποία τα τελευταία δύο χρόνια ήταν τόσο νωθρή, αισθανόταν τώρα να είναι σε εγρήγορση.
«Χάρι,» είπε στον άντρα της, «θα είμαστε ποτέ έτοιμοι;»
Και το όμορφο πρόσωπο της φωτίστηκε από μια ασυνήθιστη λάμψη στην ευχάριστη σκέψη ότι βιάζονται τόσο για έναν τέτοιον προορισμό. «Και τα πράματα του μωρού,» είπε, αφού σκεφτόταν όλα τα ποικίλα μικρά αντικείμενα που θα χρειαζόταν. Ένα ταξίδι από το Σαν Χοσέ στο Σαουθάμπτον(* πόλη στη νότια Αγγλία. Βρίσκεται 100 χλμ. νοτιοδυτικά του Λονδίνου και 30 χλμ. βορειοδυτικά του Πόρτσμουθ, στο δέλτα των ποταμών Τεστ και Ίτσεν. Το Σαουθάμπτον είναι μεγάλο λιμάνι. Ο πληθυσμός της πόλης είναι περίπου 231.200 κάτοικοι.) δεν μπορεί να γίνει στ'αλήθεια τόσο εύκολα όσο ένα από το Λονδίνο στο Λίβερπουλ. Ας σκεφτούμε ένα μήνα χωρίς τη βοήθεια της πλύστρας, και το μεγαλύτερο μέρος αυτού του ταξιδιού μέσα στις αποπνικτικές ζέστες των τροπικών των Δυτικών Ινδιών!
Στον πρώτο μήνα της βιασύνης και της εγρήγορσης της η κα Αρκράιτ ήταν μια ευτυχισμένη γυναίκα. Θα ξαναέβλεπε τη μητέρα της και την αδερφή της. Ήταν εδώ και τέσσερα χρόνια που τις είχε αφήσει στην αποβάθρα του Σαουθάμπτον, ενώ οι καρδιές τους ήταν πονεμένες από τον χωρισμό. Ήταν μια νεαρή νύφη τότε, πηγαίνοντας με τον νέο της κύριο να γνωρίσει τον Νέο Κόσμο. Αυτός είχε πάει στο σπίτι να ψάξει για μια σύζυγο, και βρήκε ό,τι έψαχνε στη μικρή αδερφή του φίλου του.
Αυτός, ο Χένρι Αρκράιτ, και ο αδερφός της γυναίκας του, Έιμπελ Ρινγκ, είχαν εγκατασταθεί από κοινού στο Σαν Χοσέ. Και τώρα, αυτή σκεφτόταν, πως θα ήταν μια άλλη συνάντηση σε αυτές τις αποβάθρες στην οποία δεν θα έπρεπε να υπάρχουν πονεμένες καρδιές· σε αυτήν θα έπρεπε να υπάρχει αγάπη χωρίς θλίψη, και φιλιά γλυκά από την γλύκα του καλωσορίσματος, όχι πικρά από την πίκρα του χωρισμού. Και οι άνθρωποι-οι λίγοι γείτονες γύρω της- της είπαν πόσο ευτυχισμένη, πόσο τυχερή ήταν που γύριζε στη ζωή της τόσο νωρίς. Κάποιοι ήταν μάκρια δέκα,-κάποιοι είκοσι χρόνια, και ακόμα η μέρα του γυρισμού ήταν μακρινή. Και έπειτα έβαλε το μωρό της στο στήθος της, και της κύλησε ένα δάκρυ σκεπτόμενη την άλλη αγάπη την οποία θα άφηνε σε αυτή την απομακρυσμένη γη.
(συνεχίζεται)
μετάφραση: ©Πολύτλας Οδυσσεύς
Γενικά, θεωρείται ότι οι άνθρωποι που ζουν στο σπίτι τους,-καλοί άνθρωποι, σπιτόγατοι, που αγαπούν το τσάι και την πολυθρόνα τους, και κρατούν πάντα το τζάκι τους ζεστό- πιστεύεται ότι αυτοί είναι οι άνθρωποι που δίνουν την περισσότερη αξία στο σπίτι, και εκτιμούν καλύτερα όλες τις ανέσεις αυτού του αγαπημένου οικήματος. Έχω την τάση να αμφιβάλλω περί αυτού. Είναι, νομίζω, για αυτούς που ζουν πολύ μακριά από το σπίτι τους, για αυτούς που αδυνατούν να το επισκεφθούν, που αυτή η λέξη αποπνέει κάτι το γλυκύτατο. Σε κάποια απομακρυσμένα μέρη του κόσμου ίσως να υπάρχει ένας Άγγλος όπου τα αναγνωρίζει ως μόνιμη κατοικία του·αλλά υπάρχουν και πολλά άλλα τα οποία δεν θα τα αποκαλέσει μόνιμη κατοικία του, σπίτι του. Σκεφτόταν, πως κάνοντας το θα βεβήλωνε τη λέξη. Το σπίτι του είναι πέρα από τα γαλάζια νερά, στο μικρό βόρειο νησί, το οποίο ίσως δεν θα μπορέσει να επισκεφθεί ξανά· στο οποίο, εν πάση περιπτώσει, έχει αφήσει τη μισή του ζωή· του οποίου οι συνθήκες, και η ανάγκη επιβίωσης τον έχουν εξορίσει. Το σπίτι του είναι ακόμα στην Αγγλία, και όταν μιλάει για το σπίτι, οι σκέψεις του είναι εκεί. Κανείς από αυτούς που δεν έχουν δει ή νιώσει την απουσία ενδιαφέροντος για τη ζωή, δεν μπορεί να καταλάβει πόσο έντονο συναίσθημα είναι το να είσαι αναγκασμένος να τρως ψωμί σε ξένα χώματα. Όλοι μπορούμε να σκεφτούμε πως η ζωή σε ξένες χώρες θα είναι ζωή με ενθουσιασμό, με πολλές περιπέτειες και ποικιλία· ότι εγκαταλείποντας τις ανέσεις του σπιτιού, πρέπει να λάβουμε ως ανταμοιβή περισσότερη κινητικότητα και περιπέτεια από αυτήν που θα συναντούσαμε στην δική μας ήσυχη χώρα· αυτό το συναίσθημα, είμαι σίγουρος, ότι έστειλε πολλούς νέους σε ταξίδια χωρίς προορισμό. Πάρτε οποιονδήποτε εικοσάχρονο πνευματώδη σύντροφο σας και ρωτήστε τον αν θα ήθελε να πάει στο Μεξικό για τα επόμενα δέκα χρόνια! Η σύνεση και ο πατέρας του μπορεί τελικά να τον έσωζαν από μια τέτοια εξορία αλλά δεν θα αρνιόταν χωρίς έναν πόνο μετάνοιας.
Στην κεντρική πεδιάδα εκείνου του τμήματος της Κεντρικής Αμερικής που ονομάζεται Κόστα Ρίκα , βρίσκεται η πόλη του Σαν Χοσέ (* πρωτεύουσα και η μεγαλύτερη πόλη στην Κόστα Ρίκα). Είναι η πρωτεύουσα της Δημοκρατίας-γιατί η Κόστα Ρίκα είναι Δημοκρατία-και, για την Κεντρική Αμερική είναι μια πόλη κάποιας σημασίας. Είναι στη μέση μιας περιοχής παραγωγής καφέ, περιτριγυρισμένη από εύφορο χώμα στο οποίο παράγονται τα ζαχαροκάλαμα, είναι ευλογημένη να έχει ένα εύκρατο κλίμα, και οι γηγενείς ούτε κόβουν λαιμούς ούτε είναι κανίβαλοι. Πρέπει να ειπωθεί, ως εκ τούτου, ότι σε σύγκριση με άλλες περιοχές όπου είναι συγκεντρωμένοι Άγγλοι και άλλοι για να βγάλουν χρήματα, το Σαν Χοσέ μπορεί να θεωρηθεί ως μια ευτυχισμένη περιοχή·αλλά, παρ'όλα αυτά η ζωή εκεί δεν είναι από κάθε άποψη επιθυμητή. Είναι ένα βαρετό μέρος, με λίγο ενδιαφέρον και για το μάτι και για το αυτί.
Παρόλο που η ζέστη των τροπικών δεν είναι παρά ελάχιστα αισθητή εκεί, λόγω του υψομέτρου, οι άνδρες και οι γυναίκες αδιαφορούν για τις επιχειρήσεις. Δεν υπάρχει κοινωνία. Υπάρχουν μερικοί Γερμανοί και μερικοί Άγγλοι στο μέρος, οι οποίοι συναντιούνται μεταξύ τους για θέματα της δουλειάς κατά τη διάρκεια της ημέρας·αλλά, καθώς η ζωή γενικά είναι σκοτεινή, λίγο μοιάζουν να ενδιαφέρονται για την παρέα των άλλων για οτιδήποτε διαφορετικό. Δεν ξέρω μέχρι ποιο σημείο μπορούν να φτάσουν οι προσδοκίες των Γερμανών, αλλά όσον αφορά τους Άγγλους, η μόνη ιδέα που δίνει χρώμα στη ζωή τους είναι η ιδέα του σπιτιού. Κάποια μέρα, όσο μακρινή και να'ναι, θα στρέψουν για άλλη μια φορά το κεφάλι τους προς το μικρό βόρειο νησί, και μετά όλα θα 'ναι καλά για αυτούς.
Σε κάποιον Άγγλο εκεί, και στην αγαπητή μικρή σύζυγό του, αυτή η προοπτική ήρθε πριν λίγα χρόνια κάπως ξαφνικά. Γεγονότα και ειδήσεις, δεν έχει σημασία τι, έφερε τη λύση να ξεκινήσουν αμέσως·-σχεδόν αμέσως. Θα πακετάριζαν και θα έφευγαν από το Σαν Χοσέ σε τέσσερις μήνες από τη μέρα όπου πρωτοδιαμορφώθηκε αυτή η προοπτική. Στο Σαν Χοσέ μια περίοδος μόνο τεσσάρων μηνών για μια τέτοια προοπτική ήταν «αμέσως». Δημιουργεί ένα συναίσθημα στιγμιαίου ενθουσιασμού, μια ανάγκη να πράξεις κάτι άμεσα, μια πεποίθηση ότι σε αυτές τις λίγες εβδομάδες υπήρχε υπεραρκετή δουλειά τόσο για τα χέρια όσο και για τις σκέψεις,-δουλειά κάτι παραπάνω από υπεραρκετή. Η αγαπητή μικρή σύζυγος, η οποία τα τελευταία δύο χρόνια ήταν τόσο νωθρή, αισθανόταν τώρα να είναι σε εγρήγορση.
«Χάρι,» είπε στον άντρα της, «θα είμαστε ποτέ έτοιμοι;»
Και το όμορφο πρόσωπο της φωτίστηκε από μια ασυνήθιστη λάμψη στην ευχάριστη σκέψη ότι βιάζονται τόσο για έναν τέτοιον προορισμό. «Και τα πράματα του μωρού,» είπε, αφού σκεφτόταν όλα τα ποικίλα μικρά αντικείμενα που θα χρειαζόταν. Ένα ταξίδι από το Σαν Χοσέ στο Σαουθάμπτον(* πόλη στη νότια Αγγλία. Βρίσκεται 100 χλμ. νοτιοδυτικά του Λονδίνου και 30 χλμ. βορειοδυτικά του Πόρτσμουθ, στο δέλτα των ποταμών Τεστ και Ίτσεν. Το Σαουθάμπτον είναι μεγάλο λιμάνι. Ο πληθυσμός της πόλης είναι περίπου 231.200 κάτοικοι.) δεν μπορεί να γίνει στ'αλήθεια τόσο εύκολα όσο ένα από το Λονδίνο στο Λίβερπουλ. Ας σκεφτούμε ένα μήνα χωρίς τη βοήθεια της πλύστρας, και το μεγαλύτερο μέρος αυτού του ταξιδιού μέσα στις αποπνικτικές ζέστες των τροπικών των Δυτικών Ινδιών!
Στον πρώτο μήνα της βιασύνης και της εγρήγορσης της η κα Αρκράιτ ήταν μια ευτυχισμένη γυναίκα. Θα ξαναέβλεπε τη μητέρα της και την αδερφή της. Ήταν εδώ και τέσσερα χρόνια που τις είχε αφήσει στην αποβάθρα του Σαουθάμπτον, ενώ οι καρδιές τους ήταν πονεμένες από τον χωρισμό. Ήταν μια νεαρή νύφη τότε, πηγαίνοντας με τον νέο της κύριο να γνωρίσει τον Νέο Κόσμο. Αυτός είχε πάει στο σπίτι να ψάξει για μια σύζυγο, και βρήκε ό,τι έψαχνε στη μικρή αδερφή του φίλου του.
Αυτός, ο Χένρι Αρκράιτ, και ο αδερφός της γυναίκας του, Έιμπελ Ρινγκ, είχαν εγκατασταθεί από κοινού στο Σαν Χοσέ. Και τώρα, αυτή σκεφτόταν, πως θα ήταν μια άλλη συνάντηση σε αυτές τις αποβάθρες στην οποία δεν θα έπρεπε να υπάρχουν πονεμένες καρδιές· σε αυτήν θα έπρεπε να υπάρχει αγάπη χωρίς θλίψη, και φιλιά γλυκά από την γλύκα του καλωσορίσματος, όχι πικρά από την πίκρα του χωρισμού. Και οι άνθρωποι-οι λίγοι γείτονες γύρω της- της είπαν πόσο ευτυχισμένη, πόσο τυχερή ήταν που γύριζε στη ζωή της τόσο νωρίς. Κάποιοι ήταν μάκρια δέκα,-κάποιοι είκοσι χρόνια, και ακόμα η μέρα του γυρισμού ήταν μακρινή. Και έπειτα έβαλε το μωρό της στο στήθος της, και της κύλησε ένα δάκρυ σκεπτόμενη την άλλη αγάπη την οποία θα άφηνε σε αυτή την απομακρυσμένη γη.
(συνεχίζεται)
μετάφραση: ©Πολύτλας Οδυσσεύς
Last edited: